Τα διηγήματα θα σας κρατήσουν συντροφιά τον Αύγουστο και τον Σεπτέμβριο.
Επιμέλεια: Ελπιδοφόρος Ιντζέμπελης
O γρίφος
Εριχνε μια λεπτή βροχή που κεντούσε τα τοπία. Η Μαίρη κοντοστάθηκε, προσπάθησε να ανοίξει την ομπρέλα της, αλλά ο μηχανισμός δεν δούλεψε. Σήκωσε το βλέμμα της στον ουρανό. H βροχή δυνάμωνε. Ετρεξε κάτω από ένα μπαλκόνι, αλλά ένιωσε την υγρασία να απλώνεται στο σώμα της. Τα ρούχα της είχαν ποτίσει. Απ’ το πρωί βρισκόταν στο ατελιέ της μοδίστρας για την τελευταία πρόβα. Ωραίο το φόρεμα που της είχε ράψει, πράσινο με ζώνη που έδενε σε φιόγκο και βαθιές πιέτες. Ενας άσπρος γιακάς στόλιζε το ντεκολτέ μαζί με μια σειρά κουμπιά που κατέβαιναν ως τον ποδόγυρο.
-Μην το βγάλεις, της είπε η μοδίστρα μπροστά στον καθρέφτη. Σου πάει πολύ. Ταιριάζει με τα μαλλιά σου.
– Δεν πιστεύω να βρέξει, έκανε η Μαίρη κι έριξε μια ματιά απ’ το παράθυρο.
– Θα σου δώσω την ομπρέλα μου.
Μόνο που η ομπρέλα της δεν άνοιξε την κρίσιμη στιγμή και η βροχή είχε στο μεταξύ δυναμώσει. Χτυπούσε τώρα λοξά. Θα προσπαθούσε να τρέξει ως το σπίτι της. Αλλωστε δεν ήταν μακριά. Το σπίτι της Μαίρης ήταν μια έπαυλη μπροστά στη θάλασσα. Ο άντρας της, ο Πέτρος Σωφρονίου, ήταν ο μεγαλύτερος κτηνοτρόφος του νησιού. Πεθαίνοντας από εκφυλιστικό νόσημα, της άφησε μια σημαντική περιουσία, που η ίδια σπαταλούσε ασύστολα. Ομορφη γυναίκα, λεπτή με γαλάζια μάτια και κόκκινα μαλλιά, κοντά στα σαράντα, γινόταν συχνά η πέτρα του σκανδάλου στη μικρή κοινωνία του νησιού. Διατηρούσε σχέσεις με παντρεμένους, έμπλεκε με μικρότερους και είχε καταντήσει μόνιμη απειλή για τον γυναικείο πληθυσμό. Αντροχωρίστρα, την αποκαλούσαν στο νησί. Κοίταξε πάλι τον μπουκωμένο ουρανό. Ενιωθε άσχημα, το κεφάλι της είχε αρχίσει να πονάει, το στομάχι της γύριζε, της ερχόταν να κάνει εμετό. Περίεργο, σκέφτηκε. Δεν έφαγα τίποτα απ’ το πρωί, ήπια έναν καφέ στο σπίτι κι ούτε άγγιξα το γλυκό που μου κέρασε η μοδίστρα. Στάθηκε κάτω από ένα υπόστεγο τρέμοντας. Αισθάνθηκε πως έχανε τις δυνάμεις της. Ταλαντεύτηκε για λίγα λεπτά και σωριάστηκε κάτω. Το ασθενοφόρο που ήρθε με καθυστέρηση τη μετέφερε στο ιατρικό κέντρο του νησιού που διέθετε έναν γιατρό και μια νοσοκόμα. Ο γιατρός την εξέτασε και διέγνωσε τροφική δηλητηρίαση.
-Θα σας κάνουμε πλύση στομάχου και θα γυρίσετε σπίτι σας. Δεν είναι τίποτα, την καθησύχασε.
Ομως η ωραία Μαίρη τον κοίταξε με σβησμένο βλέμμα και βγάζοντας ένα βαθύ αναστεναγμό, παρέδωσε το πνεύμα της.
[fwduvp preset_id=”test” playlist_id=”Test”]
Ο αστυνόμος Μαυρογόνατος διάβαζε ένα βίπερ στο κρεβάτι, όταν χτύπησε το τηλέφωνο και του είπαν απ’ το Τμήμα ότι είχαν ένα περίεργο περιστατικό θανάτου. Απάντησε με τη χαρακτηριστική φράση «ες αύριον τα σπουδαία», έκλεισε το τηλέφωνο μαζί με το βιβλίο κι έπεσε να κοιμηθεί. Το άλλο πρωί ξεκίνησε για το σπίτι της Σωφρονίου. Βρήκε την υπηρέτρια κι ένα κηπουρό να σκαλίζει στον κήπο. Η κοπέλα ήταν σοκαρισμένη. Η Σωφρονίου είχε φύγει την προηγουμένη το πρωί για τη μοδίστρα, όπως του είπε και δεν ξαναγύρισε. Και μάλιστα έλειπε κι η ίδια εκείνο το πρωί, είχε πάει για ψώνια. Τώρα ετοίμαζε την κηδεία της κυρίας της.
-Η Σωφρονίου είχε καμιά σχέση τελευταία; τη ρώτησε ο Μαυρογόνατος.
-Ερχόταν πότε- πότε κάποιος και την «έβλεπε».
-Πώς τον έλεγαν, ξέρεις;
Η υπηρέτρια χαμήλωσε το βλέμμα της.
-Αλέξανδρο.
Ο αστυνομικός κούνησε το κεφάλι του. Κάτι είχε ακούσει για τον δεσμό της Σωφρονίου με τον Αλέξανδρο Αϊβάζη, παντρεμένο επιχειρηματία με δύο παιδιά. Ηθελε όμως να το επιβεβαιώσει. Δεν υπάρχει καπνός χωρίς φωτιά, σκέφτηκε. Χαιρέτησε βιαστικά την υπηρέτρια και πήρε τον δρόμο για το ατελιέ της μοδίστρας. Χτύπησε επίμονα το κουδούνι της, καθώς εκείνη αργούσε να ανοίξει. Και μπήκε αμέσως στο θέμα.
-Εμαθα ότι η Σωφρονίου πέρασε χθες από σας.
-Ναι, ήρθε να παραλάβει το φόρεμα που της έραψα, τον κοίταξε με ψύχραιμο βλέμμα εκείνη.
-Της κεράσατε τίποτα;
-Ενα γλυκό, αλλά δεν το έφαγε.
-Ξέρετε ότι πέθανε από τροφική δηλητηρίαση, ξαναρώτησε ο Μαυρογόνατος.
-Οχι, έκανε έκπληκτη εκείνη.
-Ο Αλέξανδρος Αϊβάζης είναι αδελφός σας. Σωστά;
Κούνησε καταφατικά το κεφάλι της.
-Τελευταία έκλεισε την επιχείρησή του. Πτώχευσε. Το ξέρετε;
-Το ξέρω, αλλά γιατί μου τα ρωτάτε αυτά;
-Γιατί ψάχνω τον δολοφόνο, έκανε κοφτά εκείνος. Αυτή είναι η δουλειά μου, να ρωτάω.
-Κι εγώ τι σχέση έχω με την υπόθεση;
Ο Μαυρογόνατος δεν απάντησε. Το βλέμμα του έπεσε σ’ ένα φιγουρίνι πάνω στον πάγκο ανάμεσα σε σύνεργα ραπτικής: κλωστές, καρφίτσες, ψαλίδια, μεζούρες, πατρόν. Μια ραπτομηχανή φαινόταν στο βάθος κι ένας τεράστιος καθρέφτης μεγάλωνε εντυπωσιακά το χώρο.
-Ποιο φόρεμα διάλεξε η Σωφρονίου; Ρώτησε.
Εκείνη πήρε το φιγουρίνι και το ξεφύλλισε νευρικά. Σταμάτησε σε μια διπλωμένη σελίδα και του έδειξε ένα πράσινο φόρεμα. Ο Μαυρογόνατος στάθηκε σε μια σημείωση κάτω απ’ την εικόνα και διάβασε «το πράσινο του Scheele».
-Tι σημαίνει αυτό; Ρώτησε τη μοδίστρα.
-Μια απόχρωση, υποθέτω.
-Αλήθεια, η γυναίκα του αδελφού σας γνώριζε τη σχέση του άντρα της με τη Σωφρονίου;
-Μην πιάνετε στο στόμα σας την οικογένειά μου, φώναξε ενοχλημένη εκείνη. Τι κάνετε; Προσπαθείτε να μας ενοχοποιήσετε;
-Ισως, απάντησε ειρωνικά ο Μαυρογόνατος και γυρίζοντας την πλάτη κατευθύνθηκε προς την πόρτα. Θα ξανάρθω, της πέταξε.
Πήρε τον δρόμο για το σπίτι του Αϊβάζη, αλλά ξαφνικά σταμάτησε. Ενα φως άναψε στο βάθος του μυαλού του. Αυτό το πράσινο του Scheele… κάπου το είχε ξαναδιαβάσει. Τάχυνε το βήμα του, έφτασε στο κτίριο της Αστυνομίας κι ανέβηκε τρέχοντας στο γραφείο του. Ανοιξε το λάπτοτ και γκουγκλάρισε τη φράση. Ενα χαμόγελο ικανοποίησης σχηματίστηκε στα χείλη του. Γύρισε στον βοηθό του και είπε.
-Δεν θα γίνει σήμερα η κηδεία της Σωφρονίου. Το φόρεμά της πρέπει να σταλεί στο Χημείο. Η μοδίστρα μάλλον πότισε τις κλωστές του με αρσενικό. Επεισε και τη Σωφρονίου να το φορέσει τη μέρα που έβρεχε. Το πράσινο του Scheele, επανέλαβε. Μια απόχρωση που σκότωνε στο παρελθόν. Συμβολική η ονομασία της, αλλά πραγματική η εφαρμογή της. Δοκιμασμένη μέθοδος που προκαλούσε συμπτώματα τροφικής δηλητηρίασης απ’ το πότισμα του υφάσματος με αρσενικό που όμως του έδινε ένα φωτεινό πράσινο. Ο γρίφος λύθηκε. Οσο για τους ενόχους στην περίπτωσή μας είναι πάνω από δύο, μουρμούρισε και άναψε τσιγάρο. Εχουμε όμως ακόμα πολλή δουλειά μπροστά μας.
WHO IS WHO Κατερίνα Καριζώνη
Η Κατερίνα Καριζώνη σπούδασε Οικονομικά και είναι διδάκτορας των Οικονομικών Επιστημών του ΑΠΘ.
Εγραψε ποίηση, παραμύθια, μυθιστορήματα. Μερικά από αυτά είναι «Ο άγγελός μου ήταν έκπτωτος», «Βαλς στην Ομίχλη», «Η πόλη των αθώων», «Το Λυκόφως του Αιγαίου».
Από την έντυπη έκδοση
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, ανά πάσα στιγμή στο EleftherosTypos.gr