Στο «…Κάτι ν’ αλλάξει! Μα πώς;», εκδόσεις Κίχλη, παρακολουθούμε τη ζωή της Ειρήνης στα χρόνια 1979-1984, μια εποχή που η κοινωνία διψούσε για «αλλαγή». Στο μυθιστόρημα από πού αρχίζει η πραγματικότητα και πού συνεχίζει η φαντασία;
Το μυθιστόρημα είναι όλο πραγματικότητα. Μόνο που δεν θυμόμουν την πραγματικότητα, παρά μόνο στο περίπου, οπότε χρειάστηκε να τη φανταστώ, να την ξανακατασκευάσω.
Ξαναέπλασα τα αμφιθέατρα με τις θυελλώδεις συζητήσεις και το κλίμα στο κουλτουριάρικο φοιτητικό σινεμά. Χρησιμοποίησα βέβαια και υλικό από την εποχή, κυρίως το περιοδικό που εξέδιδα με συμφοιτητές, φίλους και γενικά όποιον ήθελε να συμμετάσχει.
Με ξάφνιασε τώρα ό,τι διάβασα εκεί, καθώς η μνήμη μου είχε αλλοιώσει την πραγματικότητα. Για παράδειγμα, δεν θυμόμουν τη βιαιότητα του λόγου μας, όλων και εμού προσωπικά. Το μόνο που θυμόμουν καταλεπτώς από την εποχή ήταν οι ερωτικές σχέσεις της ηρωίδας, όμως αυτές τις λογόκρινα αρκετά.
Η Ειρήνη φοιτά στη Θεσσαλονίκη και συμμετέχει στις νεολαιίστικες οργανώσεις. Γιατί πολιτικοποιείται τόσο γρήγορα;
Η Ειρήνη ήταν πολιτικοποιημένη από τα… 14 της χρόνια. Τότε είχε ενταχθεί στη μαθητική παράταξη του «Ρήγα Φεραίου», της νεολαίας του ευρωκομμουνιστικού Κ.Κ. Η αφήγηση αυτής της εμπειρίας υπάρχει στο προηγούμενο έργο μου το «Και βέβαια αλλάζει!» (Κίχλη 2014).
Ως φοιτήτρια ήταν απολύτως φυσικό να συνεχίσει την πολιτική της… καριέρα. Ενα μεγάλο μέρος του φοιτητόκοσμου ήταν πολιτικοποιημένο τη ζωηρή εκείνη εποχή της Μεταπολίτευσης.
Φοιτητική ζωή: σινεμά, ταβερνεία, φιλίες. Από ό,τι φαίνεται διψά για να ζήσει τη ζωή. Αυτό το γεγονός θα τη βοηθήσει στο μέλλον να γίνει μια ολοκληρωμένη και ώριμη γυναίκα;
Αφήνω την ηρωίδα μου με ένα πτυχίο στο χέρι και με τη μεγάλη απορία ποιον δρόμο να πάρει στη ζωή της. Να γίνει συγγραφέας, εκπαιδευτικός ή μήπως δημοσιογράφος; Το τι απέγινε θα το δείξει, ενδεχομένως, ένα καινούργιο βιβλίο.
Μετά την αρχική απώθηση προς τα αμφιθέατρα και τα μαθήματα, ανακαλύπτει τη χαρά της μάθησης. Τι είναι αυτό που την άλλαξε;
Πράγματι, στην αρχή βαριόταν θανάσιμα, εξεγειρόταν με τον απρόσωπο χαρακτήρα του αμφιθεάτρου. Κι επιπλέον, μετά την υπερένταση των πανελλαδικών εξετάσεων δεν ήθελε ν’ ανοίξει βιβλίο. Κατά βάθος βέβαια μάθαινε τον εαυτό της, μετρούσε τις δυνάμεις της στην ανεξάρτητη ζωή, ανέπτυσσε μια θυελλώδη κοινωνικότητα.
Επειτα από δύο χρόνια, ωστόσο, ήταν σε θέση να επανέλθει στα θρανία, ενώ και οι μαζικές παραδόσεις είχαν δώσει πια τη θέση τους σε πολύ πιο ενδιαφέροντα μαθήματα με μικρά ακροατήρια. Τότε ξαναβρήκε τον ενθουσιασμό της για τη μάθηση, όπως συμβαίνει (το διαπιστώνω και ως καθηγήτρια τώρα) με πάμπολλους φοιτητές και φοιτήτριες.
Μου άρεσε και η διαδικασία έκδοσης ενός έντυπου περιοδικού. Ποια ήταν η συμμετοχή των άλλων φοιτητών σε τέτοιες ενέργειες;
Η συμμετοχή τότε, γύρω στο 1980, ήταν πολύ μεγάλη. Πολύς κόσμος μπαινόβγαινε στην επιτροπή έκδοσης. Για να συνεδριάσουμε στοιβαζόμασταν στα μικρά φοιτητικά μας δωμάτια ο ένας πάνω στον άλλον. Αλλά και σε όλες τις σχολές εκδίδονταν πολλά περιοδικά. Ηταν, βλέπετε, η εποχή του εντύπου, η εποχή του ιδεολογικού προβληματισμού.
Παράλληλα η Ειρήνη προβληματίζεται για τους θεσμούς και την εκπαιδευτική διαδικασία. Αλήθεια, τι συνέβαινε τότε και έκανε την Ειρήνη να απογοητεύεται από την κατάσταση στο πανεπιστήμιο;
Παρατηρούσε πως τα μαθήματα ήταν απλώς «παραδόσεις», όπου δεν προβλεπόταν επαρκώς η εμπλοκή του φοιτητή. Το ζήτημα του εξετασιοκεντρικού συστήματος την προβλημάτιζε επίσης. Μην ξεχνάμε βέβαια ότι όλη η νεολαία σε εκείνη την περίοδο ήταν υπερ-κριτική.
Καθότι μόνο ο σοσιαλισμός μας ικανοποιούσε, όλα τα άλλα τα βλέπαμε σκοτεινά, άχρωμα, μισά. Θέλαμε αλλαγή του κόσμου εδώ και τώρα. Ομως τότε έγιναν σπουδαία βήματα εκδημοκρατισμού, η κατάργηση της «έδρας» πρώτ’ απ’ όλα, δηλαδή ο περιορισμός της παντοκρατορίας του καθηγητή.
Ενα άλλο στοιχείο είναι η γνωριμία με τον έρωτα. Τι την κάνει να βλέπει με διαφορετικό τρόπο τους δεσμούς της και τα φλερτ;
Ηταν η εποχή που επέτρεπε πολλά, ήταν και η οργάνωση του «Ρήγα Φεραίου» που είχε πάρει φόρα να κάνει πράξη τη σεξουαλική απελευθέρωση. Είχαμε πάθος με τη συγκέντρωση ποικίλων εμπειριών.
Θέλαμε επίσης να καταπολεμήσουμε το αίσθημα ιδιοκτησίας επί του άλλου και τη ζήλια. Η μονογαμία μας φαινόταν μια παραμόρφωση της ανθρώπινης φύσης. Είχαμε, αλήθεια, και ένα αίσθημα παντοδυναμίας σε εκείνη τη σχετικά ασφαλή από επιδημίες εποχή. Λέγαμε ακόμα πως δεν θα υποκύψουμε ποτέ στον μικροαστικό θεσμό του γάμου – αλλά εντέλει οι περισσότεροι υποκύψαμε.
Ενα αισιόδοξο μήνυμα του βιβλίου είναι ότι η Ειρήνη δεν παραιτείται από την επιθυμία «κάτι ν’ αλλάξει». Πού βρίσκει αυτή την αισιοδοξία και ελπίζει;
Οποιος δεν ελπίζει, απλώς δεν έχει αίσθηση της ιστορίας. Μόλις πριν από 60-70 χρόνια ο πληθυσμός, ο αγροτικός τουλάχιστον, ζούσε σε φριχτή φτώχεια, αυτή που τους έκανε να μεταναστεύουν, να πηγαίνουν στις χώρες του Βορρά χωρίς ένα παλτό.
Τα εγγόνια τους τώρα φοιτούν στο πανεπιστήμιο και ακούν τις ιστορίες των παππούδων και των γιαγιάδων σαν κάτι εξωτικό. Οι θεσμοί άλλαξαν επί το δημοκρατικότερο. Εχουμε γυναίκα Πρόεδρο της Δημοκρατίας. Η Ειρήνη κι εγώ ελπίζουμε πως θα πετύχουμε πολλά ακόμα. Αλλωστε, αν δεν ελπίζουμε, ποια είναι η εναλλακτική λύση;
WHO IS WHO
Η Αγγέλα Καστρινάκη γεννήθηκε στην Αθήνα. Σπούδασε Κλασική Φιλολογία στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης. Σήμερα διδάσκει νεότερη λογοτεχνία στο Φιλολογικό Τμήμα του Πανεπιστημίου Κρήτης.
Κυρίαρχα θέματα της πεζογραφίας της είναι οι λεπτές ψυχολογικές αποχρώσεις στις σχέσεις των δύο φύλων, σε ό,τι αφορά τον έρωτα και τις προκλήσεις της πίστης και της απιστίας, από την οπτική γωνία των γυναικών – θέματα τα οποία χειρίζεται με χιούμορ, παρατηρητικότητα και μια ελαφρά ειρωνική διάθεση.
Η ερμηνευτική-ιστορική συμβολή της στη νεοελληνική λογοτεχνία, «Η λογοτεχνία στην ταραγμένη δεκαετία 1940-1950» (εκδ. Πόλις, 2005), τιμήθηκε με το Κρατικό Λογοτεχνικό Βραβείο Δοκιμίου-Κριτικής το 2006.
Από την έντυπη έκδοση
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, ανά πάσα στιγμή στο EleftherosTypos.gr