Γράφει ο Πάνος Αμυράς*
Πρώτον, το επιτόκιο για το δεκαετές ομόλογο έσπασε καθοδικά και το φράγμα του 1,4% και η διαφορά (spread) με τους αντίστοιχους γερμανικούς τίτλους περιορίσθηκε στις 190 μονάδες (1,9%), που είναι η χαμηλότερη των τελευταίων 10 ετών. Η μείωση του κόστους εξυπηρέτησης του δημοσίου χρέους θα επιφέρει εξοικονόμηση δαπανών για τόκους άνω των 300 εκατομμυρίων ευρώ σε ετήσια βάση.
Δεύτερον, οι μεγάλες επιχειρήσεις βρίσκουν πλέον ανοικτές τις πύλες της χρηματοδότησης στις διεθνείς αγορές. Ο ΟΤΕ εξέδωσε επταετές ομόλογο και οι προσφορές ήταν υπερδιπλάσιες της προσφοράς με αποτέλεσμα το επιτόκιο να διαμορφωθεί στο 1%. Αναμένεται να ακολουθήσουν και άλλες ελληνικές επιχειρήσεις και βέβαια οι τράπεζες.
Τρίτον, η απόφαση του Σπύρου Λάτση να αναλάβει εξολοκλήρου την επένδυση στο Ελληνικό προχωρώντας σε πρώτη φάση στην αύξηση του μετοχικού κεφαλαίου κατά 650 εκατομμύρια στέλνει ένα μήνυμα εμπιστοσύνης για τις προοπτικές της ελληνικής οικονομίας και μετατρέπει το project σε ένα προσωπικό στοίχημα.
Τέταρτον, η αναθέρμανση στην αγορά ακινήτων παίρνει πλέον πιο ισχυρά χαρακτηριστικά. Οι αιτήσεις για ανακαίνιση κατοικιών μέσω του προγράμματος «Εξοικονομώ» σπάνε κάθε ρεκόρ εξαντλώντας τα σχετικά κονδύλια μέσα σε λίγες ώρες ενώ οι τιμές των ακινήτων παρουσιάζουν σημαντική άνοδο λόγω Airbnd αλλά και αυξημένου αγοραστικού ενδιαφέροντος από το εξωτερικό.
Πέμπτον, η ελληνική οικονομία ξαναμπαίνει στο μικροσκόπιο των μεγάλων επενδυτικών ομίλων, όπως φάνηκε από τη μεγάλη συμμετοχή των εκπροσώπων τους στην παρουσίαση που έχει οργανώσει το Χρηματιστήριο Αξιών στο Λονδίνο.
Οι θετικές αυτές εξελίξεις καταγράφονται σε μία περίοδο κατά την οποία οι εκτιμήσεις για ύφεση της παγκόσμιας οικονομίας πληθαίνουν. Οταν όλος ο ανεπτυγμένος κόσμος αναπτυσσόταν με εκρηκτικούς ρυθμούς την περίοδο 2015-2018 εμείς είχαμε κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ.
Τώρα η κυβέρνηση Μητσοτάκη διαμορφώνει ευνοϊκότερο πλαίσιο για επενδύσεις και αύξηση της ζήτησης μέσω των φορολογικών ελαφρύνσεων στα νοικοκυριά. Το ζητούμενο για το οικονομικό επιτελείο είναι πώς τα θετικά μηνύματα από την αγορά ομολόγων θα περάσουν στην τραπεζική αγορά για την ενίσχυση της ρευστότητας και συνολικά πώς το ευνοϊκό επενδυτικό κλίμα θα μεταφραστεί σε ποιοτικές θέσεις εργασίας και νέα εισοδήματα.
Το βέβαιο είναι ότι οι κυβερνήσεις κρίνονται από την πορεία της οικονομίας. Ο Τσίπρας πλήρωσε την πολιτική υπερφορολόγησης και στασιμότητας, ο Μητσοτάκης έχει την ευκαιρία να τρέξει την οικονομία και η ανάπτυξη να ανατροφοδοτεί τις φορολογικές ελαφρύνσεις για επιχειρήσεις και νοικοκυριά. Οσο για την υπόθεση Νοβάρτις, ας βγουν όλα στο φως, χωρίς πάθος, με σοβαρότητα και υπευθυνότητα.
Η αποζημίωση για τη Novartis
Είναι γνωστό ότι η κυβέρνηση Τσίπρα θέλησε να μετατρέψει το διεθνές οικονομικό σκάνδαλο της Νοβάρτις σε μέσο εξόντωσης των πολιτικών της αντιπάλων. Αντί να ασχοληθεί με τα κυκλώματα ιατρών και άλλων στελεχών του χώρου της υγείας που φέρεται ότι δρούσαν υπέρ των συμφερόντων της φαρμακοβιομηχανίας και σε βάρος του Δημοσίου, αναλώθηκε στο πώς θα διαπομπεύσει δύο πρώην πρωθυπουργούς, τον κεντρικό τραπεζίτη και άλλα πολιτικά στελέχη πρώτης γραμμής. Οι αμερικανικές αρχές αξιοποίησαν τα στοιχεία που συνέλεξαν για τις πρακτικές της Ελλάδας από την εταιρία και εισέπραξαν αποζημίωση εκατοντάδων εκατομμυρίων δολαρίων.
Αντιθέτως, στη χώρα μας δεν έχει γίνει το παραμικρό. Η συζήτηση στη Βουλή για τη δικογραφία είναι μία ευκαιρία και για την κυβέρνηση Μητσοτάκη να ανακοινώσει με τον πιο επίσημο τρόπο την έναρξη των διαδικασιών για την αποζημίωση του Ελληνικού Δημοσίου από τη φαρμακοβιομηχανία. Αυτό άλλωστε είναι το ζητούμενο για τους φορολογούμενους. Να μην επαναληφθούν τέτοιου είδους πρακτικές σε βάρος του δΔημοσίου και βέβαια να αποκατασταθούν οι ζημιές που υπέστη το εθνικό σύστημα υγείας.
Από την έντυπη έκδοση
Ο Πάνος Αμυράς είναι ο διευθυντής του Ελεύθερου Τύπου