Γράφει ο Γιάννης Ευαγγελίδης
Προφανώς, δεν ξέρουμε τι ακριβώς έχει συμβεί και, κατά συνέπεια, δεν είμαστε σε θέση να γνωρίζουμε αν οι διπλωμάτες απελάθηκαν ορθώς ή όχι. Αυτό που είναι σίγουρο όμως είναι πως έχει δημιουργηθεί ένα νέο πεδίο έντασης για την ελληνική διπλωματία. Μάλιστα, η βαριά ατμόσφαιρα που έχει διαμορφωθεί το τελευταίο διάστημα μεταξύ των κυβερνήσεων Αθήνας και Μόσχας παραπέμπει σε κλίμα ψυχροπολεμικού τύπου.
Ωστόσο, κάποτε δεν ήταν καθόλου έτσι τα πράγματα. Στο πρώτο εξάμηνο του 2016, δηλαδή στις αρχές της διακυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ, την εποχή που ο κ. Τσίπρας απειλούσε τους Ευρωπαίους χρησιμοποιούσε ως μοχλό εκβιασμού και τη Μόσχα – εν γνώσει ή εν αγνοία της. Ηταν τότε που, παράλληλα με την επιπόλαιη διαπραγμάτευση Βαρουφάκη, ο πρωθυπουργός διεμήνυε από τη ρωσική πρωτεύουσα σε όλη την Ευρώπη ότι υπάρχουν και αλλού ασφαλή λιμάνια, τα οποία μπορούσε να αναζητήσει η Ελλάδα. Ηταν η περίοδος που ο ΣΥΡΙΖΑ έκανε άνοιγμα προς τη Ρωσία, ελπίζοντας σε οικονομική συμφωνία από την οποία θα ελάμβανε, μάλιστα, και προκαταβολή ύψους 5 δισ. ευρώ.
Σύγχυση ταυτοτήτων, απώλεια ισορροπίας
Το ακόμα πιο τραγελαφικό ήταν, όπως έγινε γνωστό μέσω του βιβλίου του Γάλλου πρώην προέδρου Ολάντ, ότι ο Αλ. Τσίπρας είχε ζητήσει από τον Πούτιν να του διαθέσει εκτυπωτικό μηχάνημα προκειμένου να τυπώσει δραχμές σε χαρτονομίσματα, σε περίπτωση κατά την οποία η χώρα μας έβγαινε από το ευρώ.
Από τότε μέχρι σήμερα πολλά έχουν αλλάξει. Δεν έχουμε μάθει όμως ακόμα τι μεσολάβησε ώστε να φθάσουμε στη σημερινή επιδείνωση των διμερών σχέσεων. Γιατί μπορεί η χώρα μας να είναι σταθερά προσανατολισμένη προς την Ευρώπη και τη Δύση, αλλά έχει παραδοσιακά καλές σχέσεις με τη Ρωσία, οι οποίες δεν θα πρέπει να χαλάσουν από τις παλινωδίες της κυβέρνησης Τσίπρα και στην εξωτερική πολιτική.
Από την έντυπη έκδοση του Ελεύθερου Τύπου της Κυριακής
[dynamic-sidebar id=”post-area-diabaste”]