Η «βοήθεια» του ναζιστικού μορφώματος είναι πια ηλίου φαεινότερο ότι αποτελεί «πολιτική αντιπαροχή», προκειμένου η ηγεσία της Χ.Α. «να πέσει στα μαλακά» στην εν εξελίξει ευρισκόμενη δίκη της «εγκληματικής οργάνωσης», ελέω του νέου Ποινικού Κώδικα, που ψήφισε νύκτωρ ο ΣΥΡΙΖΑ.
Γράφει ο Μπάμπης Παπαπαναγιώτου
Η ΙΔΙΑ η κ. Θάνου επέλεξε να «πολιτευτεί» αναλαμβάνοντας ρόλους και καθήκοντα τα οποία ήταν αμιγώς πολιτικά. Πέραν της βαθιάς «μόχλευσης» της επετηρίδας, που έκανε η προηγούμενη κυβέρνηση, προκειμένου να τη «βρει» και να την κάνει πρόεδρο του Αρείου Πάγου και στη συνέχεια υπηρεσιακή πρωθυπουργό, υπάρχουν και οι μετέπειτα δραστηριότητές της, οι οποίες είναι ακόμα πιο πολιτικές. Η τοποθέτησή της ως επικεφαλής του Νομικού Γραφείου του Α. Τσίπρα μόνο τυχαία και αξιοκρατική δεν είναι. Παρότι η κ. Θάνου ήταν άμισθη και δεν αμφισβητείται η νομική επάρκειά της. Ο εκάστοτε επικεφαλής του Νομικού Γραφείου του εκάστοτε πρωθυπουργού είναι προσωπική πολιτική επιλογή του πρωθυπουργού. Η φύση των υποθέσεων με τις οποίες ασχολείται το Νομικό Γραφείο του εκάστοτε πρωθυπουργού και οι χειρισμοί που γίνονται επιβεβαιώνουν από μόνες τους τον πολιτικό χαρακτήρα, του επικεφαλής του. Πόσω μάλλον σε μια κυβέρνηση η οποία σχεδόν διακηρυγμένα προσπάθησε να ελέγξει τη Δικαιοσύνη, καταλύοντας την ανεξαρτησία της. Η έρευνα για το «παραδικαστικό» θα αποδείξει αν υπάρχουν ή όχι και άλλα στοιχεία πολιτικής εμπλοκής της κ. Θάνου.
ΟΜΩΣ τα γεγονότα μιλούν από μόνα τους. Η ιδιότητα του συμβούλου του πρωθυπουργού είναι πιστοποιητικό πολιτικής ταυτότητας. Κι όταν ο σύμβουλος διορίζεται επικεφαλής Ανεξάρτητης Αρχής το κουβαλάει μαζί του. Δεν το αφήνει φεύγοντας στο Μ. Μαξίμου. Τον/τη συνοδεύει ες αεί και σε κάθε επόμενο βήμα. Υπ’ αυτή την έννοια είναι εντελώς ακατανόητο και έωλο το βασικό επιχείρημα του ΣΥΡΙΖΑ, για την προωθούμενη ρύθμιση, η οποία οδηγεί στην έκπτωση της κ. Θάνου από την Επιτροπή Ανταγωνισμού: «Πλήττεται η ανεξαρτησία της Αρχής». Πώς είναι δυνατόν να πληγεί η ανεξαρτησία μιας Αρχής όταν έχει τοποθετηθεί σε αυτή ένα μη ανεξάρτητο πρόσωπο;
ΣΕ ΑΥΤΟ το θεμελιώδες ερώτημα που γεννά η απλή λογική δεν έχει δοθεί απάντηση κι απ’ ό,τι φαίνεται και δεν θα δοθεί από τον ΣΥΡΙΖΑ. Αντιθέτως «πατώντας» πάνω σε μια αυθαίρετη, αλλά και ανυπόστατη παραδοχή -«η κ. Θάνου είναι ανεξάρτητη επειδή είναι δική μας»-ασκεί κριτική περί κατάλυσης της ανεξαρτησίας των Αρχών. Ο μέγας Πιραντέλο είχε πει σε ανύποπτη στιγμή το περίφημο: «Ετσι είναι, αν έτσι νομίζετε». Μια φράση η οποία περιγράφει με τη μεγαλύτερη ακρίβεια τη «λογική του παραλόγου», την οποία υιοθετούν κάποιοι όταν θέλουν να επιβάλλουν τον παραλογισμό τους. Υποθέτω, όμως, ότι δεν φαντάστηκε ποτέ πόσο τέλεια εφαρμογή θα έβρισκε η σκωπτική ρήση του, μετά από πάρα πολλές δεκαετίες, από τον ΣΥΡΙΖΑ.
2014 και 2024, ομοιότητες και διαφορές
ΤΟ ΚΑΚΟ για τον ΣΥΡΙΖΑ είναι πως πια έχουν γίνει εντελώς διαφανείς οι προθέσεις του. Δεν κόπτεται για την ανεξαρτησία των Αρχών, αλλά για τον έλεγχό τους. Κι όταν τον χάνει, αντιδρά, όχι γιατί παραβιάζεται η ανεξαρτησία τους, αλλά γιατί χάνει τον έλεγχό τους, που απέκτησε με αδιαφανείς και ανίερες συμμαχίες.
«Αντιπολίτευσης» της «μοδίστρας» και του «γκαντέμη»…
ΕΙΝΑΙ προφανές ότι ο Α. Τσίπρας και ο ΣΥΡΙΖΑ δεν έχουν συνέλθει ακόμα από τις δυο ηχηρές ήττες που υπέστησαν μέσα σε 40 μέρες. Κι ούτε έχουν καταλάβει ακόμα γιατί έπαθαν ό,τι έπαθαν. Κι έτσι μεν ο Α. Τσίπρας είναι απλώς εξαφανισμένος, ο δε ΣΥΡΙΖΑ εξαντλεί την αντιπολίτευσή του παίρνοντας γραμμή από περιθωριακά και «ρηχά» ΜΜΕ.
Την ώρα που η κυβέρνηση μέσα σε ένα μήνα έχει αρχίσει να φέρνει τα πάνω-κάτω και να παράγει θετικό έργο, είτε ανακουφίζοντας φορολογικά την συντριπτική πλειονότητα της ελληνικής κοινωνίας είτε αποδεικνύοντας είτε ότι το ίδιο -ακόμα- κράτος, στα χέρια όχι αδαών και ράθυμων, αλλά στα χέρια ανθρώπων που γνωρίζουν και θέλουν, μπορεί να είναι πολύ πιο αποτελεσματικό, ο ΣΥΡΙΖΑ επιμένει «φτηνά». Με το αν π.χ. ο Κ. Μητσοτάκης είναι «γκαντέμης» ή αν η Μαρέβα Μητσοτάκη είναι η «εθνική μοδίστρα». Θα μπορούσε να είναι απλώς διασκεδαστική αυτή η αντιπολίτευση -η οποία διευκολύνει τα μάλλα και την κυβέρνηση – αν δεν ήταν εντελώς ανεύθυνη και κατ’ εξακολούθηση τοξική. Αλλος είναι ο ρόλος της αξιωματικής αντιπολίτευσης. Η σοβαρή και γόνιμη κριτική που βελτιώνει το έργο της κυβέρνησης ή η αποτροπή λανθασμένων επιλογών. Αυτό όμως έχει μια απαράβατη προϋπόθεση: Οποιος την ασκεί πρέπει να μπορεί να απαλλαγεί από το σύνδρομο της «πολιτικής κατινιάς» και της «κουτσομπόλας της γειτονιάς».
Το επιτελικό κράτος
Το σχέδιο της κυβέρνησης για τη δημιουργία του επιτελικού κράτους είναι και πολύ επεξεργασμένο και πολύ σαφές. Ωστόσο υπάρχουν δύο αναγνώσεις-προσεγγίσεις για τη φιλοσοφία του. Η μια που υποστηρίζει ότι δημιουργείται ένα συγκεντρωτικό κράτος, το οποίο αναφέρεται και ελέγχεται από τον πρωθυπουργό κι επομένως μπορεί να διολισθήσει στο «στένεμα» της δημοκρατίας και τον αυταρχισμό. Και η άλλη, που υποστηρίζει ότι στόχος είναι ένα «άλλο κράτος», σύγχρονο, λειτουργικό, αποτελεσματικό, ωφέλιμο για τον πολίτη και όχι δυνάστη και «αντίπαλό» του.
Είναι προφανές ότι η κάθε κριτική έχει υποκειμενικές και ιδεολογικές αφετηρίες. Ο ΣΥΡΙΖΑ, π.χ., υποστηρίζοντας ό,τι υποστηρίζει, είναι φανερό ότι φαντάζεται τον εαυτό του με ένα τέτοιο κράτος. Αν είχε την ικανότητα να το σκεφτεί και να το δημιουργήσει στα 4,5 χρόνια που κυβερνούσε, θα ήταν η «χαρά του ΣΥΡΙΖΑ».
Αδυνατεί να αντιληφθεί ότι ένα τέτοιο κράτος μπορεί να λειτουργήσει με αξιοκρατία και αξιολόγηση και να μην είναι ένα «υπερ-εργαλείο» στα χέρια μιας κυβέρνησης. Η Ν.Δ., από την πλευρά της, είναι υποχρεωμένη να αποδείξει ότι όντως χτίζει ένα μοντέρνο και αποτελεσματικό κράτος, που επιτέλους θα υπηρετεί τον πολίτη, ο οποίος το χρυσοπληρώνει.
«Τι γυρεύεις ο Υδραίος στη Λάρισα;»
Μια μεγάλη εφημερίδα παγκόσμιου βεληνεκούς, οι New York Times, φιλοξένησε ένα άρθρο «Ελληνα δημοσιογράφου», το οποίο περιγράφει ουσιαστικά τη «λαίλαπα Κ. Μητσοτάκης» που έχει ενσκήψει στην Ελλάδα και ξαναδημιουργεί το σκληρό κράτος της Δεξιάς. O «δημοσιογράφος» είναι ο Ματθαίος Τσιμιτάκης. Ο οποίος στις 1/2/2016 διορίστηκε ειδικός συνεργάτης στο Γραφείο Τύπου της Γενικής Γραμματείας του Α. Τσίπρα. Ο συγγραφέας του άρθρου ήταν υπεύθυνος για την Επικοινωνία του πρωθυπουργού στο «μαγικό κόσμο» των social media. Οσοι γνωρίζουν πρόσωπα και πράγματα, αναγνωρίζουν το προσωπικό στίγμα του κ. Τσιμιτάκη στην άθλια συμπεριφορά του στρατού των τρολ του ΣΥΡΙΖΑ, που συκοφάντησαν, στοχοποίησαν και αποθέωσαν τα fake news.
Είναι ένα ενδιαφέρον ερώτημα, λοιπόν, πώς ακριβώς βρέθηκε ο «δημοσιογράφος» να αρθρογραφεί στους ΝΥΤ, χωρίς μάλιστα να αναφέρονται οι πραγματικές ιδιότητές του…
Απορίες
1. Δηλαδή ο κ. Σπίρτζης, που ήταν ΠΑΣΟΚ κι έγινε ΣΥΡΙΖΑ, δεν θέλει ο ΣΥΡΙΖΑ να γίνει ΠΑΣΟΚ; Τι δεν κολλάει;
2. Υπάρχει κάποιος από τους πρώην στενούς συνεργάτες του Ν. Παππά που να μην αντιμετωπίζει «θέματα»;