Γράφει η Άννα Παναγιωταρέα
Οι κυρίαρχες ιστοσελίδες συγκεντρώνουν περί τα δύο εκατομμύρια αναγνώστες καθημερινά. Ωστόσο, δεν δίνουν χρόνο στα ρεπορτάζ για πληρέστερη πληροφόρηση: Το κυρίαρχο είναι ο χρόνος ανάρτησης. Το μέτρο αξιολόγησης της είδησης υποχωρεί κάτω από το βάρος της δημοσιοποίησης «ζουμερών» φημών. Ταυτόχρονα, στα εκατοντάδες blogs και και προσωπικούς λογαριασμούς, ανεξέλεγκτα και με ποικίλα κίνητρα, ο καθένας «δημοσιογραφεί».
Είναι πραγματικά αδύνατον να παρακολουθήσεις όλα όσα γράφονται. Από πρόχειρη έρευνα, διαπιστώνεται ότι στις περισσότερες περιπτώσεις επαναλαμβάνονται τα ίδια πράγματα, άκριτα. Εδράζονται στην πραγματικότητα, έχουν λογική συνέπεια, είναι αποκυήματα φαντασίας; Δεν νομίζω ότι ενδιαφέρουν το ανθρωποφαγικό κοινό στο οποίο απευθύνονται. Τρέφουν με ακραίες αναρτήσεις, ποικίλες φαντασιώσεις, προκαλώντας σχόλια μίσους που δεν έχουν σχέση με την πραγματικότητα. Καλλιεργούν ένα κοινό που χαίρεται την καταρράκωση των άλλων. Απαξίωση επί δικαίους και αδίκους.
H Οξφόρδη και το σύνδρομο της Κίνας
«Η λογική υποχωρεί και περιορίζεται ενώπιον “αφηγημάτων“ που διεγείρουν τα αντανακλαστικά ενστίκτων που κρύβονται στον εσώτερο κόσμο μας. Αυτά πρέπει να αναλύονται κατά την ψυχανάλυση για να επέλθει ίαση» ήταν μια από τις θέσεις του Σίγκμουντ Φρόιντ αναφερόμενος στο υποσυνείδητο, σε σχέση με την παιδική ή εφηβική σεξουαλικότητα. Δεν ξέρω αν σήμερα που παρατηρείται έντονη κοινωνική ενασχόληση με τη ζωή των άλλων, οι θεωρίες του Φρόιντ έχουν εφαρμογή.
Είναι αξιοσημείωτο το φαινόμενο μιας κοινωνικής «πείνας», το οποίο καταγράφεται στην κατανάλωση αφηγημάτων, που έχουν σχέση με την ιδιωτική ζωή, ιδίως των επωνύμων. Ολες οι αφηγήσεις στην ελληνική έκφραση του κινήματος «Μe too», που επαναλαμβάνονται τις τελευταίες μέρες, δεν εμπλουτίζονται ούτε από νέες καταγγελίες, ούτε από καταθέσεις ψυχής νέων θυμάτων. Είναι καταγγελίες κακοποίησης, ψυχολογικής ή σωματικής που βίωσαν τα θύματα, κυρίως σε ηλικία από 18 έως και 25 ετών, τουλάχιστον δεκαπέντε χρόνια πριν. Είναι φυσικό ότι υπάρχει τεράστια αποδοχή και κοινωνική στήριξη στο θύμα, οπότε ο παράγων «ενηλικίωση» παραβλέπεται. Ιδίως για καταγγελίες που αφορούν στα πρόσωπα προβεβλημένα από τα ΜΜΕ.
Θεσμοθετημένα όργανα όπως ο ΣΕΗ δεν κατόρθωσε να διαχειριστεί όποιες καταγγελίες είχε και αναφέρονταν σε σεξουαλική παρενόχληση ή ασέλγεια στο χώρο του επαγγελματικού θεάτρου, αλλά και τα ποικίλα ζητήματα που αναφύησαν. Μετά την πρόσφατη συγκρότηση του Πειθαρχικού, υποθέτω ότι οι καταγγελίες έχουν όνομα θύτη και θύματος. Ετσι, θα βρεθεί η έξοδος από το νοσηρό τοπίο που έχει αναδυθεί. Η πνιγηρή ατμόσφαιρά του τρέφει την καχυποψία προς πάσα κατεύθυνση: Τείνει να εξελιχθεί σε κατακραυγή εναντίον εκείνων που συνυπήρχαν με θύματα και θύτες: Εβλεπαν, γνώριζαν και δεν μιλούσαν. Ωστόσο, οι ηθικές επιπτώσεις -γιατί οι νομικές ως τώρα φαίνεται έχουν παραγραφεί- είναι εξίσου βαριές.
Από την έντυπη έκδοση