Παρότι παραμένει ένας από τους πλέον αναγνωρίσιμους ηθοποιούς του πλανήτη, για τη ζωή του και την καριέρα του δεν γνωρίζουμε πολλά πράγματα, ίσως γιατί έμεινε έξω από κουτσομπολιά ή ροζ ιστορίες που τροφοδοτούν τη φαντασία.
Σε λίγες ημέρες συμπληρώνονται 100 χρόνια από τη γέννησή του (1η Απριλίου 1920) και είναι μία εξαιρετική ευκαιρία να γνωρίσουμε καλύτερα τον πρωταγωνιστή του Ακίρα Κουροσάβα, αλλά και την ιστορία με την οποία ψυχράθηκαν οι σχέσεις τους, διακόπτοντας την ανεπανάληπτη συνεργασία τους.
Ένα αστέρι μακριά από το σταρ σύστεμ
Ο Τοσίρο Μιφούνε γεννήθηκε στην κινεζική πόλη Σαντόνγκ και σε ηλικία 26 ετών υπέγραψε το πρώτο του συμβόλαιο με την κινηματογραφική εταιρεία “Τόχο”. Η ζωή του θα μπορούσε να χαρακτηριστεί και μουντή, καθώς δεν ήθελε να είναι σταρ, παραμένοντας μακριά από το σταρ σύστεμ και τις εμφανίσεις στο διεθνές τζετ σετ, προτιμώντας να πίνει το ποτό του, το οποίο αγαπούσε ιδιαιτέρως.
Η συνάντηση με τον Κουροσάβα
Μετά από την πρώτη του εμφάνιση στο φιλμ “Οι Τρελοί Καιροί” το 1947, θα συναντηθεί με τον Κουροσάβα για το κλασικό “Ρασομόν” (1950) που κέρδισε τον Χρυσό Λέοντα στη Βενετία και Τιμητικό Όσκαρ, βάζοντας τον ιαπωνικό κινηματογράφο στον παγκόσμιο χάρτη. Ακολούθησε το αριστουργηματικό “Επτά Σαμουράι”, που το ριμέικ από τον Τζον Στάρτζες “Και οι Επτά Ήταν Υπέροχοι” γνώρισε ανάλογη επιτυχία. Ο θαυμάσιος Γιουλ Μπρίνερ, που κράτησε το ρόλο του Μιφούνε, ήταν εξαιρετικός, αλλά δεν μπόρεσε να ξεπεράσει το πρωτότυπο, καθώς ο Ιάπωνας ηθοποιός ήταν ασύγκριτα υποβλητικός. Ίσως γι’ αυτό πέρασε στο παγκόσμιο κοινό και ως ο τελευταίος σαμουράι.
Θα παίξει σε τρία φιλμ του Χιρόσι Ιναγκάκι την “Τριλογία του Σαμουράι” (1954-1956) και το 1957 θα πρωταγωνιστήσει στο “Θρόνο του Αίματος” του Κουροσάβα, την καλύτερη διασκευή του “Μάκμπεθ”, μεταφερμένη στον ιαπωνικό μεσαίωνα. Επίσης, θα παίξει στο περίφημο “Γιοζίμπο” την ταινία που θα εμπνεύσει τον Σέρτζιο Λεόνε να γυρίσει το κλασικό φιλμ-σπαγγέτι “Για Μια Χούφτα Δολάρια”.
NICK HARKAWAY στον ΕΤ: «Ο Ψυχρός Πόλεμος είναι δυστυχώς επίκαιρος»
Η φήμη του είχε φτάσει στην κορυφή και αυτός είναι ο λόγος που άρχισε να τον ζητούν να πρωταγωνιστήσει και σε διεθνείς παραγωγές, κάποιες φορές, ωστόσο, σε αμφίβολης ποιότητας ταινίες, θέλοντας να εκμεταλλευθούν το όνομά του. Ωστόσο, είχε προηγηθεί το σπάσιμο του στενού δεσμού του με τον Κουροσάβα.
Ο καταραμένος “Κοκκινογένης”
Όλα ξεκίνησαν το 1965, με την ταινία “Ο Κοκκινογένης”, μια επική ιστορία για την πρώιμη ιαπωνική ιατρική, που είχε προγραμματιστεί για γυρίσματα 50 ημερών, αλλά ολοκληρώθηκε μετά από ένα έτος! Ο Μιφούνε, που είχε δημιουργήσει τη δική του εταιρεία παραγωγής, εγκλωβίστηκε με τα παρατεταμένα γυρίσματα του τελειομανή Κουροσάβα και χωρίς να έχει τη δυνατότητα να σπάσει το συμβόλαιό του, έχασε ευκαιρίες και για άλλους ρόλους, αλλά και πολύτιμο χρόνο για να βγάλει από το οικονομικό αδιέξοδο τη δική του εταιρεία. Αυτό δεν το συγχώρεσε ποτέ στον Κουροσάβα, που συμπεριφερόταν ως αυτοκράτορας στους ηθοποιούς του και στα μέλη του συνεργείου του και ήθελε απόλυτη προσήλωση στην ταινία που γύριζε.
Εκτός Ιαπωνίας
Η καριέρα του στη Δύση δεν ήταν ανάλογη με αυτή της Ιαπωνίας. Κάποιοι του χρεώνουν τη μέτρια γνώση των αγγλικών, αλλά το σημαντικότερο ήταν η απόσταση που χώριζε τον τεράστιο Κουροσάβα ή τον Όζου με τους Αμερικανούς σκηνοθέτες, με τους οποίους δούλεψε. Ωστόσο, υπήρξαν και κάποιες καλές ταινίες που έπαιξε, όπως στα “Λιοντάρια του Ειρηνικού” (1969) μαζί με τον Λι Μάρβιν και σε σκηνοθεσία Τζον Μπούρμαν, στη “Μονομαχία στον Κόκκινο Ήλιο” (1971) δίπλα στους Αλέν Ντελόν, Τσαρλς Μπρόνσον και Κλάουντια Καρντινάλε και στη “Ναυμαχία του Μίντγουεϊ” (1976) έχοντας ως συμπρωταγωνιστές τους γερόλυκους του αμερικανικού σινεμά Χένρι Φόντα, Τσαρλς Ίστον, Γκλεν Φορντ και Τζέιμς Κόμπερν.
Επίσης, τεράστια επιτυχία είχε και στην τηλεοπτική σειρά “Σογκούν, ο Μεγάλος Σαμουράι” (1981) δίπλα στον Ρίτσαρντ Τσάμπερλαϊν, ένα σίριαλ που βασίστηκε στο ομότιτλο μπεστ σέλερ του Τζέιμς Κλάβελ, το στόρι του οποίου τοποθετείται στην Ιαπωνία του 17ου αιώνα και που γυρίστηκε εξ ολοκλήρου στην Ιαπωνία.
Ο Τοσίρο Μιφούνε, που πέθανε στις 24 Δεκεμβρίου του 1997 και το τελευταίο διάστημα της ζωής του ταλαιπωρήθηκε από τη νόσο του Αλτσχάιμερ, άφησε πίσω του τρία παιδιά και πάνω από 160 ταινίες, πολλές απ’ τις οποίες θα κοσμούν για πάντα τη λίστα με τις κορυφαίες δημιουργίες όλων των εποχών, ενώ θα μείνει και ως ο κορυφαίος πρωταγωνιστής του Κουροσάβα.