Γράφει ο Πάνος Αμυράς*
Λίγους μήνες αργότερα, στο Φόρουμ του Νταβός, δεν δίσταζε να επιτεθεί ευθέως στον τότε πρόεδρο του Ισραήλ, Σιμόν Πέρες, θέλοντας να δείξει στη διεθνή κοινότητα ότι είναι το «αφεντικό» στην περιοχή της Ανατολικής Μεσογείου.
Εκτοτε ξεκίνησε ο μεγαλοϊδεατισμός του Τούρκου προέδρου, που εκδηλώθηκε σε όλα τα επίπεδα με «όχημα» τις ξένες επενδύσεις αλλά και μια αναπτυξιακή πολιτική που βασιζόταν στις αθρόες δανειοδοτήσεις σε ξένα νομίσματα. Τα εισοδήματα των πολιτών αυξήθηκαν τα τελευταία χρόνια ενώ ο Ερντογάν κυριαρχούσε πολιτικά δίνοντας ελπίδες στα χαμηλότερα οικονομικά στρώματα ότι μπορούν να βγουν από τη φτώχεια και την κοινωνική περιθωριοποίηση.
Πράγματι, επί σειρά ετών η τουρκική οικονομία κατέγραφε υψηλούς ρυθμούς ανάπτυξης θρέφοντας τα φαραωνικά σχέδια του Ερντογάν. Ο ίδιος, μετά το πραξικόπημα του 2016, προχώρησε σε θηριώδεις αμυντικούς εξοπλισμούς ξοδεύοντας πακτωλό χρημάτων, ενώ η χώρα του ενεπλάκη σε πολεμικές συρράξεις στη Συρία και στο Ιράκ, αναμίχθηκε στον εμφύλιο της Λιβύης στέλνοντας στρατεύματα μισθοφόρων και έβαλε στο μάτι την Ανατολική Μεσόγειο αμφισβητώντας την κυριαρχία της Ελλάδας και της Κύπρου.
Ωστόσο, ο Ερντογάν δεν είναι φαραώ, αντιθέτως η τουρκική οικονομία αναπτύχθηκε με τη μορφή ανεστραμμένης πυραμίδας. Βασίσθηκε σε δάνεια που συνάφθηκαν σε δολάρια ενώ η πανδημία, που «κατέστρεψε» τον τουρισμό της χώρας, και οι αλλοπρόσαλλες αποφάσεις του Τούρκου προέδρου στον τομέα της νομισματικής πολιτικής οδήγησαν τη λίρα σε διαρκή υποτίμηση.
Ο Ερντογάν άλλαζε τους κεντρικούς τραπεζίτες σαν τα «πουκάμισα», υιοθέτησε παραλογισμούς για να αντιμετωπίσει την ακρίβεια, πίστεψε ότι με «μαντζούνια» θα μπορούσε να αντιμετωπίσει τον πληθωρισμό μειώνοντας τα επιτόκια. Ολες του οι κινήσεις στο μέτωπο της οικονομίας είχαν ως αποτέλεσμα μια αρχικά ελεγχόμενη κρίση ρευστότητας να μετατραπεί σε μια βαθιά κρίση εμπιστοσύνης όχι μόνο για το νόμισμα αλλά συνολικά για τις προοπτικές της χώρας. Η αφερεγγυότητα του Ερντογάν μεταφέρθηκε στις ισοτιμίες της τουρκικής λίρας και πλέον η χιονοστιβάδα της υποτίμησης απειλεί συνολικά την Τουρκία, τη στιγμή που η λαϊκή δυσαρέσκεια έχει εκτιναχθεί στα ύψη λόγω της ακρίβειας, της αύξησης της ανεργίας και των χαμηλών αναπτυξιακών ρυθμών.
Η Αγκυρα πληρώνει τεράστια ποσά για να συντηρεί τα στρατιωτικά της μέτωπα ενώ η επιδείνωση των σχέσεών της με τις Ηνωμένες Πολιτείες και την Ευρωπαϊκή Ενωση ανεβάζει το κόστος για την τουρκική οικονομία λόγω των κυρώσεων που ήδη έχουν επιβληθεί. Αναλυτές δεν αποκλείουν στο αμέσως επόμενο διάστημα να επιβληθούν κεφαλαιακοί περιορισμοί στις τράπεζες και η χώρα να υποχρεωθεί να ζητήσει διεθνή βοήθεια. Ο Ερντογάν, που τα προηγούμενα χρόνια χλεύαζε την Ελλάδα λόγω των Μνημονίων, τώρα βρίσκεται αντιμέτωπος με μια πρωτοφανή κρίση αξιοπιστίας που διώχνει κεφάλαια, εκτινάσσει στα ύψη τις τιμές και οδηγεί τη χώρα στο τούνελ της ύφεσης και της χρεοκοπίας.
Ο Τούρκος πρόεδρος πίστεψε ότι με «τσαμπουκάδες» θα μπορούσε να κερδίσει γεωπολιτικά οφέλη και να ελέγξει τις διεθνείς αγορές. Τώρα έχει μπροστά του ένα βουνό δυσκολιών ενώ οι πολίτες, ιδίως των χαμηλότερων οικονομικά στρωμάτων που υποφέρουν από τον υψηλό πληθωρισμό, τον περιμένουν στις κάλπες, οι οποίες μπορεί να στηθούν νωρίτερα από το 2023.
Η Τουρκία πληρώνει τις μεγαλομανίες του Ερντογάν και την άφρονα όσο και επικίνδυνη πολιτική του όχι μόνο σε σχέση με τη λίρα αλλά και με τις κινήσεις του στη διπλωματική σκακιέρα. Απειλούσε τους πάντες κρατώντας βόμβα, η οποία τελικά έσκασε στα χέρια του.
ΥΓ. Ο «σύντροφος» Σάντσεθ θα πρέπει να ανησυχεί αγκαλιά με τον Ερντογάν, οι ισπανικές τράπεζες έχουν έκθεση άνω των 62 δισεκατομμυρίων ευρώ στην υπό κατάρρευση τουρκική οικονομία.
*Ο Πάνος Αμυράς είναι διευθυντής του Ελεύθερου Τύπου
Από την έντυπη έκδοση του Ελεύθερου Τύπου
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, ανά πάσα στιγμή στο EleftherosTypos.gr