Γράφει ο Πάνος Αμυράς*
Ωστόσο όλοι γνωρίζουν ότι οι περισσότερες χώρες θα βγουν πληγωμένες από τον ιό, με εκατόμβες θυμάτων, με τα δημόσια συστήματα υγείας διαλυμένα από την ένταση της επιδημίας και τις οικονομίες κατεστραμμένες. Σύμφωνα με τις μετριοπαθέστερες εκτιμήσεις, φέτος η παγκόσμια ύφεση θα είναι της τάξης του 3% με 5%, ενώ οι απαισιόδοξοι μιλούν για ακόμη χειρότερες επιδόσεις, κοντά στο 10%.
Σε ό,τι αφορά την ευρωζώνη, το πλήγμα θα είναι πρωτοφανές, καθώς οι μεγαλύτερες οικονομίες της Ενωσης, όπως η Γαλλία, η Ιταλία και η Ισπανία δοκιμάζονται σκληρά από τον κορονοϊό με δεκάδες χιλιάδες νεκρούς. Ωστόσο στην τελευταία Σύνοδο Κορυφής δεν κατέστη εφικτή συμφωνία σε ό,τι αφορά την αντιμετώπιση των οικονομικών συνεπειών της κρίσης, καθώς η Γερμανία κατά κύριο λόγο δεν δέχεται το αίτημα αρκετών χωρών της ευρωζώνης να εκδοθούν ευρωομόλογα ώστε το κόστος να μοιρασθεί συνολικά.
Η άρνηση του Βερολίνου προέρχεται από το γεγονός ότι τα γερμανικά ομόλογα έχουν αρνητικά επιτόκια και ο προϋπολογισμός είναι πλεονασματικός όταν οι τίτλοι της Ιταλίας, για παράδειγμα, τιμολογούνται από τις αγορές με 1,5% και τα δημόσια ελλείμματα αυξάνονται σημαντικά από την ανάγκη διαχείρισης της κρίσης. Αυτή τη φορά όμως οι συνθήκες σε σχέση με την τελευταία κρίση της ευρωζώνης είναι διαφορετικές και εάν η Γερμανία επιμείνει στην άκαμπτη στάση της υπάρχουν πολλές πιθανότητες να ηττηθεί για τρεις βασικούς λόγους:
H Οξφόρδη και το σύνδρομο της Κίνας
Πρώτον, η καγκελάριος Μέρκελ δεν έχει την πολιτική ισχύ των προηγούμενων ετών. Ο κυβερνητικός συνασπισμός είναι εύθραυστος, διάδοχος στο Χριστιανοδημοκρατικό κόμμα δεν έχει βρεθεί ακόμη μετά την αιφνίδια παραίτηση της υπουργού Αμυνας που κατείχε την ανώτατη κομματική θέση, ενώ η κ. Μέρκελ δέχεται ισχυρές πιέσεις από τους Πράσινους, που έχουν ταχθεί υπέρ της έκδοσης ευρωομολόγου. Παράλληλα η γερμανική οικονομία υφίσταται μεγάλες ζημίες, η ύφεση μπορεί να είναι διψήφια, ενώ οι εξαγωγές της χώρας πλήττονται άμεσα από την παράλυση του παγκόσμιου εμπορίου, επομένως το πρόβλημα αγγίζει το Βερολίνο και μάλιστα στον πυρήνα της οικονομίας του, την παραγωγή.
Δεύτερον, το αίτημα για κοινή δράση δεν προέρχεται από μία περιφερειακή δύναμη, όπως ήταν η Ελλάδα τα προηγούμενα χρόνια, αλλά από τις μεγάλες χώρες της ευρωζώνης. Η κοινή γραμμή Μακρόν, Κόντε και Σάντσεθ δεν μπορεί να αγνοηθεί εύκολα από τους σκληρούς της Ενωσης. Ακόμη και η Ολλανδία που λειτουργεί ως δορυφόρος της Γερμανίας, με πρόσφατη την αποκρουστική δήλωση του πρωθυπουργού Ρούτε ότι οι χώρες του Νότου θα έπρεπε να είχαν προβλέψει δημοσιονομικά την κρίση του κορονοϊού, πλέον μετρά πάνω από 1.000 θύματα με ρυθμό αύξησης 170 ανθρώπους ημερησίως. Η πανδημία δεν κάνει διακρίσεις, χτυπά και τις «πειθαρχημένες» οικονομίες, και η Ολλανδία θα προστρέξει για βοήθεια.
Τρίτον, αυτή τη φορά το Βερολίνο δεν έχει τους θεσμούς μαζί του. Η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα έχει ενεργοποιήσει νέο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης, ενώ ο πρόεδρος του Eurogroup Μάριο Σεντένο με επιστολή του προς τους υπουργούς Οικονομικών επισημαίνει τον κίνδυνο να κατακερματισθεί η ευρωζώνη εάν δεν εξετάσουμε όλες τις λύσεις για την αντιμετώπιση του κορονοϊού. Εάν επιμείνει η Γερμανία μπορεί να βρεθεί μόνη, μόνο που πλέον η δύναμη της δεν αρκεί για να υπερκεράσει τις υπόλοιπες χώρες του ευρώ. Η ευρωζώνη για να επιβιώσει απαιτεί κοινή δράση, η επιχείρηση διάσωσης των οικονομιών δεν χωρά εξαιρέσεις. Στο επόμενο Eurogroup θα κριθούν πολλά…
*Ο Πάνος Αμυράς είναι διευθυντής του Ελεύθερου Τύπου
Από την έντυπη έκδοση