Γράφει η Δέσποινα Κονταράκη*
Η Δώρα, η Γαρυφαλλιά και αύριο;
Πρόκειται για την πιο απλή, ασφαλή και λανθασμένη πολιτική που θα μπορούσαν να ακολουθήσουν. Πρόκειται για την πεπατημένη πολλών κυβερνήσεων οι οποίες αδυνατούσαν ή δεν ήθελαν να πατάξουν τους φοροφυγάδες. Αλλά ειδικά για την κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ, την πρώτη φορά Αριστερά που ήρθε με φόρα κραδαίνοντας το ηθικό της πλεονέκτημα και «απειλώντας» πως θα βάλει φόρο στους εφοπλιστές, πως θα πιάσει το λαθρεμπόριο των καυσίμων και πως θα ξετινάξει τις λίστες Λαγκάρντ και Μπόγιαρνς, η αποτυχία αυτή έχει άλλη βαρύτητα. Είναι αποτυχία με ταξικό πρόσημο, όπως θα έλεγαν και οι σύντροφοι.
Ο Προϋπολογισμός του ‘18, όπως και του ‘17, προβλέπει δυσβάσταχτα φορολογικά βάρη για τη μεσαία τάξη και τους ελεύθερους επαγγελματίες. Μια συνειδητή επιλογή, όπως υποστηρίζουν τα κυβερνητικά στελέχη, για να στηρίξουν τα αδύναμα στρώματα της κοινωνίας. Το θέμα βέβαια είναι ότι, όπως συνεχίζουν να απομυζούν τα μεσαία εισοδήματα, σε λίγο θα χρειαστεί και η μεσαία τάξη οικονομική βοήθεια. Με αυτό το φαύλο κύκλο της υπερφορολόγησης σε συνθήκες ύφεσης, μεγαλώνει η πίτα της φτώχειας, δηλαδή το χαρτοφυλάκιο της κυρίας Φωτίου.
Το αστείο είναι ότι το γνωρίζουν πολύ καλά και ο κ. Τσακαλώτος και ο κ. Χουλιαράκης. Το παραδέχθηκε άλλωστε ανοιχτά ο υπουργός, πως στην ουσία δεν διαφωνεί με την κριτική της αντιπολίτευσης. «Δεν είναι η βέλτιστη λύση η υπερφορολόγηση και μετά μοίρασμα, συμφωνώ», είπε αλλά μετά πρόσθεσε πως φταίει το ΔΝΤ που υποτιμά την απόδοση των μέτρων. Σίγουρα κάποιοι υποτιμούν κάτι σε όλη αυτή την ιστορία, και μάλλον αυτό που υποτιμούν είναι η νοημοσύνη μας…
*Η Δέσποινα Κονταράκη είναι αρχισυντάκτρια του Ελεύθερου Τύπου
Από την έντυπη έκδοση του Ελεύθερου Τύπου