Ο λόγος για την Ανέτ Μπένινγκ, που για πολλούς θα έπρεπε να έχει προσθέσει ακόμη μία υποψηφιότητα, στις τέσσερις που ήδη έχει, για το Οσκαρ α’ γυναικείου ρόλου στην πρόσφατη απονομή. Παντρεμένη με τον Γουόρεν Μπίτι εδώ και 24 χρόνια και έχοντας τέσσερα παιδιά μαζί του, το μόνο σίγουρο είναι ότι γνωρίζει πολύ καλά πώς να σταθεί μπροστά στην κάμερα στο ρόλο της μητέρας. «Εχει μια πολύ οικεία δυναμική αυτό για μένα», λέει σε πρόσφατη συνέντευξή της στον «Guardian».
Οι νεαροί συμπρωταγωνιστές της στην ταινία, ο Λούκας Τζέιντ Ζάμαν, που ερμηνεύει τον 15χρονο γιο της, και η Ελ Φάνινγκ, που υποδύεται τη φίλη του, νόμιζαν ότι παίζοντας μαζί της θα έπαιρναν από εκείνη μια σειρά από συμβουλές περί υποκριτικής. Τελικά έγινε το αντίθετο. «Παίζουν με το ένστικτό τους και αυτό αναζητάμε όλοι όσο μεγαλώνουμε. Την απλότητα», ισχυρίζεται.
Προσωπική ζωή
Στην προσωπική της ζωή τουλάχιστον φαίνεται να τα έχει καταφέρει, καθώς δεν είναι από τα πρόσωπα που εμφανίζονται συχνά στα πρωτοσέλιδα. Ο μεγάλος της γιος είναι διεμφυλικός και αυτό είναι μια πληροφορία που λίγοι γνωρίζουν εντός κι εκτός Χόλιγουντ. «Είμαι πολύ υπερήφανη για εκείνον και είναι δικό του δικαίωμα να αποφασίσει τι θέλει να είναι στη ζωή. Νομίζω ότι δεν είναι δίκαιο να μιλάω εγώ για λογαριασμό των παιδιών μου. Οχι ότι δεν θα το ήθελα βέβαια», λέει χαριτολογώντας.
Χατζής - Σαββιδάκης: Τραγουδούν τους μεγάλους συνθέτες από 23 Νοεμβρίου
Διαφωνεί και με την εντύπωση που έχει δημιουργηθεί ότι οι «Καταπληκτικές γυναίκες» είναι η πιο φεμινιστική ταινία που έχει σκηνοθετήσει ποτέ άνδρας. «Οι φεμινίστριες του καιρού του θεωρούσαν τον Ιψεν, τον πατέρα του μοντέρνου δράματος, κορυφαίο εκπρόσωπό τους, όμως εκείνος αρνιόταν να παίξει αυτόν το ρόλο. Συνήθιζε να λέει ότι δεν είναι φεμινιστής αλλά ανθρωπιστής, και αυτό ήταν κάτι που θαυμάζω σε εκείνον», ισχυρίζεται και επαινεί το σκηνοθέτη Μάικ Μιλς για την ταινία που ήθελε να κάνει. «Τον ενδιέφερε η μητέρα του αλλά και όλες οι γυναίκες της ζωής του. Προσπαθεί να κατανοήσει τον τρόπο που σκέπτονται οι γυναίκες. Η λύση δεν βρίσκεται στις γυναίκες που γράφουν ρόλους για γυναίκες αλλά σε εκείνες που προσπαθούν να δουν τα πράγματα από τη σκοπιά του άνδρα και σε εκείνες που προσπαθούν να μπουν σε χαρακτήρες από διάφορες προελεύσεις που δεν είναι η δική τους», τονίζει.
Τέλη του ’70
Αν και η ταινία διαδραματίζεται στα τέλη της δεκαετίας του ’70, μοιάζει να αναφέρεται και στην τωρινή κατάσταση όπου τα δικαιώματα και η αυτοδιάθεση είναι και πάλι ζητούμενα. «Δεν γυρίσαμε αυτή την ταινία έχοντας στο μυαλό μας ότι ο Τραμπ θα κέρδιζε στις εκλογές, αλλά βλέποντάς τη τώρα μέσα από αυτή την οπτική γωνία, έχει άλλο νόημα.
Οταν ο Ομπάμα εκφώνησε την αποχαιρετιστήρια ομιλία του, έκλαιγα», λέει η Ανέτ Μπένινγκ, που όμως προέρχεται από οικογένεια Ρεπουμπλικανών. «Το μόνο που μου μετέδωσαν είναι η αισιοδοξία. Με θετική διάθεση μπορείς να γίνεις ό,τι θέλεις, μου έλεγαν». Αν και δεν είχε πατήσει το πόδι της στο θέατρο μέχρι τότε, στα 22 της αποφάσισε να γίνει ηθοποιός. Δεν κατάφερε να αποφοιτήσει από το Πανεπιστήμιο του Σαν Φρανσίσκο «γιατί δεν ολοκλήρωσα την εργασία μου για το “Κουκλόσπιτο” του Ιψεν» και μετά από μια σειρά πετυχημένων ερμηνειών στο Μπρόντγουεϊ μπήκε στο ραντάρ των σινεφίλ στα 32 της, το 1990 με τους «Κλέφτες». Ο σπουδαιότερος ρόλος της ήρθε το 1999 με το «American beauty». «Η ωραία, κλασική ερμηνεία συμβαίνει όταν ο ηθοποιός βρίσκεται στην κατάλληλη στιγμή για να την ερμηνεύσει», υποστηρίζει.
ΚΩΣΤΑΣ ΖΑΛΙΓΚΑΣ
[email protected]
Από την έντυπη έκδοση του Ελεύθερου Τύπου