Γράφει ο Κωνσταντίνος Μίχαλος*
Αυτό σημαίνει ότι στα επόμενα λίγα χρόνια θα διαχειριστεί 50 δισ. ευρώ για την ανάπτυξη, ποσό που ισοδυναμεί περίπου στο 27% του ΑΕΠ της. Πρόκειται για μια μοναδική ευκαιρία για τη χώρα, η οποία θα πρέπει να αξιοποιηθεί σωστά, με σκοπό όχι μόνο την επανεκκίνηση της ελληνικής οικονομίας, αλλά τη μετάβασή της σε ένα νέο, ανταγωνιστικό και εξωστρεφές παραγωγικό μοντέλο.
Θα απαιτηθεί γι’ αυτό η συγκρότηση ενός ολοκληρωμένου σχεδίου, το οποίο θα εστιάζει στην υπέρβαση συγκεκριμένων δομικών προβλημάτων της ελληνικής οικονομίας, όπως είναι η κατακερματισμένη παραγωγική βάση, ο αργός ψηφιακός μετασχηματισμός του κράτους και της οικονομίας, αλλά και το χαμηλό επίπεδο επένδυσης στην έρευνα και στην τεχνολογία και η επακόλουθη υστέρηση στην καινοτομία.
Κεντρικό πυλώνα του σχεδίου θα πρέπει να αποτελέσει η μετάβαση σε μια νέα παραγωγική δομή, η οποία θα στηρίζεται σε επιχειρήσεις μεγαλύτερου μέσου μεγέθους, με προοπτικές βιωσιμότητας και ανάπτυξης.
Ο στόχος αυτός θα επιτευχθεί με τη θέσπιση κινήτρων για τη συγχώνευση μικρών επιχειρηματικών μονάδων, να δημιουργηθούν νέες μεγαλύτερες επιχειρήσεις, οι οποίες θα επωφεληθούν οικονομίες κλίμακας, θα αποκτήσουν πρόσβαση στην καινοτομία, να μπορέσουν να προσελκύσουν εξειδικευμένο προσωπικό, να ενισχύσουν την εξωστρέφεια και τη διαπραγματευτική τους θέση.
Σύγχυση ταυτοτήτων, απώλεια ισορροπίας
Παράλληλα θα πρέπει να τεθεί σε προτεραιότητα η επιτάχυνση της ψηφιακής ωρίμανσης του κράτους και της οικονομίας, με εφαρμογή ολοκληρωμένης στρατηγικής για τη δημιουργία της ψηφιακής Δημόσιας Διοίκησης, με την ανάπτυξη χρηματοδοτικών εργαλείων και κινήτρων για επενδύσεις ψηφιακής αναβάθμισης από τις επιχειρήσεις, με τη δημιουργία υποστηρικτικών δικτύων ειδικά για τις Μικρομεσαίες Επιχειρήσεις, με επένδυση στη διά βίου μάθηση για την ενίσχυση των ψηφιακών δεξιοτήτων του ανθρώπινου δυναμικού της χώρας.
Στρατηγικός στόχος θα πρέπει να είναι και η ανάδειξη της Ελλάδας σε περιφερειακό κέντρο εκπαίδευσης, έρευνας και καινοτομίας, μέσα από την ενίσχυση του τριγώνου της γνώσης, την υποστήριξη ικανών ερευνητικών ομάδων σε πανεπιστήμια και ερευνητικά κέντρα της χώρας, τη δημιουργία κόμβων καινοτομίας και την παροχή κινήτρων για την προσέλκυση επενδύσεων από μεγάλες εταιρίες του εξωτερικού.
Επίσης θα πρέπει να διαμορφωθούν στοχευμένα κίνητρα και χρηματοδοτικά εργαλεία για την ανάπτυξη καινοτόμων επιχειρηματικών ιδεών και για την ενθάρρυνση επενδύσεων σε υψηλή τεχνολογία, σε καινοτόμες λύσεις και εφαρμογές, με έμφαση σε δυναμικούς κλάδους όπως η μεταποίηση, η πράσινη ενέργεια, οι μεταφορές και η εφοδιαστική αλυσίδα, ο αγροδιατροφικός τομέας και ο τουρισμός, με την ανάδειξη εναλλακτικών μορφών. Οι δράσεις αυτές θα πρέπει να προχωρήσουν παράλληλα με την επιτάχυνση και την ολοκλήρωση των απαραίτητων διαρθρωτικών αλλαγών στη φορολογία και στο ασφαλιστικό σύστημα, στην εκπαίδευση, στο σύστημα υγείας, στη λειτουργία της δημόσιας διοίκησης κ.α.
Σαφώς είναι κατανοητή η ανάγκη για διοχέτευση πόρων σε μια οικονομία που ασφυκτιά. Ωστόσο είναι σημαντικό αυτή τη φορά να διδαχθούμε από τα λάθη που χαρακτήρισαν τη διαχείριση των προηγούμενων κοινοτικών πλαισίων στήριξης. Στόχος πλέον δεν μπορεί να είναι η τροφοδότηση της κατανάλωσης, αλλά η δημιουργία μακροπρόθεσμου αναπτυξιακού αποτυπώματος στη χώρα. Πρόκειται για μια μεγάλη εθνική πρόκληση, η οποία απαιτεί όραμα, σχέδιο, τεχνοκρατική επάρκεια και αποτελεσματική εποπτεία. Απαιτεί, πάνω από όλα, εθνική συνεννόηση, σύμπνοια και συνεργασία.
*Ο Κωνσταντίνος Μίχαλος είναι Πρόεδρος της Κεντρικής Ένωσης Επιμελητηρίων Ελλάδος και του Εμπορικού και Βιομηχανικού Επιμελητηρίου Αθηνών
Από την έντυπη έκδοση