Γράφει ο Γιάννης Παπαδάτος
Είναι στην πραγματικότητα ο πρώτος πρόεδρος των ΗΠΑ από το 1917, που δεν αντιλαμβάνεται τις δυτικές χώρες του βορείου ημισφαιρίου σαν ενιαία κοινότητα συμφερόντων, αλλά σαν μεμονωμένες δυνάμεις, που συμμαχούν ή αλληλο-ανταγωνίζονται κατά περίπτωση.
Σύγχυση ταυτοτήτων, απώλεια ισορροπίας
Οι σκληρές δηλώσεις της Ανγκελα Μέρκελ (μιας πολιτικού που προσέχει πολύ τα λόγια της) αλλά και του Εμανουέλ Μακρόν, μετά την εμπειρία με τον Τραμπ στο ΝΑΤΟ και στο G7, είναι απολύτως ενδεικτικές για την περίοδο υψηλού ρίσκου, στην οποία εισέρχεται η Ευρώπη. Από το «είμαι ένας Βερολινέζος» του Τζον Κένεντι το 1963, φτάσαμε το 2017 στη δήλωση της Μέρκελ: «Οι Ευρωπαίοι δεν μπορούμε πια να εμπιστευόμαστε ΗΠΑ-Βρετανία, πρέπει να πολεμήσουμε μόνοι για το μέλλον μας». Κυριολεκτικά αλλαγή ιστορικής σελίδας.
Αυτό που προδιαγράφεται είναι εμπορικός πόλεμος, αντικρουόμενες κλιματολογικές πολιτικές και Κύριος οίδε τι ακόμη. Οπως επισημαίνει η La Stampa, ο Τραμπ είναι ιδιαίτερα ενοχλημένος από το εμπορικό έλλειμμα 68 δισ. δολαρίων των ΗΠΑ απέναντι στη Γερμανία.
Του διαφεύγουν όμως κάποιες λεπτομέρειες, που αποδυναμώνουν τον συλλογισμό του. Οπως, για παράδειγμα, ότι κύριος εξαγωγέας αμερικανικών αυτοκινήτων δεν είναι ούτε η Ford ούτε η General Motors αλλά το εργοστάσιο της… BMW στη Βόρεια Καρολίνα. Σύμφωνα με το ομοσπονδιακό Γραφείο Οικονομικής Ανάλυσης των ΗΠΑ, οι γερμανικές επιχειρήσεις έχουν επενδύσει στις ΗΠΑ 255 δισ. δολάρια, δίνοντας δουλειά σε 670.000 κόσμο. Σπάζοντάς τα με τους «κακούς Γερμανούς» για να «ξανακάνει μεγάλη την Αμερική», ο Τραμπ ρισκάρει να πετύχει το αντίθετο. Για να μην πούμε ότι το 44% των ξένων επενδύσεων στην Αμερική προέρχεται από τους 27 της ΕΕ (θεωρώντας τους Βρετανούς απέξω).
Από την έντυπη έκδοση του Ελεύθερου Τύπου