Το βιβλίο σας «50 Χρόνια Δημοκρατίας» καταγράφει τις σημαντικές στιγμές της Σύγχρονης Ελληνικής Ιστορίας μέσα από τα πρωτοσέλιδα των εφημερίδων. Ποιο ήταν το κίνητρο που σας ώθησε να επιλέξετε αυτόν τον ιδιαίτερο τρόπο παρουσίασης των γεγονότων;
Το κίνητρο ή το έναυσμα, αν θέλετε, ήρθε από μόνο του όταν εξακρίβωσα ότι έχω στα χέρια μου έναν θησαυρό -ένα «χάρτινο βασίλειο». Φυσικά, δεν προέκυψε τυχαία. Αυτός ο θησαυρός δεν είναι τίποτα άλλο παρά ημερήσιες εφημερίδες των Αθηνών, οι οποίες έχουν στα πρωτοσέλιδά τους όλα τα μεγάλα γεγονότα που έχουν συμβεί στη χώρα μας. Από την εφηβεία μου, ξέρετε, είχα ένα πάθος με τις εφημερίδες, τις οποίες αγόραζα και διάβαζα ανελλιπώς -ιδιαίτερα όταν υπήρχαν γεγονότα που συγκλόνιζαν την κοινή γνώμη. Και μετά από κάθε διάβασμα η εφημερίδα δεν πεταγόταν, αρχειοθετούνταν. Σιγά σιγά, λοιπόν, πέρασαν τα χρόνια, φτάσαμε στο σήμερα, στα πενήντα χρόνια της Μεταπολίτευσης, κι εγώ βρέθηκα (ούτε καν που το φανταζόμουν όταν ξεκίναγα να συλλέγω εφημερίδες) να έχω στην κατοχή μου τη Σύγχρονη Ελληνική Ιστορία αποτυπωμένη στο «χαρτί». Κι αυτός ο πνευματικός και όχι μόνο θησαυρός δεν έπρεπε να παραμείνει ανεκμετάλλευτος. Επιβαλλόταν να γίνει και κτήμα του κόσμου, κι έτσι εκδόθηκε το βιβλίο.
Ποια ήταν η διαδικασία επιλογής των πρωτοσέλιδων για το βιβλίο; Υπήρξαν ιδιαίτερες δυσκολίες στην αναζήτηση και συγκέντρωση αυτών των υλικών, και ποια είναι η αξία αυτών των εφημερίδων για την Ιστορία της σύγχρονης Ελλάδας;
Μαζί με τη συλλογή των εφημερίδων, παράλληλα κρατούσα κι ένα χρονολόγιο, στο οποίο σημείωνα τα γεγονότα που συνέβαιναν. Για να επιλεγούν τα πρωτοσέλιδα που θα συγκροτούσαν το βιβλίο, έπρεπε πρώτα να αξιολογηθεί το χρονολόγιο -κάτι το οποίο δεν ήταν και τόσο εύκολο. Τουλάχιστον ήταν χρονοβόρο, αν σκεφτείτε ότι ήταν κάπου διακόσιες σελίδες. Η αξιολόγηση έγινε με καθαρά δημοσιογραφικά κριτήρια και έτσι ξεχώρισαν τα περίπου τετρακόσια σημαντικά γεγονότα, τα οποία στη συνέχεια αναζητήθηκαν και βρέθηκαν στο αρχείο μου με τις εφημερίδες.
Ως προς την αξία που με ρωτάτε, ό,τι αξία έχει ένας πίνακας ζωγραφικής την ίδια αξία έχει και μια εφημερίδα. Οπως ο πίνακας ακινητοποιεί τον χρόνο και αποτυπώνει ένα θέμα -κατ’ επέκταση την Τέχνη- έτσι και η εφημερίδα καθηλώνει τον καιρό και τυπώνει το γεγονός, κατ’ επέκταση την Ιστορία. Η εφημερίδα είναι ένα έργο Τέχνης.
Ποιες από τις ιστορικές, πολιτικές ή κοινωνικές στιγμές που αναφέρετε στο βιβλίο θεωρείτε ότι είχαν τη μεγαλύτερη επίδραση στην πορεία της Ελλάδας τα τελευταία 50 χρόνια; Υπάρχει κάποιο γεγονός που σας εντυπωσίασε ιδιαίτερα;
Πέθανε η ιστορικός Χρύσα Μαλτέζου- Συλλυπητήριο μήνυμα της Λίνας Μενδώνη
Κατά τη γνώμη μου, ο μεγαλύτερος πολιτικός «σταθμός» ήταν η ευρωπαϊκή πορεία της Ελλάδας όλα αυτά τα χρόνια. Από μια στενά βαλκανική χώρα με επαρχιώτικη νοοτροπία, που ήταν, ανοίχθηκε σε άλλους πολύ πιο φωτεινούς ορίζοντες. Δεν παραβλέπω, αλίμονο, τη χρεοκοπία που συνέβη. Μας πήγε πολλά χρόνια πίσω. Ως χώρα και ως πολίτες δεν αξίζαμε τέτοια τύχη. Τα γεγονότα που με εντυπωσίασαν, που με συγκίνησαν δηλαδή, έχουν σχέση με πολύνεκρες τραγωδίες -με τον σεισμό στην Πάρνηθα (1999), τη φωτιά στο Μάτι (2018) και τη σύγκρουση των τρένων στα Τέμπη (2023).
Στο βιβλίο αναφέρετε ότι η Ελλάδα πέρασε σημαντικές κοινωνικοπολιτικές αλλαγές, όπως είναι το σκάνδαλο Siemens, η χρεοκοπία και η «Πρώτη φορά Αριστερά». Πώς πιστεύετε ότι αυτές οι αλλαγές έχουν διαμορφώσει το σημερινό πολιτικό τοπίο της χώρας;
Νομίζω πως όλα αυτά που αναφέρετε οδήγησαν στην αποϊδεολογικοποίηση των ιδεολογιών και την πλειονότητα των πολιτών στο να έχει παύσει να εμπιστεύεται τα κόμματα και τους πολιτικούς. Από τα τέλη της δεκαετίας του ’80, άλλωστε, ο Μάνος Χατζιδάκις μας φώναζε, «οι ιδεολογίες και τα κόμματα απέδειξαν πως δεν είναι πλέον ειλικρινείς φορείς Δημοκρατίας». Το πολιτικό τοπίο είναι σήμερα «γκρίζο», η Δημοκρατία μας, δυστυχώς, είναι μελαγχολική. Αυτά δεν είναι ευχάριστα πράγματα. Εγκυμονούν κινδύνους, απρόβλεπτους από τώρα. Για την ώρα βλέπουμε τη μετατόπιση του πολιτικού εκκρεμούς από το ένα άκρο στο άλλο -από την ιδεολογική ηγεμονία της Αριστεράς στην κυριαρχία της ακροδεξιάς ατζέντας. Και το ότι χάνεται (ή χάθηκε) η «ισορροπία» και το «μέτρο» είναι δυσάρεστες πολιτικές καταστάσεις.
Το βιβλίο σας ασχολείται και με την πνευματική παρακμή και την ανακύκλωση πολιτικών προσώπων. Ποιες είναι οι πιο σημαντικές δομικές παθογένειες που διαπιστώνετε στο σύγχρονο πολιτικό σύστημα της Ελλάδας και τι προτάσεις έχετε για την αναμόρφωσή του;
Η αναξιοκρατία, το πελατειακό κράτος, η οικογενειοκρατία, η αδιαφάνεια, τα διαβλητά συμφέροντα συγκεκριμένων ελίτ, οι οικονομικές εξαρτήσεις του πολιτικού συστήματος είναι μερικές από τις παθογένειες που καθηλώνουν την Ελλάδα και δεν την αφήνουν να φύγει μπροστά. Και το κακό ποιο είναι, ότι αυτές οι παθογένειες δεν είναι πρόσκαιρες, ενσωματώθηκαν στον κορμό της χώρας. Ετσι θα πορευόμαστε στο εξής, «ολίγον τι πολιτισμένοι και κάπως περισσότερο βάρβαροι», με τα στραβά και τα καλά μας -ελπίζοντας πως τα τελευταία θα είναι σε κάποιες περιόδους και τα περισσότερα. Δεν είμαι ιδιαίτερα αισιόδοξος για το μέλλον, συνεπώς δυσκολεύομαι να κάνω προτάσεις. Εάν εμείς ως πολίτες αλλάξουμε τους εαυτούς μας και γίνουμε πάλι Ελληνες -όπως λέει η Αρβελέρ, εάν αναπαρθενευθούν οι αξίες μας -κατά τον Ελύτη, και κάνουμε ένα άλμα πιο γρήγορο από τη φθορά, τότε σίγουρα θα αναμορφωθεί το σύστημά μας. Αλλά να κλείσω, κυρία Τσακάλου, αυτή τη γόνιμη κουβέντα μαζί σας, κάπως πιο αισιόδοξα, με Γιώργο Θεοτοκά: «Η ελπίδα θα έρθει από την απελπισία, το μέλλον από το μηδέν».