Γράφει ο Δημοσθένης Δαββέτας*
Η μία είναι ο Γαλλικός Διαφωτισμός, με τον εμπειρικό, αντι-κληρικό κι αυταρχικό και λιγότερο πολιτικό τρόπο σκέψης του Βολταίρου. «Τσακίστε οτιδήποτε βγαίνει από τους κανόνες του κάδρου», ήταν η πασίγνωστη φράση του. Κι η άλλη είναι ο Γερμανικός Ιδεαλισμός με τη «μεταφυσική» του.
Από το 1750 ως το 1830, χρονικό διάστημα που γεννιούνται με τους Λοκ και Μοντεσκιέ οι φιλελεύθερες ιδέες, οι δύο τάσεις αντιμάχονται, δίχως αποτέλεσμα, για το τι είναι ελευθερία. Χρειάστηκε να ’ρθει το «χρυσό παιδί» του Διαφωτισμού και ταυτόχρονα σκληρός στην κριτική του στον Διαφωτισμό, ο Ζαν- Ζακ Ρουσσώ. Αυτός επιχειρεί κάτι δύσκολο αλλά μ’ επιτυχία.
Θέλει να οδηγηθούμε στην ελευθερία μέσα από τη σχέση μας με την πραγματικότητα. Η Φιλοσοφία του, πολιτική σκέψη, βρίσκει το νήμα που ενώνει τις δύο αντίπαλες τάσεις. Ποιο είναι αυτό; Το ότι και οι δύο αναζητούν με τον τρόπο τους την ελευθερία. «Γεννηθήκαμε ελεύθεροι αλλά είμαστε αλυσοδεμένοι», μας λέει ο Ρουσσώ.
Το να ’σαι όμως ελεύθερος πρέπει να το θέλεις, να ’χεις τη βούληση να εγγραφείς στην Ιστορία. Οπως έγινε με τη Γαλλική Επανάσταση, που τόσο γοήτευε τους Γερμανούς κι ειδικά τον Καντ. Η δύναμη του Ρουσσώ που θέλει να γεφυρώσει τις δύο τάσεις είναι ότι αρνιέται το προπατορικό αμάρτημα. Συνδέει ελευθερία κι ισότητα, που τα θεωρεί αδιαχώριστα μεταξύ τους, δέχεται τη λαϊκή κυριαρχία και θεωρεί, όπως ο Σωκράτης, ότι ο άνθρωπος γεννιέται καλός αλλά διαφθείρεται από τις κοινωνικές σχέσεις. Η ελευθερία είναι μια αξία που πρέπει να θεσμοθετηθεί πολιτικά.
Κλιμάκωση χωρίς κέρδος
Για να σπάσει το εμπόδιο των κοινωνικών σχέσεων που «διαφθείρουν» χρειάζεται πολιτική δράση, μας λέει στο βιβλίο του «Κοινωνικό συμβόλαιο», που είναι κατά βάση πολιτικό συμβόλαιο.
Είναι ένα συμβόλαιο με τον εαυτό μας. Είναι η πρακτική απόφαση κάποιου να γίνει πολίτης, υποχωρώντας ακόμη, αν χρειαστεί, κι από το ιδιωτικό του συμφέρον, χάριν του γενικού.
Ο Ρουσσώ δεν δέχεται την υπέροχη μιας αστικής σύμβασης έναντι των νόμων. Δεν του φτάνει η κρατική εγγύηση για τη λειτουργία του νόμου. Ούτε δέχεται να ’ναι η κρατική προστασία μόνο ο φύλακας της ατομικής ιδιοκτησίας και της κοινωνικής ειρήνης. Ο Ρουσσώ θέλει το κράτος να συμβάλλει για την υλοποίηση της ελευθερίας. Δεν θέλει την ατομική ελευθερία ως ατομισμό, ούτε ως μια μορφή ανεξαρτησίας. Αποδέχεται τις υποχρεώσεις, αρκεί αυτές να ’ναι γέννημα ατομικής ελευθερίας και συλλογικής συγκατάθεσης.
«Η ελευθερία των μεν ξεκινά εκεί που αρχίζει αυτή των άλλων», έλεγε. Μαζί με τους Χέγκελ, Καντ, Χανς Αρεντ, θεωρούσε ότι η ελευθερία είναι πολιτική έννοια, δημόσια κι όχι ιδιωτική. Ο δημόσιος χώρος πρέπει να επιτρέπει σε κάποιον να φτάσει στην «αυτονομία» και να μην είναι «ετερόνομος». Η έννοια της επιθυμίας που τόσο καλλιεργείται σήμερα δεν είναι αυτονομία.
Ο πολίτης θα ’ναι δέσμιος της λογικής των αγορών, των επιχειρήσεων και των κυριαρχούντων κοινωνικών αξιών. Φτάνει όμως αυτό για να ’ναι ελεύθερος κατά τον Ρουσσώ; Σήμερα που η Ευρώπη ταλανίζεται ανάμεσα στις γερμανικές αντιλήψεις και τις αντίθετές της, μήπως η σκέψη του Ρουσσώ θα βοηθούσε σε μια πιο αλληλέγγυα, κοινωνικά κι οικονομικά, Ευρώπη, ενώ ταυτόχρονα ο πολίτης δεν θα στερηθεί την ελευθερία του;
*Ο Δημοσθένης Δαββέτας είναι Καθηγητής Φιλοσοφίας της Τέχνης, ποιητής, εικαστικός
Από την έντυπη έκδοση