Γράφει ο Πάνος Αμυράς*
Ενα σημαντικό ποσοστό των πολιτών που ψήφισαν ΣΥΡΙΖΑ τον Ιούλιο του 2019 έχουν μετακινηθεί στο κυβερνών κόμμα όχι γιατί έγιναν «δεξιοί» αλλά γιατί ο Κυριάκος Μητσοτάκης έχει διευρύνει την επιρροή της παράταξης χάρη στην αποτελεσματικότητα που επέδειξε τόσο στη διαχείριση του μεταναστευτικού στον Εβρο όσο και στην αντιμετώπιση της υγειονομικής κρίσης.
Δεν είναι τυχαίο ότι ένας στους πέντε ψηφοφόρους του ΣΥΡΙΖΑ αποτιμά θετικά τον πρώτο χρόνο της κυβέρνησης ενώ για τον πρωθυπουργό το ποσοστό μεταξύ των ίδιων ψηφοφόρων ανεβαίνει στο 26%. Αντιθέτως, ο βαθμός που δίνουν οι ερωτηθέντες στον ΣΥΡΙΖΑ πρέπει να προβληματίζει την Κουμουνδούρου. Ενώ η κυβέρνηση αξιολογείται θετικά από το 54%, το ποσοστό ικανοποίησης από την αξιωματική αντιπολίτευση είναι μόλις 23%. Ακόμη χειρότερα τα δεδομένα σε επίπεδο πολιτικών αρχηγών. Ο Μητσοτάκης τα έχει πάει καλά ή καλύτερα από ό,τι περίμεναν σύμφωνα με το 58% του δείγματος και θεωρείται καταλληλότερος από 48% όταν για τον Τσίπρα το ποσοστό πέφτει στο 24%, ελαφρώς υψηλότερο από το 23% του «κανένα».
Πώς εξηγείται αυτή η εικόνα και μάλιστα σε συνθήκες παρατεταμένης κρίσης; Η απάντηση είναι απλή. Η κυβέρνηση αντιμετωπίζει τα ζητήματα με ρεαλισμό, ο ΣΥΡΙΖΑ έχει το βλέμμα του στραμμένο στο παρελθόν, προφανώς στο επιτελείο του Τσίπρα δεν έχουν χωνέψει ακόμη πώς έχασαν από τον πολιτικό που δεν θα κέρδιζε ούτε μία στο εκατομμύριο.
Για παράδειγμα, το 57% των ερωτηθέντων πιστεύει ότι χρειάζεται να τεθούν πρόσθετοι κανόνες στον τρόπο που γίνονται οι πορείες και οι διαδηλώσεις. Την ίδια άποψη έχει και ένας στους τρεις ψηφοφόρους του ΣΥΡΙΖΑ. Ωστόσο, ο Τσίπρας μίλησε για «αντιδημοκρατικό νομοσχέδιο» και ο ΣΥΡΙΖΑ για «χούντες του 1971». Οταν η βάση του κόμματος της αξιωματικής αντιπολίτευσης, σε αναλογία ένας στους τρεις, συμφωνεί με τις θέσεις της κυβέρνησης και όχι με του Τσίπρα δεν πρέπει να απορούν στην Κουμουνδούρου για τα αποτελέσματα της έρευνας.
Η κυβέρνηση εκφράζει σε μεγάλο βαθμό τις δυνάμεις της προόδου και το ερώτημα που πλανάται στο χώρο της Κεντροαριστεράς είναι πια αμείλικτο για τον κ. Τσίπρα: Τι σχέση μπορεί να έχει ο ΣΥΡΙΖΑ του ακραίου λόγου και των οπισθοδρομικών θέσεων με τον προοδευτικό κόσμο;
ΤΑ ΕΒΑΛΑΝ ΚΑΙ ΜΕ ΤΟΝ ΚΑΡΑΜΑΝΛΗ
Σύγχυση ταυτοτήτων, απώλεια ισορροπίας
Με τον Γιάννη Ραγκούση στο πλευρό του ο Αλέξης Τσίπρας τα έβαλε προχθές στη Βουλή και με τον Κώστα Καραμανλή, στην προσπάθειά του να επιρρίψει τις ευθύνες της ύφεσης στην κυβέρνηση.
Ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ δεν είναι καλός όμως στην αριθμητική, ούτε μπορεί να πείσει πώς ξαφνικά ανακάλυψε ως μεγάλο υπαίτιο της οικονομικής κρίσης τον πρωθυπουργό της περιόδου 2004-2009.
Οι ισχυρισμοί του πάντως ας ταρακουνήσουν κάποιους που αυτοαποκαλούνται «καραμανλικοί» και το μόνο που κάνουν είναι να ξημεροβραδιάζονται στα κοινωνικά δίκτυα για να χτυπούν την κυβέρνηση Μητσοτάκη. Είπε συγκεκριμένα ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ ότι για τα Μνημόνια ευθύνεται η παράταξη της Νέας Δημοκρατίας που άφησε ελλείμματα 15% και έριξε την οικονομία σε ύφεση 25%.
Εάν θέλει πραγματικά να μάθει για την ύφεση μπορεί να του πει το νέο του πρωτοπαλίκαρο, ο Γιάννης Ραγκούσης, ο οποίος στην κυβέρνηση Γιώργου Παπανδρέου είχε αρχηγικό ρόλο. Την περίοδο 2009-2011 η οικονομία έχασε πάνω από 18 μονάδες του ΑΕΠ, με το «λεφτά υπάρχουν» του Γιώργου Παπανδρέου, που μοίραζε αυξήσεις στα τέλη του 2009, με το «περίστροφο του ΔΝΤ» που γύρισε στα νώτα της Ελλάδας και το Μνημόνιο του Καστελλόριζου.
Ειδικός σε θέματα ύφεσης είναι και ο ίδιος ο Τσίπρας, καθώς είχε το θλιβερό ρεκόρ να εμφανίζεται ως ο μοναδικός πρωθυπουργός της ευρωζώνης την περίοδο 2015-2016 που είχε συρρικνώσει την οικονομία του. Τώρα προσπαθεί να επιρρίψει τις ευθύνες για την ύφεση λόγω κορονοϊού στον Μητσοτάκη, λες και δεν βλέπει τις επιπτώσεις της πανδημίας στην παγκόσμια οικονομία. «Εάν είναι ύφεση Μητσοτάκη, τότε σύντομα θα έχουμε και ανάκαμψη Μητσοτάκη», απάντησε εύλογα ο πρωθυπουργός.
*Ο Πάνος Αμυράς είναι διευθυντής του Ελεύθερου Τύπου
Από την έντυπη έκδοση