Κίνημα καταλήψεων, κίνημα υπέρ δολοφόνων που αυτοαποκαλούνται πολιτικοί κρατούμενοι, κίνημα «δεν πληρώνω», κίνημα της πάνω πλατείας, κίνημα της κάτω πλατείας (που, τελικά, συνεργάζονται αρμονικά εντός της Βουλής).
Γράφει ο Παύλος Μαρινάκης*
Τις περισσότερες φορές, αν ρωτήσετε τους ίδιους τους «κινηματικούς», μάλλον ούτε οι ίδιοι δεν θα θυμούνται όλα τα κινήματα που συμμετείχαν – εκτός, φυσικά, από τους πιο επιμελείς, που τα έβαλαν στο βιογραφικό τους για να ανταμειφθούν με έναν διορισμό μετακλητού.
Υπήρξαν, φυσικά, και κάποια (ελάχιστα) κινήματα πιο αυθόρμητα, πιο ειλικρινή, πιο ειρηνικά, ανεξάρτητα από το αν συμφωνεί κανείς ή όχι με τα αιτήματά τους. Τις πιο πολλές φορές, όμως, θύματα των εν λόγω κινημάτων είναι όλοι οι υπόλοιποι, η οποίοι άλλες φορές πλήρωναν το γεγονός πως δεν είχαν χρόνο να αντιμετωπίσουν άεργους «επαναστάτες χωρίς αιτία» και κάποιες στιγμές τον φόβο τους για τις επιπτώσεις της αντίθετης από την κρατούσα στον κόσμο της «ηθικώς πλεονεκτούσας» αριστερής (εντός ή εκτός εισαγωγικών) άποψης.
Πριν από λίγες ημέρες, αποφασίσαμε να επισκεφτούμε μια κλούβα των ΥΑΤ. Είδαμε νέα παιδιά τα οποία, όπως με ατράνταχτα στοιχεία μας απέδειξαν, κάθε βράδυ κάνουν τον σταυρό τους που φεύγουν ζωντανοί, επειδή έχουν να αντιμετωπίσουν μια διαρκή και ασύμμετρη απειλή εγκληματιών. Τι πιο λογικό, λοιπόν, στο πλαίσιο της ανάγκης μας για ανάκτηση επαφής με την κοινωνία των νέων ανθρώπων, να μιλήσουμε και με αυτούς που διασφαλίζουν την έννομη τάξη, βασική προϋπόθεση για την ύπαρξη δημοκρατίας;
Κλιμάκωση χωρίς κέρδος
Εδώ έρχεται το κίνημα του δημαγωγικού λαϊκισμού και της αριστερόστροφης «μπουρδας». Αυτή η ηχηρή μειοψηφία προπαγανδιστών που εδώ και δεκαετίες έχει δηλητηριάσει σχεδόν τα πάντα: «Πήγατε στους “μπάτσους” και τους δολοφόνους.», «ΟΝΝΕΔ και αστυνομία αγκαλιά», ήταν κάποια από όσα είπαν. Και όλα αυτά με την γνωστή τακτική, συμψηφίζοντας μεμονωμένα περιστατικά παράνομης ή καταχρηστικής βίας (τα οποία κανείς πραγματικά δημοκράτης πολίτης δεν αρνείται ότι πρέπει να επιφέρουν τις ανάλογες ποινικές, αστικές και διοικητικές κυρώσεις) και αναμασώντας γνώριμα τσιτατα με τάχα προοδευτικό πρόσημο.
Ξέρετε κάτι; Δεν υπάρχει μεγαλύτερη αναγνώριση πως κάτι κάνεις καλά: Δεν υπάρχει μεγαλύτερη τιμή από το να μπαίνεις στο στόχαστρο των δήθεν προοδευτικών, που, στην πραγματικότητα, προωθούν τον δικό τους φασισμό.
Και ένα από τα λίγα καλά όσων ζήσαμε τα τελευταία χρόνια είναι πως η νομιμοποίηση της γενικευμένης παραβατικότητας από την ιδεολογική και «ηθική ηγεμονία» της ριζοσπαστικής αριστεράς κάνει όλο και περισσότερους από την σιωπηρή πλειοψηφία των κανονικών ανθρώπων να αντιδρούν χωρίς φόβο, απαιτώντας νομιμότητα για όλους.
Πλέον όλο και περισσότεροι συνειδητοποιούν ότι η ανοχή οδηγεί σε αποθράσυνση. Είναι η ώρα να απαιτήσουμε συντονισμένα από το Κράτος να μην διακρίνει τους παραβάτες από την πολιτική τους τοποθέτηση. Η κοινωνική ειρήνη, συστατικό στοιχείο κάθε ευνομούμενης πολιτείας, μπορεί να προάγεται από τους πολίτες, εξασφαλίζεται, όμως, μόνο από τα αρμόδια κρατικά όργανα.
Έχουμε χρέος να σπάσουμε το μονοπώλιο σε χρήση φράσεων, λέξεων και εννοιών. Οφείλουμε να σταματήσουμε να επιτρέπουμε όλοι αυτοί να καπηλεύονται ιστορικά γεγονότα και μορφές. Κυρίως, όμως, έχουμε καθήκον να διαφυλάξουμε τη δημοκρατία μας και το κράτος δικαίου και να δώσουμε πίσω στους πολίτες με χώρα με κανονικότητα, νομιμότητα και δικαιοσύνη.
Το κίνημα, λοιπόν, που έχουμε ανάγκη είναι αυτό των πολιτών που μέχρι σήμερα υπέστησαν τις συνέπειες ακραίων συμπεριφορών και που σήμερα ζητούν ισονομία και ισοπολιτεία, ασφάλεια και ελευθερία μαζί. Το κίνημα των πολλών, αυτών κουράστηκαν να σιωπούν απέναντι στις ντουντούκες, αυτών που βαρέθηκαν να φοβούνται μπροστά σε «επαναστάτες» με μολότοφ και εκείνων που σιχάθηκαν να βλέπουν τον κάθε δήθεν «προοδευτικό» και «κουλτουριάρη», χορτάτο από επιχορηγήσεις και κρατικά έργα, να τους κουνάει το δάχτυλο.
*Ο Παύλος Μαρινάκης είναι δικηγόρος και αντιπρόεδρος της ΟΝΝΕΔ