Γράφει ο Δρ Μανώλης Δεληγιαννάκης*
Υπάρχει ωστόσο η προσδοκία τελικώς ο υπόψη δείκτης και τα επιμέρους μεγέθη να καταγράψουν βελτίωση με την ολοκλήρωση του έτους. Οι πλέον αρνητικές ως τώρα εκτιμήσεις σημειώνονται στο πεδίο των ιδιωτικών επενδύσεων παγίου κεφαλαίου, τα ποσοστά ανεργίας παραμένουν σημαντικά, ο αποπληθωρισμός των τιμών αναμένεται να συνεχιστεί, ενώ βελτίωση των προσδοκιών ως προς το προσεχές δωδεκάμηνο καταγράφεται για το ρυθμό οικονομικής μεγέθυνσης, καθώς και για την αύξηση των εξαγωγών.
Από τα παραπάνω άγεται το συμπέρασμα ότι αναμένεται μικρή διαφοροποίηση των προσδοκιών που υπήρξαν για το 2016, ενώ οι προσδοκίες για μεγαλύτερη βελτίωση των διαφόρων οικονομικών δεικτών μετατοπίζονται για το 2017, ενδεχομένως και σε συνδυασμό με τις διεθνείς και ευρωπαϊκές συγκυρίες.
Ο κλάδος της πιστοποίησης της ποιότητας, στον οποίο δραστηριοποιούνται διαπιστευμένοι από το ΕΣΥΔ φορείς πιστοποίησης, όπως η DQSHellas, δεν έχει μείνει φυσικά ανεπηρέαστος από την κατάσταση που επικρατεί στην ελληνική πραγματικότητα, δεδομένου ότι οι προσφερόμενες από αυτούς υπηρεσίες παρέχονται κατά το μεγαλύτερο ποσοστό εντός των συνόρων.
Αξίζει πάντως να σημειωθεί ότι οι φορείς πιστοποίησης πανελλαδικά και ιδιαιτέρως εκείνοι που αποτελούν μέλη του συλλογικού οργάνου της HellasCert, συμπεριλαμβανομένων και φορέων που ανήκουν σε μεγάλους διεθνείς ομίλους πιστοποίησης, όπως η DQS, εξακολουθούν να προσφέρουν υπηρεσίες επιθεώρησης και πιστοποίησης υψηλού επιπέδου σε όλους τους τομείς, παραγωγής, εμπορίου, υπηρεσιών και κατάρτισης προσωπικού.
2014 και 2024, ομοιότητες και διαφορές
Με τον τρόπο αυτό αποδεικνύεται η πραγματική ανάγκη που έχει η εθνική οικονομία, συνολικά δηλαδή η σύμπραξη και συνεργασία δημόσιου και ιδιωτικού τομέα έναντι του διεθνούς ανταγωνισμού, για στροφή στην ποιότητα των παραγόμενων προϊόντων και των προσφερόμενων υπηρεσιών, προκειμένου να υπάρξει ουσιαστική βελτίωση και της παραγωγικότητας, ενώ η δίκαιη κατανομή της παραγωγικότητας μεταξύ επιχειρήσεων και εργαζομένων θα οδηγήσει τελικά στην επιθυμητή βελτίωση της ανταγωνιστικότητας της ελληνικής οικονομίας σε ευρωπαϊκή και όχι μόνο κλίμακα.
Τα ανωτέρω επιβάλλεται εκ της διεθνούς πραγματικότητας να ισχύσουν και για τον ελληνικό τουρισμό, που αποτελεί ένα από τα σημαντικότερα εργαλεία της ελληνικής οικονομίας για ανάκαμψη και ανάπτυξη και σε μεγάλο βαθμό απευθύνεται σε επισκέπτες από το εξωτερικό. Επομένως, ο τουρισμός συνιστά εξ ορισμού προϊόν διεθνών χαρακτηριστικών και προδιαγραφών και άρα ποιοτικά πρέπει να καλύπτεται από τα ισχύοντα και στις χώρες του ανταγωνισμού διεθνή και ευρωπαϊκά πρότυπα.
Πλήρης απουσία ή ακόμα και η προσφιλής στα ελληνικά πράγματα «à lacarte» αποσπασματική ή και «προαιρετική» συμμόρφωση σε ποιοτικούς ελέγχους διεθνών προδιαγραφών, θα έχει ως αποτέλεσμα τη δημιουργία αρνητικής προδιάθεσης των υποψήφιων επισκεπτών της χώρας μας, την υποβάθμιση του προσφερόμενου προϊόντος και τελικά την προτίμηση εναλλακτικών προορισμών του διεθνούς ανταγωνισμού. Τα πολυδιαφημιζόμενα υποτίθεται οικονομικά «οφέλη» για τους επιχειρηματίες του χώρου από τη μη διενέργεια επιθεωρήσεων κατά την εφαρμοζόμενη διεθνή πρακτική είναι δυστυχώς αμελητέα έναντι της πραγματικής ευκαιρίας που χάνεται για ουσιαστική ανάδειξη και επιβεβαίωση της ποιότητας των ελληνικών τουριστικών καταλυμάτων.
Πρέπει τέλος να επισημανθεί ότι ειδικότερα στην περίπτωση των ξενοδοχείων η υποχρεωτική, βάσει νόμου, διαδικασία της πιστοποίησης για την κατάταξη σε κατηγορίες αστεριών, πρέπει να έχει ολοκληρωθεί συνολικά μέχρι το τέλος του 2017 και επομένως οι ξενοδοχειακές επιχειρήσεις θα πρέπει να προχωρήσουν σύντομα στις προβλεπόμενες ενέργειες, προκειμένου να έχουν στα χέρια τους πιστοποιητικά διεθνούς κύρους και αναγνωρισιμότητας, πράγμα που εύλογα θα επηρεάσει θετικά τον κλάδο των φορέων που πιστοποιούν την ποιότητα στη χώρα μας.
Ο Δρ Μανώλης Δεληγιαννάκης είναι Επίτιμος Πρόεδρος Εταιρειών Πιστοποίησης Ελλάδας
Από το ένθετο Οικονομία του Ελεύθερου Τύπου της Κυριακής