Διπλή επέτειος
Φέτος συμπληρώνονται 131 χρόνια από τη γέννηση του Περικλή Βυζάντιου (1894-1972) και 101 χρόνια από τη γέννηση του Ντίκου Βυζάντιου (1924-2007), χωρίς ο χρόνος να σβήνει τα ίχνη της ζωής τους, καθώς το προσωπικό ύφος της ζωγραφικής τους παραμένει άφθαρτος καθρέπτης της ευαισθησίας και της αντίληψής τους. Αυτήν τη διπλή επέτειο τιμά το Ιδρυμα Β. & Μ. Θεοχαράκη, καθώς οι δύο ζωγράφοι όχι μόνον ξεπέρασαν κάθε εχθρική κριτική, αλλά δρασκέλισαν και το κατώφλι της αθανασίας.
Γεννημένοι και οι δύο στην Αθήνα, ο πρώτος σπούδασε στο Παρίσι, ενώ ο δεύτερος πέρασε μεγάλο μέρος της ζωής του στη γαλλική πρωτεύουσα, όπου πήγε ενώ ήταν μόλις 21 ετών, το 1945 με το περίφημο πλοίο «Ματαρόα» και έμεινε έως τον θάνατό του. Αγαπημένος τόπος και για τους δύο ήταν η Υδρα. Το 1936, με παρέμβαση του Περικλή Βυζάντιου, η Ανώτατη Σχολή Καλών Τεχνών ίδρυσε παράρτημα στην Υδρα, του οποίου ο ίδιος ανέλαβε, τελικά, τη διεύθυνση (1939).

Εως σήμερα μόνο η Εθνική Πινακοθήκη παρουσίασε την αναδρομική έκθεση «Μνήμη Περικλή Βυζάντιου» έναν μήνα μετά τον θάνατό του το 1972, με ομιλητή τον Παναγιώτη Τέτση, ενώ το Μουσείο Μπενάκη την έκθεση «Ντίκος Βυζάντιος. Στα ίχνη του χαμένου βλέμματος» το 2007, περίπου έναν μήνα μετά τον θάνατο του καλλιτέχνη στη Μαγιόρκα. Πατέρας και γιος, με την ίδια μοίρα, τιμήθηκαν και οι δυο τους τη χρονιά του θανάτου τους. Επίσης, το 2019 πραγματοποιήθηκε έκθεση-αφιέρωμα στο έργο του Ντίκου Βυζάντιου στο Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης Γουλανδρή στην Ανδρο. Το εξαιρετικά αξιοσημείωτο της παρούσας έκθεσης στο Ιδρυμα Θεοχαράκη είναι ότι παρουσιάζεται για πρώτη φορά σε μια κοινή έκθεση το έργο των δύο ζωγράφων.
Η κοινή έκθεση περιλαμβάνει σημαντικά έργα της καλλιτεχνικής διαδρομής τους. Μέρος των έργων προέρχεται από τη συλλογή του Αλέξανδρου Λιακόπουλου, εγγονού του Περικλή Βυζάντιου, γιου της αείμνηστης κόρης του ζωγράφου, Μαριλένας Λιακοπούλου, ιδρύτριας της ιστορικής Αίθουσας Τέχνης Αθηνών, και ανιψιού του αδελφού της, Ντίκου Βυζάντιου, και συμπληρώνεται με δανεισμούς από τις συλλογές των Αντώνη Κομνηνού, ΕΜΣΤ, Νίκου Παπαγεωργίου, Κυριάκου Τσιφλάκου και Χρήστου Λαρσινού.
Τρυφερότητα
«Εκείνο που με συνδέει άμεσα με τους δύο επιφανείς ομοτέχνους μου είναι η αγάπη μας για την Υδρα, το νησί με την αξεπέραστη φυσική ομορφιά και τη μοναδική αρχιτεκτονική κομψότητα… Γνώρισα τον Περικλή Βυζάντιο πριν από πολλά χρόνια και συγκινήθηκα από την τρυφερότητα της ζωγραφικής του», σημειώνει ο ζωγράφος Βασίλης Θεοχαράκης, πρόεδρος του Ιδρύματος Εικαστικών Τεχνών και Μουσικής Β. & Μ. Θεοχαράκη.

Από την πλευρά του ο διευθυντής εικαστικού προγράμματος του Ιδρύματος και επιμελητής της έκθεσης, Τάκης Μαυρωτάς, επισημαίνει, μεταξύ άλλων, ότι πρόκειται για «δύο καλλιτέχνες με μια ζεστή ζωγραφική, γεμάτη από ιδέες και σκέψεις… Και οι δυο τους, με το ίδιο πάθος για τη ζωγραφική, ακολούθησαν τον δρόμο των προσωπικών αναζητήσεων, προσεγγίζοντας σπειροειδώς τις άφθαρτες αξίες της τέχνης, πέρα από εφήμερες δόξες, κρατικά βραβεία και επαίνους… Η έκθεση “Περικλής και Ντίκος Βυζάντιος” μάς προτείνει μια πλατιά γνωριμία της δημιουργικής περιπέτειας δύο σημαντικών ζωγράφων με διαισθητική σκέψη και ολοκληρωμένη αισθητική άποψη, καθώς με το έργο τους υπερβαίνουν την αποσύνθεση του κόσμου μας, ποιώντας εικόνες που έχουν κρυσταλλωθεί μέσα από την ψυχή και τα μυστικά βάθη του πνεύματος. Η μοναδικότητα του χαρακτήρα τους: υπευθυνότητα, ευαισθησία, ενθουσιασμός και η αισθητική καλλιέργειά τους οδήγησαν στην ιδεατή πληρότητα της προσωπικής τους έκφρασης με την ατέρμονη δημιουργική τους δράση και τη βαθιά τους αισθαντικότητα. Η καθαρότητα του έργου τους φανερώνει το εύρος μιας πολύτροπης ζωγραφικής με ενάργεια και χάρη, στοχαστικότατα και διεισδυτικότητα που διεκδικεί στέρεα τη θέση της στο αύριο… Σκοπός και των δύο ήταν η τέχνη τους να εκφράζει μια νέα μορφοπλαστική πρόταση, μια Ελλάδα μέσα στην Ευρώπη, με βαθιές ρίζες που αγγίζουν την ουσία τού σήμερα “εν ισοτιμία και ισομοιρία”».

Σαν σεμινάριο
Παράλληλα, ο ζωγράφος Αλέξης Βερούκας σημειώνει για το έργο του Ντίκου Βυζάντιου: «Να παρακολουθείς τον Ντίκο να μιλάει ήταν κάτι σαν σεμινάριο στην Hautes Études. Πίσω από τις κουβέντες του διέκρινες τον απόηχο των φράσεων που είχε ακούσει ο ίδιος από τα χείλη του Σαρτρ, αλλά, κυρίως, του Τζακομέτι, του σημαντικότερου ίσως φίλου στη ζωή του. Οσο μιλούσε, τα μακριά του δάχτυλα σχεδίαζαν γραμμές, κύκλους, επίπεδα, σαν να συνέθεταν μία από τις “διαστημικές natures mortes” του στον αέρα…»
Ο ζωγράφος Στέφανος Δασκαλάκης σημειώνει για το έργο του Περικλή Βυζάντιου: «Σκέφτομαι το πόσο τυχερός είναι ο Βυζάντιος που έζησε σε μια εποχή όπου η παράδοση, οι συνήθειες και τα έθιμα της μεγάλης εποχής της ζωγραφικής ήταν ακόμα ζωντανά και συγχρόνως ήταν και η εποχή των ανησυχιών, των πειραματισμών και των σύγχρονων ρευμάτων, χωρίς να έχει χαθεί η σοφία της παράδοσης».
Την έκθεση συνοδεύει πολυσέλιδος κατάλογος με χαιρετισμό του προέδρου του Ιδρύματος, Βασίλη Θεοχαράκη, και αισθητικά δοκίμια των Στέφανου Δασκαλάκη, Αλέξη Βερούκα, Ιφιγένειας Μποτζάκη, Τάκη Μαυρωτά, καθώς και αποσπάσματα των Δημήτρη Παπαστάμου, Ευγένιου Ιονέσκο, Μισέλ Φουκώ κ.ά., που αναλύουν την τεράστια προσφορά των Περικλή και Ντίκου Βυζάντιου στην ευρωπαϊκή ζωγραφική.

ιδιωτική συλλογή. Φωτογράφιση Studio Vaharidis
ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ ΛΙΑΚΟΠΟΥΛΟΣ
«Οι περισσότερες αναμνήσεις από τον παππού μου είναι από την Υδρα»
Ο εγγονός του Περικλή Βυζάντιου και ανιψιός του Ντίκου Βυζάντιου, Αλέξανδρος Λιακόπουλος, μοιράστηκε τις μνήμες του από τον παππού και τον θείο του μαζί μας με αφορμή την έκθεση, η ιδέα της οποίας ξεκίνησε όπως μας λέει: «Είχα πολλά χρόνια στο μυαλό μου να γίνει μια έκθεση αφιερωμένη στον Περικλή Βυζάντιο. Το συζήτησα με τον Τάκη Μαυρωτά, ο οποίος επίσης το σκεφτόταν και είχε την ιδέα να γίνει μια κοινή έκθεση μαζί με τον γιο του, Ντίκο, κάτι που αμέσως αγκάλιασα, καθώς δεν συμβαίνει συχνά γονέας και παιδί να μεγαλουργούν στον ίδιο τομέα και κάτι αντίστοιχο δεν είχε ξαναγίνει. Οπότε, ξεκινήσαμε τη συλλογή και την επιλογή των έργων, ανάμεσα στα οποία και κάποια που αναδεικνύουν τα κοινά τους στοιχεία και παρουσιάζονται στην έκθεση».

Οταν έφυγε από τη ζωή ο Περικλής Βυζάντιος, ο εγγονός του ήταν μόλις πέντε ετών: «Οι περισσότερες αναμνήσεις που έχω από τον παππού μου είναι από την Υδρα», μας λέει ο Αλέξανδρος Λιακόπουλος. «Θυμάμαι που κάναμε τις βόλτες μας στο νησί. Οταν γυρνούσαμε στο σπίτι, σταματούσε περίπου στη μέση της διαδρομής, καθώς το σπίτι ήταν ογδόντα σκαλιά πιο ψηλά, να μου πει μία ιστορία. Ηταν ευθυτενής, ψηλός άνδρας. Τον θείο μου τον Ντίκο τον θυμάμαι καλύτερα από τις επισκέψεις που κάναμε στο Παρίσι όπου ζούσε. Εφυγε από τη ζωή το 2007, οπότε πρόλαβα να έχω περισσότερη επαφή μαζί του. Ολη η οικογένεια είμαστε πολύ αγαπημένοι. Η μητέρα μου αγαπούσε και τους δύο ζωγράφους, τον πατέρα και τον αδελφό της, πάρα πολύ και ήθελε να αναδείξει το έργο τους. Μάλιστα, επειδή ο Ντίκος ήταν στο εξωτερικό, του είχε αδυναμία. Ο ίδιος ο Ντίκος δεν απέκτησε δικά του παιδιά».
Γι’ αυτό και το βάρος της ανάδειξης του έργου του ανήκει, πλέον, στον ίδιο. Αναζητώντας τις συγγένειες και διαφορές τους, ο Αλέξανδρος Λιακόπουλος σημειώνει «τη μεγάλη αγάπη για τη ζωγραφική, αλλά και για τη ζωή, που όμως εκφραζόταν με διαφορετικό τρόπο. Ο Περικλής ήταν περισσότερο μεσογειακός, πιο εκδηλωτικός, πιο χαλαρός, ενώ ο Ντίκος ήταν πιο σοβαρός, πιο μαζεμένος, καθώς είχε επηρεαστεί βαθιά από τη ζωή του στο Παρίσι».
