
Σε ένα μάλλον καθώς πρέπει γυμνάσιο στις αρχές της δεκαετίας του ’90, όταν δεν υπάρχουν ακόμα κινητά -η αφελής αιτιολογία της εφηβικής βίας- σε πρωτοπρόσωπη αφήγηση, ένας δεκατετράχρονος με στραβισμό αφηγείται τα μαρτύρια από τους συμμαθητές του, στα οποία πρωτοστατεί ο καλύτερος μαθητής της τάξης. Του βάζουν κιμωλίες στη μύτη, τον αναγκάζουν να πιει νερό της τουαλέτας και τον δέρνουν προσεκτικά αλλά στο τέλος βάναυσα.
Σε αντίθεση μάλιστα με τον Γκόλντινγκ που περιγράφει μόνον τη βία των αγοριών, η Καβακάμι περιγράφει και τη βία των κοριτσιών. Στο ίδιο σχολείο τα κορίτσια βασανίζουν τη σκόπιμα ατημέλητη Κοτζίμα. Της κλείνουν το στόμα με σελοτέιπ γιατί μυρίζουν τα χνώτα της. Αλλά ακόμα μια απομυθοποίηση των στερεοτύπων. Τα θύματα και όχι οι θύτες είναι παιδιά χωρισμένων γονιών. Επικοινωνούν και μαζί προσπαθούν να επιβιώσουν. Δύο δυστυχίες, καμιά φορά κάνουν μισή ευτυχία.
Αποκαλυπτική και η κυνική αποστροφή του Μιμόζε «Οπου και αν στραφείς οι δυνατοί ποδοπατούν τους αδύνατους… Παιδιά είμαστε, μωρέ. Τίποτα δεν είναι έγκλημα σε αυτήν την ηλικία».
Διαβάστε ΕΔΩ όλα τα προηγούμενα άρθρα της στήλης του Ελεύθερου Τύπου ΤΙ ΔΙΑΒΑΣΑ