Γράφει η Δέσποινα Κονταράκη
ΤΙ ΑΚΡΙΒΩΣ όμως είπαν οι Γερμανοί δικαστές; Οτι το QE (το πρόγραμμα ποσοτικής διευκόλυνσης) της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας υπερβαίνει τις αρμοδιότητες της Ε.Ε., παραβιάζει τη δημοκρατική αρχή και τις αρμοδιότητες της Ομοσπονδιακής Βουλής και καταλήγει να «απαγορεύει» στη Bundesbank να μετέχει στη λήψη και εφαρμογή οποιασδήποτε ενωσιακής πράξης, όπως η αγορά δημόσιου χρέους. Υποτίθεται ότι η απόφαση αφορά το QE της περιόδου 2015-2019, αλλά στην ουσία αμφισβητεί και το νέο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης ύψους 750 δισ. Ευρώ, το οποίο για πρώτη φορά αφορά και την Ελλάδα. Τα λεφτά είναι πολλά και οι αγορές ήδη νευρίασαν.
ΤΟ ΓΕΡΜΑΝΙΚΟ δικαστήριο έδωσε διορία τριών μηνών στην ΕΚΤ να δικαιολογήσει την απόφασή της, αλλά η ΕΚΤ τυπικά είναι Ανεξάρτητη Αρχή. Ετσι η Λαγκάρντ θα βρει έναν έμμεσο τρόπο να εξηγήσει το σκεπτικό της δημοσίως, χωρίς να δείχνει ότι λογοδοτεί στους δικαστές του Σόιμπλε. Θα τα πει στη νύφη, δηλαδή, για να τα ακούσει η πεθερά. Αυτό ονομάζεται διπλωματία. Με την οικονομία όμως τι γίνεται; Την πραγματική οικονομία που συνιστούν οι έμποροι της Via Condotti και της Ερμού, οι εστιάτορες του Παρισιού και οι εκτροφείς αιγοπροβάτων στη Μάλαγα; Θα οδηγηθούν σε νέες θυσίες αν οι χώρες τους, κυρίως οι οικονομικά λαβωμένες του Νότου, μπουν σε έναν νέο κύκλο Μνημονίων; Μα, μετά από 10 χρόνια σκληρής γερμανοτραφούς λιτότητας, δεν θα υπάρχουν άλλα περιθώρια, παρά μόνο απανωτές εκρήξεις. Θα είναι το τέλος της ευρωπαϊκής διαδρομής και μάλιστα σε μια στιγμή που τα πράγματα για την Ελλάδα άρχισαν να φτιάχνουν και αυτό να αναγνωρίζεται από όλους ανεξαιρέτως. Από το σκληρό ΔΝΤ μέχρι την ημίσκληρη ΕΚΤ και τη light E.E.
ΟΙ ΤΕΧΝΙΚΕΣ κουβέντες για τη λύση που χρειάζεται η Ευρώπη για να καλύψει το σοκ του κορονοϊού έχουν ένα πρόβλημα: Είναι πολύ τεχνικές και είναι πολλές. Επαναγορά ομολόγων, ευρωομόλογα και εσχάτως κορονο-ομόλογα, έκδοση Ειδικών Τραβηκτικών Δικαιωμάτων (πρόταση Στρος-Καν), αγορές τίτλων της ΕΤΕπ, δανειοδοτήσεις με εμπράγματες εξασφαλίσεις ή cash collateral, σχεδιασμοί για ανάκαμψη τύπου «V», δηλαδή πρώτα βαθιά συρρίκνωση και συνέχεια απότομη ανάκαμψη, είναι περισσότερα από όσα μπορούμε να αντέξουμε και να κατανοήσουμε. Οπότε το ερώτημα που μένει στο τέλος της ημέρας για τους ηγέτες δεν αφορά τη νομισματική πολιτική ή την οικονομική πολιτική, αλλά την πολιτική σκέτο.
ΚΑΙ ΕΔΩ ΕΧΕΙ ιδιαίτερη σημασία το «δώρο» που έκαναν άθελά τους οι δικαστές της Καρλσρούης. Διότι η απόφασή τους φθάνει στον πυρήνα όχι μόνο της γερμανικής αδιαλλαξίας, αλλά και των ορίων της ανεξαρτησίας των εθνικών προϋπολογισμών και Συνταγμάτων έναντι των ευρωπαϊκών κανόνων. «Πρέπει η ευρωζώνη να αποκτήσει τον δικό της προϋπολογισμό; Τα δικά της φορολογικά έσοδα; Τη δική της διακυβέρνηση και υπουργό Οικονομικών; Το δικό της χρέος; Κάθε φορά που αυτές οι ερωτήσεις απειλούν να έρθουν από την μπροστινή πόρτα της πολιτικής, πιέζονται να εξέλθουν γρήγορα από την πίσω», γράφει ο Andreas Kluth σε άρθρο του (Bloomberg) με τίτλο «Γιατί αξίζει ένα “ευχαριστώ” στο γερμανικό Συνταγματικό Δικαστήριο». Με λίγα λόγια, το σίγουρο είναι ότι οι ηγέτες μπορούν να απαντήσουν ευρωπαϊκά. Θέλουν;
*Η Δέσποινα Κονταράκη είναι αρχισυντάκτρια του Ελεύθερου Τύπου
Από την έντυπη έκδοση