Γράφει ο Γιάννης Παπαδάτος
Οι Ιταλοί την ευχαριστιούνται βλέποντας μιλιούνια τουριστών στις παραλίες, στα ορεινά θέρετρα και στα ιστορικά τους μνημεία. Κανένας κορονοϊός και καμία περιβαλλοντική υποβάθμιση δεν μπορεί να κατανικήσει την παρόρμηση. Κλασικό παράδειγμα η Βενετία.
Εως τις πλημμύρες του περασμένου Νοεμβρίου η πόλη βούλιαζε από τουρισμό. Τα κρουαζιερόπλοια κουτούλαγαν στον ντόκο και οι πολίτες είπαν «φτάνει πια». Τώρα που τους έγινε η χάρη -έστω και με αυτόν τον μακάβριο τρόπο- θέλουν τα «στίφη» τους πίσω!
«Χωρίς τουρισμό η Βενετία είναι νεκρή πόλη», είπε στο Γαλλικό Πρακτορείο ο 66χρονος γονδολιέρης Μάουρο Σάμπο, που λάμνει τα κουπιά του στη λιμνοθάλασσα από το 1975. Η εκκωφαντική σιωπή στο Κανάλ Γκράντε, στο Παλάτι των Δόγηδων, στα πολυτελή ξενοδοχεία προκαλεί σχεδόν φρίκη. Εξαφανίστηκαν ως και τα περιστέρια στην πλατεία του Αγίου Μάρκου, μη βρίσκοντας άνθρωπο να τα ταΐσει.
Η Δώρα, η Γαρυφαλλιά και αύριο;
Η Βενετία δεν μπορεί να βασίζεται στους εγχώριους τουρίστες. Το 85% των επισκεπτών της είναι ξένοι. Οσο κι αν διαμαρτύρονται οι ντόπιοι για την υποβάθμιση του περιβάλλοντος από το (πάλαι ποτέ) τουριστικό τσουνάμι, η αντιδήμαρχος Τουρισμού, Πάολα Μαρ, θυμίζει ότι το 65% των κατοίκων ζει από αυτή τη δραστηριότητα.
Εδώ και ενάμιση αιώνα η Γαληνοτάτη δεν είναι θαλασσοκράτειρα της Ανατολικής Μεσογείου ούτε επίκεντρο του διεθνούς εμπορίου. Της έλαχε άχαρος κλήρος στον σύγχρονο καταμερισμό εργασίας. «Μπορεί να είναι λάθος που η οικονομία μας βασίζεται στον τουρισμό, αλλά δεν έχουμε άλλη επιλογή.
Χωρίς τουρίστες δεν τα βγάζουμε πέρα», είπε στο Γαλλικό Πρακτορείο ο 61χρονος χρυσοχόος Ενρίκο Φακέτι, βγάζοντας βόλτα στην ερημιά το σκύλο του.
Από την έντυπη έκδοση