Γράφει η Δέσποινα Κονταράκη*
Πρόκειται για μια αλλαγή -αν τελικά κατατεθεί έτσι από το υπουργείο Εργασίας- η οποία προβλέπει ότι για τη συζήτηση και λήψη απόφασης για την κήρυξη απεργίας στα πρωτοβάθμια σωματεία απαιτείται η παρουσία τουλάχιστον του 1/2 των οικονομικά τακτοποιημένων μελών. Υπενθυμίζεται ότι αυτό που ισχύει σήμερα είναι ότι στην τρίτη γενική συνέλευση ενός σωματείου, μια απεργία κηρύσσεται ακόμα και από το 1/5 των μελών.
Είναι άραγε τόσο ασφυκτική αυτή η ρύθμιση, ώστε να απειλούν με πόλεμο οι συνδικαλιστές και να τρομάζει η κυβέρνηση; Σύμφωνα με τους πρώτους, πρόκειται για μια κατάκτηση που χρονολογείται από το 1982 και που καμία κυβέρνηση δεν σκέφτηκε -ή δεν τόλμησε- να αγγίξει. Οι δανειστές το ζητούν εμφατικά από το 2010 -κατά παραδοχή Αχτσιόγλου- και τώρα, επί κυβερνήσεως ΣΥΡΙΖΑ, το αίτημά τους γίνεται δεκτό. Σε συμβολικό επίπεδο, μια κυβέρνηση Αριστεράς να βάζει εμπόδια στην πραγματοποίηση απεργιών είναι πράγματι άξιο λόγου. Επί της ουσίας, όμως, θα μπορούσαν να ειπωθούν πολλά.
Κυρίως ότι οι απεργιακές κινητοποιήσεις στην Ελλάδα, που πλήττεται από την ανεργία και τις καταπατήσεις εργατικών δικαιωμάτων, έτσι όπως χρησιμοποιήθηκαν από διάφορους συνδικαλιστικούς και επαγγελματικούς φορείς, δημιούργησαν τελικά περισσότερα προβλήματα από όσα υποτίθεται ότι θα έλυναν. Αν και πρόκειται για το έσχατο μέσο αντίδρασης των εργαζομένων, όταν θεωρητικά έχουν αποτύχει όλα τα προηγούμενα -όπως διάλογος ή εξεύρεση εναλλακτικών θεραπειών-, τις περισσότερες φορές χρησιμοποιείται ως πρώτο με αποτέλεσμα να καίγεται και να καίει. Στη σύγχρονη ιστορία του συνδικαλιστικού κινήματος έχουμε δει και έχουμε ζήσει όλες τις μορφές των αγωνιστικών κινητοποιήσεων. Από κατέβασμα των διακοπτών με το «έτσι θέλω» μέχρι κλείσιμο εθνικών οδών για ολόκληρες εβδομάδες και βέβαια απανωτά μπλακάουτ στις δημόσιες μεταφορές. Εχουμε δει βέβαια και ηρωικές, μακροχρόνιες απεργίες από εργάτες που αμίλητοι αλλά αποφασισμένοι δεν έφευγαν από την πόρτα του εργοστασίου, ζητώντας το αυτονόητο: Ενα μεροκάματο.
Μια μέση πάντως και καθόλου συντηρητική εκτίμηση είναι ότι στην Ελλάδα παράγουμε περισσότερες απεργίες από όσες μπορούμε να αντέξουμε. Το 2013, για παράδειγμα, με την προτροπή και τις ευλογίες του τότε ΣΥΡΙΖΑ, είχαμε 443 απεργίες, οι οποίες εκτυλίσσονταν συχνά μαζί με καταλήψεις δημοσίων κτιρίων. Με τις περισσότερες από αυτές να λαμβάνουν χώρα στην Αθήνα, είχαμε το μοναδικό φαινόμενο να έχουμε μια πρωτεύουσα σε μόνιμη ημι-παράλυση. Οσο για τις πορείες και τις συγκεντρώσεις, αυτές βρίσκονται στην ημερήσια διάταξη, ανεξαρτήτως κυβέρνησης και αντιπολίτευσης. Από το 2011 έως και το 2016 πραγματοποιήθηκαν συνολικά 32.867 διαδηλώσεις και συγκεντρώσεις πολιτών σε όλη τη χώρα, για τις οποίες διατίθενται από την Ελληνική Αστυνομία περισσότεροι από 100.000 αστυνομικοί ετησίως. Χρήση ή κατάχρηση; Δυστυχώς, σε αυτό δεν μπορεί να απαντήσει το γράμμα του νόμου παρά μόνο το πνεύμα του.
Η Δέσποινα Κονταράκη είναι αρχισυντάκτρια του Ελεύθερου Τύπου
Από την έντυπη έκδοση του Ελεύθερου Τύπου