Γράφει ο Λυκούργος Χατζάκος
Ευλόγως, προκαλούν την αντίδραση των Αθηνών. Κατά πόσον αυτή είναι η προσήκουσα και αποτελεσματική, μέλλει να δειχθεί. Διότι, δεν είναι βέβαιον ότι δηλώσεις περί «ξίφους» εξυπηρετούν την εικόνα ήπιου και εχέφρονος συνομιλητού, την οποία θέλει η ελληνική πλευρά να παρουσιάσει, μιας και δεν προσέρχεσαι σε διάλογο και διαπραγμάτευση με ξίφος…Άλλωστε, καλόν είναι να μην βγαίνει το ξίφος από την θήκη του, αν δεν πρόκειται να χρησιμοποιηθεί. Διαφορετικά, ολισθαίνει κανείς στο επίπεδο του ψευτοτσαμπουκά και τσάμπα μάγκα.
Οι πολιτικές ηγεσίες οφείλουν, πάντοτε, να λαμβάνουν υπ’ όψιν ότι όταν ομιλούν το ακροατήριό τους δεν περιορίζεται στα αυτιά των ψηφοφόρων στο εσωτερικό της χώρας.
Δίχως αίσθημα ηττοπάθειας πρέπει να αποδεχθούμε και να αξιολογήσουμε τα πραγματικά δεδομένα. Πέραν πάσης αμφιβολίας, η χώρα μας βρίσκεται σε δυσχερή θέση. Προσπαθεί να βρει νέες ισορροπίες μετά από μία 10ετή περίοδο εφαρμογής μνημονίων, με την οικονομία της σε κακή κατάσταση και -ελπίδα όλων- σε φάση ανασυντάξεως.
Επιπροσθέτως, εκλείπουν σημαντικά πλεονεκτήματα προηγουμένων περιόδων, με κυριότερο, εκείνο, το οποίο προκύπτει από την μεταβολή της ενεργειακής στρατηγικής των ΗΠΑ.
Κατά την περίοδο της Προεδρίας Clinton και Obama, η Δύση είχε ως στρατηγική επιλογή τον τερματισμό της αποκλειστικής εξάρτησης της Ευρώπης από την Ρωσία. Η σημερινή ηγεσία της Ουάσιγκτων έχει εγκαταλείψει αυτή την στρατηγική, αδιαφορώντας για το μέγεθος της επιρροής του Κρεμλίνου στον Ευρωπαϊκό χώρο, ουσιαστικά εγκαταλείποντας το πεδίο στις διαθέσεις της Ρωσικής ηγεσίας. Ακόμη και αυτή η φαινομενικά σκληρή ρήξη με το καθεστώς Erdogan συναφώς με την αγορά και εγκατάσταση του πυραυλικού συστήματος S-400 και οι απειλές του Τούρκου ηγεμόνα περί ενάρξεως εκκαθαριστικών επιχειρήσεων στις, επί Συριακού εδάφους, Κουρδικές περιοχές ανατολικά του Ευφράτη, δεν τυγχάνουν των απαντήσεων τις οποίες θα ανέμενε κανείς από την πλευρά των Αμερικανών.
Ιδιαιτέρως το θέμα των S 400 συνιστά ήττα των ΗΠΑ καθώς είναι εμφανές ότι οι κεφαλές του πυραυλικού, αυτού, συστήματος στρέφονται πρωτίστως κατά των Αμερικανοτουρκικών σχέσεων και των εν γένει σχέσεων της Τουρκίας με τον Δυτικό κόσμο, εφ’ όσον τόσο οι Ηνωμένες Πολιτείες και εν γένει η Δύση παρακολουθεί αμήχανα και παθητικά την διολίσθηση της Τουρκίας ενώ αυτή απομακρύνεται από την επιρροή της δημοκρατικής Εσπερίας.
Κατά τον τρόπο αυτόν, αφήνεται ο επίδοξος, «νέο-Οθωμανός σουλτάνος» να επιχειρεί την υλοποίηση των όποιων οραμάτων του για την ευρύτερη περιοχή της Μ. Ανατολής και ΝΑ Μεσογείου δίχως περισπασμούς και ανενόχλητος να συμπράττει με την Μόσχα και την Τεχεράνη, προκειμένου να εξυπηρετήσει τους υπερφιλόδοξους εθνικούς σχεδιασμούς του οι οποίοι έχουν ως αφετηρία την προσωπική του ματαιοδοξία, εμπλεκόμενος σε παίγνια άκρως επικίνδυνα καθώς εν δυνάμει μπορεί να προκαλέσουν γενικευμένη αναζωπύρωση συγκρούσεων στην περιοχή ή και να προκληθούν νέες συγκρούσεις, με απροσδιόριστη και απρόβλεπτη την δυναμική αλληλουχία κατά την εξέλιξή τους.
Η Ουάσιγκτων αυτό-περιορίζεται εντός των γεωγραφικών ορίων των ΗΠΑ, παραβλέποντας ότι η Αμερική έγινε «μεγάλη», ακριβώς ως η νικήτρια έναντι του ολοκληρωτισμού σε δύο πολέμους -τον Μεγάλο πόλεμο και τον Ψυχρό, μετέπειτα. Ο Αμερικανός Πρόεδρος κ. Ντόναλτ Τραμπ τοποθετείται, σαφώς, υπέρ επιλογών οι οποίες συμβάλουν στην δημιουργία συνθηκών διαλύσεως της ΕΕ, δίνοντας την ευκαιρία στο Κρεμλίνο να βρει έναν ανέλπιστο σύμμαχο στην πολυετή και πολυδάπανη προσπάθειά του να διαβρώσει τους ευρωπαϊκούς θεσμούς και αν όχι να διαλύσει, να καταστήσει οριστικά την ΕΕ ένα άβουλο και κενό σχήμα, το οποίο ποτέ δεν θα αποκτήσει πολιτική συνοχή και συνεπώς δεν θα μετασχηματισθεί σε στρατηγικό παίκτη στην Ευρασιατική περιοχή. Και βέβαια, ο κ. Τραμπ ποτέ δεν τήρησε καν τα προσχήματα. Είναι, ακόμη, νωπή η αλγεινή εντύπωση την οποία δημιούργησε η δημόσια τοποθέτηση Αμερικανού Προέδρου όταν δήλωνε με τον κ. Πούτιν δίπλα του στην συνάντηση των G20 ότι εμπιστεύεται περισσότερο τον «φίλο Ρώσο ηγέτη» από τις υπηρεσίες της χώρας του ή οι δηλώσεις του για το Brexit.
2014 και 2024, ομοιότητες και διαφορές
Συνεκτιμωμένων των δεδομένων: α) ότι η ισορροπία στους εξοπλισμούς έχει μεταβληθεί δυσμενώς εις βάρος της χώρας μας -η αναλογία 7:10 έχει από καιρό παύσει να υφίσταται-· β) ότι Άγκυρα δεν πρόκειται να εγκαταλείψει αμαχητί την προσπάθεια διεκδικήσεως μερίσματος στην εκμετάλλευση των ενεργειακών πόρων του Αιγαίου και της Κυπριακής ΑΟΖ· γ) ότι η Τουρκία διαθέτει τον τέταρτο σε μέγεθος στρατό παγκοσμίως και τον δεύτερο του ΝΑΤΟ δ) ότι η οικονομία της είναι μεν μεταξύ των πέντε πλέον ευπαθών του πλανήτη, αλλά, δεν παύει να ανήκει στους G20 και ε) ότι διαθέτει πλέον, εκτός από το σύγχρονο οπλοστάσιο και τεχνογνωσία κατασκευής πολεμικού εξοπλισμού (αρμάτων μάχης, πολεμικών πλοίων και drones), καθίσταται αντιληπτό ότι η κατάσταση στην περιοχή μας είναι επικίνδυνη και απαιτεί εξαιρετικά λεπτούς χειρισμούς και προσεκτική διαχείριση.
Η χώρα μας βρίσκεται σε κρίσιμη καμπή της σύγχρονης ιστορίας της και δίχως ισχυρό πλέγμα συμμαχιών. Η αντίληψη πως οι «ξένοι» θα σπεύσουν να εμπλακούν σε ευθεία αντιπαράθεση με τις τουρκικές ή άλλες δυνάμεις στο Αιγαίο προκειμένου να προστατεύσουν τα συμφέροντα των εταιρειών, οι οποίες δραστηριοποιούνται στην έρευνα-εκμετάλλευση των κοιτασμάτων υδρογονανθράκων, είναι επιεικώς αφελής. Άλλωστε υπάρχει απτή απόδειξη της συμπεριφοράς των εταιρειών. Η Ιταλική ΕΝΥ απεχώρησε άμα τη εμφανίσει τουρκικών πολεμικών σκαφών τα οποία συνόδευαν το ερευνητικό σκάφος τους, οι Αμερικανοί ρητά δήλωσαν ότι ενδιαφέρονται μόνον για την ασφάλεια των δικών τους συμφερόντων και για τα υπόλοιπα «βρείτε τα», ενώ, από πλευράς ΕΕ η αποχώρηση του Ηνωμένου Βασιλείου τραυματίζει σοβαρά την Ευρωπαϊκή αμυντική μηχανή και μόνη, η Γαλλία προβαίνει σε δηλώσεις έναντι των τουρκικών επιχειρήσεων, δηλώσεις όμως, που αφήνουν αδιάφορη την ηγεσία της Τουρκίας μιας και αντιλαμβάνεται ότι μόνη η Γαλλία δεν μπορεί να προχωρήσει σε κλιμάκωση της έντασης με λυσιτελείς πράξεις αποτροπής των τουρκικών δραστηριοτήτων ή και επιχειρήσεων.
Συνελόντι ειπείν, με τις ΗΠΑ να τηρούν, σήμερα, ουδέτερη στάση και με την Αμερικανική Προεδρία να διαλύει διεθνείς θεσμούς τους οποίους η Δύση με πολύ κόπο δημιούργησε μετά τον Β΄ Π.Π -ουσιαστικά ο σημερινός ένοικος του Λευκού Οίκου «σπονσονάρει» τους σχεδιασμούς της Μόσχας και δι’ αυτών, εμμέσως της Αγκύρας, για την περιοχή. Ίσως γιατί έχει τεθεί ως προτεραιότητα η οικονομική και τεχνολογική αντιπαράθεση με την Κίνα- και την Ευρωπαϊκή Ένωση να παρατηρεί αμήχανη, δίχως θεσμικά εργαλεία συγκροτήσεως συνεκτικής εξωτερικής πολιτικής και δράσεων εφαρμογής της, η εικόνα η οποία διαμορφώνεται δεν φαίνεται να ευνοεί τις Ελληνικές θέσεις και σχεδιασμούς.
Συνεπώς, εμμονές εμπεδωμένες στο παρελθόν, υψηλές κορώνες εθνολαγνείας και πολεμικοί παιάνες θα πρέπει να αποφεύγονται. Η χώρα δεν αντέχει να εμπλακεί σε μία περιπέτεια η οποία θα κοστίσει σημαντικά στην οικονομία της και ενδεχομένως το κόστος να αποβεί κατά πολύ μεγαλύτερο. Μην λησμονούμε ότι οι Ελληνικές ένοπλες δυνάμεις κατίσχυσαν των τουρκικών όταν υπήρχε πλέγμα ισχυρών συμμαχιών τόσο στην … Εσπερία όσο και στην περιοχή της Βαλκανικής και στην ευρύτερη έκταση της ΝΑ Μεσογείου, πράγμα το οποίο στις μέρες μας δεν υφίσταται.
Εξ όλου συνειρμού και δεδομένων, αποκαλύπτεται η εγκληματική επιλογή εγκαταλείψεως της γραμμής του Ελσίνκι από τις μετά το 2004, διάδοχες κυβερνήσεις και επίσης, προβάλλει ως προφανής η απάντηση στο ερώτημα «γιατί οι κυβερνήσεις Κωνσταντίνου Καραμανλή και Ανδρέα Παπανδρέου δεν προέβησαν σε αξιοποίηση των κοιτασμάτων υδρογονανθράκων κατά τις περιόδους διακυβερνήσεώς τους;». Προφανώς, γιατί οι ηγέτες αυτοί αντιλαμβάνονταν ότι μία τέτοια επιλογή θα άνοιγε τον ασκό του Αιόλου στις Ελληνοτουρκικές σχέσεις, οι οποίες ταλανίζονται από σοβαρά ζητήματα, πράγμα το οποίο η Ελλάς δεν είναι έτοιμη να αντιμετωπίσει και είχαν την σωφροσύνη να ανθίστανται στις άναρθρες κραυγές εκείνων, οι οποίοι θεωρούσαν ότι έπρεπε να προχωρήσουμε στην εξόρυξή τους με ανοικτά θέματα με την γείτονα.
Ενδεχομένως, την στιγμή αυτή, μία επιλογή θα ήταν η επιβολή moratorium σε κάθε συναφή δραστηριότητα στο Αιγαίο και στην Κυπριακή ΑΟΖ. Ατυχώς, όμως, στην διάρκεια της ιστορίας δύσκολα θα συναντήσει κάποιος αισιόδοξα παραδείγματα συνεργασίας και πειθαρχίας σε κοινή γραμμή μεταξύ Αθηνών και Λευκωσίας. …