Γράφει ο Γιάννης Ευαγγελίδης
Η εξήγηση είναι πολύ πιο απλή. Οι ευνοϊκές εξελίξεις στην ελληνική οικονομία δείχνουν ότι οι πρώτες κινήσεις της κυβέρνησης Μητσοτάκη και το νέο μίγμα οικονομικής πολιτικής που εφαρμόζεται έχουν αρχίσει να αποδίδουν. Αυτό έχει ως συνέπεια να βελτιώνονται τα οικονομικά μεγέθη, να αποκαθίσταται το κλίμα εμπιστοσύνης προς τη χώρα μας από τις αγορές, καθώς και να δημιουργείται πρόσφορο έδαφος για την ενίσχυση των ασθενέστερων οικονομικών στρωμάτων, αλλά και τη στήριξη της μεσαίας τάξης. Και προς την κατεύθυνση αυτή κινούνται, άλλωστε, οι νομοθετικές πρωτοβουλίες της κυβέρνησης για τις φορολογικές ελαφρύνσεις. Επιπλέον, το υπερπλεόνασμα της τάξεως των 350 εκατ. ευρώ περίπου, το οποίο αναμένεται μάλιστα να αυξηθεί έως το τέλος του έτους, δίνει τη δυνατότητα για την ενίσχυση των οικονομικά αδύναμων.
Οι πολίτες βλέπουν ότι μέσα στις 100 πρώτες ημέρες της διακυβέρνησης της χώρας από τη Ν.Δ. του Κυριάκου Μητσοτάκη, τα αποτελέσματα είναι θεαματικά. Μέχρι πριν από μερικούς μήνες ουδείς θα μπορούσε να φανταστεί ότι η Ελλάδα θα μπορούσε ποτέ να δανειστεί με επιτόκια κάτω από το μηδέν, έστω και για τρεις μήνες, πράγμα που πρακτικά σημαίνει ότι πολλοί ξένοι μάς εμπιστεύονται τα κεφάλαιά τους για φύλαξη και δέχονται να πληρώσουν και κάτι για αυτό. Αν συνυπολογίσουμε και την έγκριση από τις ευρωπαϊκές αρχές του προγράμματος «Ηρακλής» για την τιτλοποίηση «κόκκινων» δανείων ύψους 30 εκατ. ευρώ, που δίνει στις τράπεζες την ευκαιρία να αναπνεύσουν και να απελευθερώσουν κεφάλαια που θα διοχετευθούν στην αγορά, μπορούμε με ασφάλεια να εκτιμήσουμε ότι τα πράγματα θα πάνε ακόμα καλύτερα.
Ο στόχος της ανάπτυξης δεν είναι ένα απροσδιόριστο όραμα, αλλά κάτι χειροπιαστό, που μπορεί να επιτευχθεί μόνο μέσα από ρεαλιστικές και αποτελεσματικές λύσεις.
Από την έντυπη έκδοση του Ελεύθερου Τύπου της Κυριακής