Γράφει ο Γιῶργος Μιχαηλίδης
Ο Έλληνας στενάζει υπό το βάρος των φόρων και των εισφορών και ξοδεύει τις πρώτες 198 ημέρες του έτους για να μπορεί να αντεπεξέρχεται στις υποχρεώσεις του. Τις υπόλοιπες ημέρες καλείται να ξοδέψει για μετακινήσεις, προς το ζην, στέγαση, δάνεια, ένδυση και πολλά άλλα και εάν τελικά τα καταφέρει, τότε ίσως βάλει στην άκρη και μερικά ευρώ για να πάει διακοπές.
Στην Ελλάδα του 2018, όμως, με τον τουρισμό να σπάει το ένα ρεκόρ μετά το άλλο, οι διακοπές αποτελούν πολυτέλεια για τον Έλληνα, αφού τα κόστη που καλείται να αντιμετωπίσει είναι πολύ υψηλά. Κοσμοπολίτικοι καλοκαιρινοί προορισμοί όπως οι Κυκλάδες, η Σαντορίνη και άλλα όμορφα ελληνικά μέρη έχουν τις τιμές στα ύψη αφού στοχεύουν σε τουρίστες που μένουν αρκετές ημέρες (ο Έλληνας μένει έως 5) και ξοδεύει και πολλά.
Ινάσιο Λούλα, ο «πρεσβευτής» του Καλού
Έτσι, μία ελληνική οικογένεια προτιμά λιγότερο δημοφιλείς προορισμούς στην ηπειρωτική χώρα παρά τα ελληνικά νησιά. Ωστόσο και εκεί η κατάσταση δεν είναι καλύτερη, αφού έρχεται αντιμέτωπος με τα υψηλά έξοδα μετακίνησης (βενζίνη και διόδια) και τις αυξημένες λόγω εποχής τιμές για διατροφή.
Η λύση που βρίσκουν πολλοί νεώτεροι Έλληνες είναι η καλοκαιρινή εργασία ως γκαρσόνια, barmen, barwomen και promotion, αφού από την μία τους βγάζει από τον βάλτο της ανεργίας και από την άλλη τους δίνει την δυνατότητα να βρίσκονται σε κάποιο νησί. Ωστόσο οι συνθήκες είναι κατά κανόνα κακές. Πολλές οι ώρες εργασίας, ελάχιστος χρόνος για μπάνιο και ξεκούραση και χρήματα που θα μείνουν για τους πρώτους μήνες της ανεργίας από Σεπτέμβριο…
Μπορεί η κυβέρνηση να ευαγγελίζεται πως η χώρα ανακτά την ανεξαρτησία της μετά τον Αύγουστο, αλλά οι Έλληνες παραμένουν σκλάβοι της ανέχειας και όσο ο λαός μίας χώρας δεν μπορεί να απολαύσει τα κάλλη της, μόνο ελεύθερος δεν είναι…
Ο Γιῶργος Μιχαηλίδης είναι διευθυντής του EleftherosTypos.gr
Ακολούθησέ τον στο Facebook
[dynamic-sidebar id=”post-area-diabaste”]