Το «Trainspotting» του Ντάνι Μπόιλ γιόρτασε φέτος τα 25 χρόνια του από την πρεμιέρα του, τον Φεβρουάριο του 1996, και το βιβλίο του Τζέι Γκλένι με τίτλο «Trainspotting: The 25th anniversary», που θα κυκλοφορήσει τον Δεκέμβριο (εκδ. «Coattail Publications»), έρχεται να μας θυμίσει τους λόγους που αυτή η ταινία, ένα τέταρτο του αιώνα από τότε που πρωτοπροβλήθηκε, σημαίνει τόσο πολλά για αυτούς που την έφτιαξαν και αυτούς που την είδαν.
«Αφοσίωση…»
Ο Γκλένι υποστηρίζει ότι ήταν εύκολο να πείσει τους συντελεστές της ταινίας να του μιλήσουν για αυτήν. Η αγάπη και η αφοσίωσή τους στο συγκεκριμένο φιλμ ήταν τόσο έντονες που κανείς δεν αρνήθηκε να ανασύρει από τη μνήμη του όσα έζησε στην προετοιμασία και τα γυρίσματά του. «Ηταν μια σπουδαία στιγμή στη ζωή τους και ένα πολύ σημαντικό κομμάτι της καριέρας τους.
Ηξεραν τότε ότι έπειτα από 25 χρόνια θα ερχόταν ένας τύπος να προσπαθεί να τους πείσει να του μιλήσουν για αυτή για να γράψει ένα βιβλίο; Σίγουρα όχι. Ομως, όλοι ήξεραν πολύ καλά τότε ότι συμμετείχαν σε κάτι πολύ ιδιαίτερο», λέει ο συγγραφέας σε συνέντευξή του στον «Guardian».
Ο Γκλένι, που έχει υπογράψει δύο ακόμα βιβλία για κινηματογραφικές ταινίες, τον «Ελαφοκυνηγό» και το «Οργισμένο είδωλο», κατόρθωσε να συρράψει αφηγήσεις που άκουσε από τους συντελεστές της ταινίας, ενώ παράλληλα είχε ελεύθερη πρόσβαση στο αρχείο των γυρισμάτων.
Από σπάνιες φωτογραφίες στο πλατό μέχρι σημειώματα που αντάλλασσαν οι παραγωγοί μεταξύ τους και σελίδες του σεναρίου γεμάτες σημειώσεις από τον σκηνοθέτη Ντάνι Μπόιλ και τον διευθυντή φωτογραφίας, Μπράιαν Τιφάνο, ο Γκλένι υπογράφει τον απόλυτο οδηγό του «Trainspotting». Ετσι, τουλάχιστον θεωρεί ο συγγραφέας του ομώνυμου βιβλίου πάνω στο οποίο βασίστηκε η ταινία, Ιρβιν Γουέλς, που δεν δίστασε να απονείμει αυτόν τον τίτλο με πρόσφατη ανάρτησή του στο twitter.
Ο ρόλος της Νταϊάν
Μία από τις πιο ενδιαφέρουσες ιστορίες που ο Τζέι Γκλένι αφηγείται στο βιβλίο του ήταν η επιλογή της Κέλι Μακντόναλντ για να υποδυθεί την Νταϊάν, την κοπέλα που ο πρωταγωνιστής Μαρκ Ρέντον (Γιούαν Μακ Γκρέγκορ) γνωρίζει σε ένα κλαμπ και στη συνέχεια πηγαίνουν στο διαμέρισμά της για να κάνουν έρωτα.
Η 19χρονη τότε Μακντόναλντ εργαζόταν σε ένα εστιατόριο και μέσα σε μία ώρα δέχθηκε από φίλους της δύο σημειώματα-αγγελίες της παραγωγής που αναζητούσαν μία κοπέλα για τον συγκεκριμένο ρόλο.
Εκείνη δεν διένυε και την καλύτερη περίοδο τότε από οικονομικής άποψης και της ήταν σχεδόν αδύνατο να αγοράσει το βιβλίο για να καταλάβει περί τίνος πρόκειται και να βγάλει και φωτογραφίες ταυτότητας όπως ζητούσε η παραγωγή για την οντισιόν. Για το πρώτο, η λύση ήταν να καταφύγει σε ένα βιβλιοπωλείο της γειτονιάς της και να διαβάσει το βιβλίο σπαστά, μέσα σε λίγες μέρες.
Οταν ήρθε η ώρα να βγάλει τις φωτογραφίες σε μηχάνημα του δρόμου, είχε ακόμα αμφιβολίες αν έπρεπε να το κάνει. Ομως, όταν τελικά πήρε την απόφαση και έριξε τα κέρματα στο μηχάνημα, υποσχέθηκε στον εαυτό της να ασχοληθεί σοβαρά με την αγγελία. «Ως καλή Σκοτσέζα που είμαι, δεν ήμουν διατεθειμένη να σπαταλήσω χρήματα χωρίς λόγο», λέει η ίδια στο βιβλίο.
Οταν έφτασε στο Πανεπιστήμιο Strathclyde, βρήκε εύκολα την αίθουσα όπου γινόταν η οντισιόν, αν και δεν ήταν εξοικειωμένη με τον χώρο. Δίπλα της δεκάδες όμορφα κορίτσια, καλοντυμένα, με καινούργια παπούτσια και μακριά μαλλιά. Εκείνη ήταν διαφορετική, ξεχώριζε και ο σκηνοθέτης Ντάνι Μπόιλ δεν άργησε να ρίξει το βλέμμα του πάνω της. «Την πρόσεξα αμέσως μόλις μπήκε στην αίθουσα.
Είναι παράξενο, αλλά μερικές φορές συμβαίνει. Θυμάμαι ότι αμέσως μόλις την είδα σκέφτηκα ότι αυτή είναι η Νταϊάν», λέει ο σκηνοθέτης που έκανε την επιλογή του μέσα από σχεδόν 900 κορίτσια που εμφανίσθηκαν εκείνη την ημέρα στην οντισιόν.
Ελευθερία
Κατά τη διάρκεια της έρευνας που έκανε ο συγγραφέας του βιβλίου, κατέληξε στο συμπέρασμα ότι αρχικά κανείς δεν ήξερε πώς να μετατρέψει σε ταινία ένα μυθιστόρημα που ουσιαστικά δεν είχε ιδιαίτερη πλοκή και οι ήρωές του ήταν βυθισμένοι στα σκληρά ναρκωτικά.
Ο ίδιος ο συγγραφέας του, ο Ιρβιν Γουέλς, είχε δηλώσει στους παραγωγούς ότι ήταν ελεύθεροι να κάνουν ό,τι θέλουν με το βιβλίο του. Σε σημειώματά του προς την παραγωγή είχε εκφράσει τις αντιρρήσεις του για το πόσο αυθεντικό είναι μέρος των διαλόγων, ενώ παράλληλα τους είχε προειδοποιήσει ότι, αν το τελικό αποτέλεσμα ήταν μια βαρετή ταινία για τις εξαρτήσεις αντί για τη φιλία και την αφοσίωση, θα ένιωθε μεγάλη απογοήτευση.
Τέλος, τους ενημέρωσε ότι ήταν πολύ απασχολημένος με το επόμενο βιβλίο του για να ασχοληθεί με την ταινία πέρα από ένα σύντομο πέρασμα που έκανε μπροστά από την κάμερα. «Ο Ιρβιν μού είπε ότι δεχόταν διαρκώς προτάσεις από σκηνοθέτες που ήθελαν να μεταφέρουν το βιβλίο στη μεγάλη οθόνη με το στιλ του Κεν Λόουτς. Ομως, για εκείνον, αυτή η ιστορία δεν αφορούσε στα ναρκωτικά αλλά σε μια παρέα νέων ανθρώπων», λέει ο Γκλένι στον «Guardian» και προσθέτει: «Οταν είδε την προηγούμενη ταινία του Ντάνι Μπόιλ, τα “Μικρά εγκλήματα μεταξύ φίλων”, σκέφτηκε ότι θα ήταν ωραίο αν η νέα ταινία είχε το πνεύμα εκείνης. Τους έδωσε τη συγκατάθεσή του θεωρώντας ότι το βιβλίο του ήταν πολύ ζωντανό και δεν υπήρχε περίπτωση να αλλάξει. Τους άφησε να κάνουν ό,τι θέλουν στην ταινία».
Κριτική
Από την πλευρά του ο Ντάνι Μπόιλ ήθελε να φτιάξει μια ταινία ενηλικίωσης που θα έφερνε ξανά τα νέα παιδιά στο σινεμά. Οταν έκανε πρεμιέρα, η κριτική το υποδέχθηκε με πολύ θερμά σχόλια, αλλά υπήρχαν και συζητήσεις που θεωρούσαν ότι πρόκειται για μια ταινία που μυθοποιεί τη χρήση ναρκωτικών.
Ο Γκλένι υποστηρίζει ότι κάτι τέτοιο δεν ήταν ποτέ στις προθέσεις της παραγωγής. «Πρωταρχικός τους στόχος ήταν να αφηγηθούν την ιστορία μιας παρέας και να εξηγήσουν τους λόγους για τους οποίους έκαναν χρήση ναρκωτικών. Ηθελαν να δείξουν ότι στην αρχή νιώθεις ωραία. Αλλωστε, κανείς δεν θα έκανε χρήση αν δεν ένιωθε ωραία. Ομως, όταν τα ναρκωτικά αρχίσουν να ελέγχουν τη ζωή σου, τότε μετατρέπονται σε εφιάλτη. Και ήθελαν να το δείξουν κι αυτό».
Η Miramax του Χάρβι Γουάινστιν ανέλαβε τη διανομή της ταινίας στις ΗΠΑ με μεγάλη επιτυχία, αλλά, όταν εκείνος ενημερώθηκε ότι δεν θα γινόταν το ίδιο με την επόμενη ταινία του Ντάνι Μπόιλ, του σεναριογράφου Τζον Χοτζ και του παραγωγού Αντριου Μακντόναλντ, το «Μια αλλιώτικη ζωή» με τον Γιούαν Μακ Γκρέγκορ και την Κάμερον Ντίαζ, έγινε έξαλλος. Σε μια συνάντησή του με τον παραγωγό Αντριου Μακντόναλντ, τον έσπρωξε στον τοίχο και του φώναζε από απόσταση αναπνοής. «Ηταν ένας τραμπούκος και δεν θέλαμε να δουλέψουμε ξανά μαζί του. Τόσο απλά», λέει ο Μακντόναλντ.
«Το “Trainspotting” ήταν ταινία της εποχής του, αλλά παραμένει ένα φιλμ που μπορεί κανείς να δει σήμερα ευχάριστα. Μερικές ταινίες εκφράζουν τους καιρούς τους, αλλά δεν αντέχουν στο πέρασμα του χρόνου. Το “Trainspotting” άντεξε. Στα χαρτιά, θα μπορούσε να είναι απλά μια ιστορία φίλων, αλλά τελικά αψήφησε ταμπέλες και κατηγοριοποιήσεις. Οι συντελεστές του ήθελαν να φτιάξουν μια ταινία για να δουν τους νέους της Βρετανίας να επιστρέφουν στις κινηματογραφικές αίθουσες. Φαινόταν αδύνατο, αλλά τελικά τα κατάφεραν», συνοψίζει ο Γκλένι.
Από την έντυπη έκδοση του Ελεύθερου Τύπου
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, ανά πάσα στιγμή στο EleftherosTypos.gr