Συγκριμένα η έκθεση του διοικητή της ΤτΕ προβλέπει ανάπτυξη 2,2% για φέτος και 2,5% για το 2025, για να υποχωρήσει ελαφρά στο 2,3% στο 2026 με οδηγούς τις επενδύσεις, την ιδιωτική κατανάλωση και τις εξαγωγές. Στο κρίσιμο πεδίο του πληθωρισμού, αναμένεται για το 2024 να διαμορφωθεί σε 3%, από 4,2% το 2023.
Ανεργία – αμοιβές
Το ποσοστό ανεργίας εκτιμάται ότι θα διαμορφωθεί στο 10,5% το 2024, ενώ θα συνεχίσει να αποκλιμακώνεται με γρήγορο ρυθμό και θα φθάσει σε 8,7% το 2026. Οι ονομαστικές αμοιβές ανά απασχολούμενο αναμένεται ότι θα αυξάνονται με ρυθμούς γύρω στο 5% ετησίως, ως αποτέλεσμα κυρίως της εντεινόμενης στενότητας στην αγορά εργασίας.
Οσον αφορά τα δημοσιονομικά μεγέθη, σύμφωνα με τις προβλέψεις της Τραπέζης της Ελλάδος, με βάση τα διαθέσιμα στοιχεία και τις παρεμβάσεις που έχουν εξαγγελθεί, το πρωτογενές πλεόνασμα το 2024 προβλέπεται να αυξηθεί σε 2,1% του ΑΕΠ και το δημόσιο χρέος να αποκλιμακωθεί περαιτέρω σε 152,9% του ΑΕΠ.
Οι προκλήσεις
Παρά τη θετική πορεία της οικονομίας, υπάρχουν σημαντικές προκλήσεις που θα κρίνουν την επόμενη μέρα. Ειδικότερα σημειώνονται:
1 Η συνέχιση της αποκλιμάκωσης του γενικού πληθωρισμού και ιδιαίτερα του πληθωρισμού των ειδών διατροφής είναι βασική πρόκληση για την οικονομία και προϋποθέτει ενίσχυση των συνθηκών ανταγωνισμού στις αγορές προϊόντων.
2 Tο δημόσιο χρέος ως ποσοστό του ΑΕΠ, αν και κινείται καθοδικά τα τελευταία χρόνια, εξακολουθεί να είναι το υψηλότερο στην Ευρωπαϊκή Ενωση.
3 Κόκκινα δάνεια. Ο δείκτης Μη Εξυπηρετούμενων Δανείων (ΜΕΔ), παρά την αξιοσημείωτη αποκλιμάκωσή του, παραμένει σημαντικά υψηλότερος από τον μέσο όρο των τραπεζών της ευρωζώνης και επηρεάζει αρνητικά τη δυνατότητα νέου δανεισμού. Επίσης, εξακολουθούν να υπάρχουν προκλήσεις που συνδέονται με τη δυνατότητα διατηρήσιμης κερδοφορίας.
Όλγα Κεφαλογιάννη: Νέα χρονιά ρεκόρ το 2024 για τον ελληνικό τουρισμό
4 To χαμηλό επίπεδο συσσώρευσης παραγωγικού κεφαλαίου αποτελεί σημαντικό εμπόδιο στην αύξηση της παραγωγικότητας και τη σύγκλισή της με τον μέσο όρο της Ε.Ε. Oι επενδύσεις των νοικοκυριών σε ποσοστό του ΑΕΠ παρουσιάζουν σημαντική απόκλιση από τον μέσο όρο της ΕΕ (14,3% έναντι 22,0% στην Ε.Ε. το 2023).
5 Στην αγορά εργασίας, σύμφωνα με την έκθεση, παρατηρείται αναντιστοιχία μεταξύ ζητούμενων και προσφερόμενων θέσεων εργασίας, καθώς οι επιχειρήσεις δυσκολεύονται να βρουν κατάλληλους εργαζομένους για να καλύψουν τις ανάγκες τους.
Επιπλέον, όπως αναλύεται στην έκθεση, οι διαδοχικές αυξήσεις του κατώτατου μισθού, που οδήγησαν σε σωρευτική αύξησή του κατά περίπου 48% την τελευταία εξαετία, είχαν θετικές επιδράσεις στα μισθολογικά κλιμάκια έως τα επίπεδα των 1.100-1.200 ευρώ (λόγω επιδράσεων διάχυσης). Ωστόσο, σε υψηλότερα μισθολογικά κλιμάκια, όπου συνήθως βρίσκονται και πιο εξειδικευμένοι εργαζόμενοι, οι μισθοί παρέμειναν σχετικά σταθεροί σε ονομαστικούς όρους, ενώ σε πραγματικούς όρους μειώθηκαν σημαντικά λόγω του πληθωρισμού.
6 Το έλλειμμα του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών, παρότι υποχώρησε το 2023, αναμένεται να παραμείνει σε επίπεδα άνω του 5% του ΑΕΠ μεσοπρόθεσμα, κυρίως εξαιτίας των αυξημένων εισαγωγών που συνδέονται με την υλοποίηση των επενδύσεων που σχετίζονται με τον RRF.
7 Η σημαντική και συνεχιζόμενη αύξηση των τιμών των ακινήτων, η οποία οδηγεί και σε άνοδο των ενοικίων, αποτελεί μια σημαντική πρόκληση για το μέσο νοικοκυριό, καθώς καθιστά απαγορευτική την απόκτηση κατοικίας και αυξάνει σημαντικά το κόστος στέγασης, ειδικά για τα νέα ζευγάρια.
8 Χαμηλή διαρθρωτική ανταγωνιστικότητα: Σε όρους διαρθρωτικής ανταγωνιστικότητας, η κατάταξη της Ελλάδος σε σύνθετους δείκτες παρουσιάζει βελτίωση το 2024, αλλά το επιχειρηματικό περιβάλλον εξακολουθεί να είναι λιγότερο ελκυστικό από ό,τι στις περισσότερες χώρες της Ε.Ε. Τέλος, σημαντικές μεσομακροπρόθεσμες προκλήσεις αποτελούν η γήρανση του πληθυσμού, η αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής και η ενεργειακή μετάβαση.
Αυξημένο το όριο δαπανών μέχρι το 2027
Με όριο αύξησης των καθαρών πρωτογενών δαπανών το 3%, που αντιστοιχεί σε περίπου 3 δισ. ευρώ επί των καθαρών πρωτογενών δαπανών συνολικού ύψους 106 δισ., θα κινηθεί μέχρι και το 2027 η δημοσιονομική πολιτική στο μεσοπρόθεσμο δημοσιονομικό πλάνο που θα πρέπει να συμφωνήσει η Ελλάδα με τις Βρυξέλλες μέχρι και τον Σεπτέμβριο.
Την Παρασκευή δόθηκε μια αναβολή για τον Σεπτέμβριο από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή στην ανακοίνωση των οροφών των καθαρών πρωτογενών δαπανών για τα κράτη-μέλη, δηλαδή του μοναδικού κριτηρίου με το οποίο θα αξιολογείται η πορεία των τετραετών πλάνων για κάθε μία χώρα. Ωστόσο, κύκλοι του υπουργείου Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών άφηναν να εννοηθεί ότι η μέγιστη επιτρεπόμενη ετήσια αύξηση καθαρών πρωτογενών δαπανών θα είναι στην περιοχή του 3% (κατά μέσο όρο) ετησίως για την περίοδο 2025-2028. Υπενθυμίζεται ότι ο αντίστοιχος στόχος για το 2024 ήταν 2,6%.
Οι στόχοι επίτευξης καθαρών πρωτογενών δαπανών θα οριστικοποιηθούν μετά από τεχνικό διάλογο με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή και θα ενσωματωθούν στο Μεσοπρόθεσμο Δημοσιονομικό-Διαρθρωτικό Πρόγραμμα που θα κατατεθεί το φθινόπωρο από την Ελλάδα στην Επιτροπή.
Στο πλαίσιο αυτό κινείται και η απόφαση της κυβέρνησης για επιπλέον μέτρα ενίσχυσης των εισοδημάτων των πολιτών και περαιτέρω μείωσης βαρών για το 2025, ύψους 880 εκατ. ευρώ, όπως αυτά προβλέφθηκαν στο Πρόγραμμα Σταθερότητας του Απριλίου.
Ειδήσεις σήμερα
Ταξίδι στο χρόνο με το «καμηλάκι» της Μακεδονίας
Βρετανία: Σε ύψος ρεκόρ ο αριθμός των άστεγων στο Λονδίνο
Επιδόματα ΟΠΕΚΑ: Την Παρασκευή η πληρωμή στους ωφελούμενους
G20: Δειλά βήματα φορολόγησης των δισεκατομμυριούχων
Μητσοτάκης από Βρυξέλλες: Οι ελληνικές προτεραιότητες αποτυπώνονται στο κείμενο στρατηγικής της Ε.Ε.
Ύδρα: Εντοπίστηκαν ίχνη από κροτίδες στην παραλία κοντά στην οποία ξέσπασε η φωτιά