Γράφει η Αμαλία Γιαννίκου
Το πρώτο πράγμα που πρόσεξα στον τίτλο ήταν το σημείο στίξης. «Η Καρυάτιδα!» με θαυμαστικό. Οχι τελεία. Θαυμαστικό, αυτό που χρησιμοποιούμε, στην κυριολεξία, όταν θαυμάζουμε κάτι. Ή όταν μας ξαφνιάζει κάτι. Ή όταν νιώθουμε κάποιο συναίσθημα στην υπερβολή του. Στο νέο έργο του Γιώργου Καπουτζίδη, σε σκηνοθεσία Κατερίνας Μαυρογεώργη, ισχύουν και τα τρία! Και, ναι, επίτηδες έβαλα κι εγώ θαυμαστικό.
Η υπόθεση
Στο μυαλό του Γιώργου Καπουτζίδη, μια κάποια ελληνική κυβέρνηση κατάφερε το ακατόρθωτο: να φέρει πίσω στην Ελλάδα την έκτη Καρυάτιδα. Μισή ώρα πριν από την πανηγυρική συνέντευξη Τύπου, η υπουργός Πολιτισμού κάνει πρόβα τον λόγο της, τα «λόγια καρδιάς» που σκοπεύει να πει ένεκα της ημέρας, προσπαθώντας να χωρέσει κάπου και κάποιο ρητό του Αγίου Παϊσίου. Τσακώνεται με τον ικανό αλλά παροπλισμένο βοηθό της, το ένα φέρνει το άλλο, γίνεται ένα ατύχημα και, για να μην κάνουμε σπόιλερ, ας πούμε πως η Καρυάτιδα… ε, κάπως «τσαλακώνεται».
Ποιος θα αναλάβει το φταίξιμο για τον επαναπατρισμό που πήγε στραβά; Η άχρηστη υπουργός Πολιτισμού; Ο ναρκισσιστής πρωθυπουργός; Ο λαϊκός, ακροδεξιός εταίρος του; Ή μήπως η μπάλα θα πάρει την πιο αθώα, ιδεαλιστική νέα γενιά; Η άρνηση ανάληψης ευθύνης, διαχρονική και μάλλον επίκαιρη, παίρνει μέγεθος χιονοστιβάδας, που καταπίνει όποιον βρει στο πέρασμά της. Με πολύ γέλιο στη διαδρομή.

Γνήσια κωμωδία
Δεν μπορώ να φανταστώ κάποιον που θα πάει να δει αυτήν την παράσταση και δεν θα γελάσει, δεν θα περάσει καλά. Ο Γιώργος Καπουτζίδης πάτησε το κατώφλι του Εθνικού Θεάτρου με τη φαρέτρα του γεμάτη, τα δραματουργικά εργαλεία του τέλεια ακονισμένα, να σμιλεύσουν φρέσκες ατάκες και κωμικές συμβάσεις. Οπως και στα προηγούμενα έργα του («Οποιος θέλει να χωρίσει… να σηκώσει το χέρι του», «42497»), η κωμωδία πάει χέρι χέρι με το συναίσθημα. Για κάθε λαμόγιο βουτηγμένο στον καθεστωτισμό, υπάρχει το αντίβαρο της ελπίδας από τη νέα γενιά.
Επτά ρόλοι. Από τη μία μεριά: τρεις διεφθαρμένοι πολιτικοί, που δεν μπορούν να ξεχωρίσουν την Καρυάτιδα από τη Νίκη της Σαμοθράκης, και μία σύμβουλος διαχείρισης κρίσεως, που τους βοηθά να κουκουλώσουν τα λάθη τους. Από την άλλη: τρεις νεαροί άνθρωποι, που ονειρεύονται και παλεύουν για έναν καλύτερο κόσμο. Τέσσερις προς τρεις. Μαντέψτε ποιος κερδίζει…

Το μεγαλύτερο κατόρθωμα του Γιώργου Καπουτζίδη δεν είναι πως έφερε πίσω, έστω και στη φαντασία του, την Καρυάτιδα. Είναι πως χρησιμοποιεί το ταλέντο και την απήχησή του για να μιλήσει για όλα τα κακώς κείμενα της ελληνικής κοινωνίας και του πολιτικού μας συστήματος με τον δικό του τρόπο: με χιούμορ και με καρδιά. Αυτό, κατά τη γνώμη μου, αξίζει όχι ένα, αλλά πολλά θαυμαστικά.