Βασικός στόχος των παρεμβάσεων που θα γίνουν είναι η εξάλειψη των στρεβλώσεων και των αδικιών, που έχουν διαπιστωθεί κατά την πολυετή εφαρμογή των ρυθμίσεων για τον εναλλακτικό τεκμαρτό προσδιορισμό του εισοδήματος των φυσικών προσώπων.
Η κυβέρνηση προτίθεται να προχωρήσει σε μια νέα φορολογική μεταρρύθμιση, που στοχεύει στη δικαιότερη κατανομή των φορολογικών βαρών ανάμεσα στα νοικοκυριά με την αλλαγή του τεκμαρτού τρόπου προσδιορισμού των φορολογητέων εισοδημάτων.
Σύμφωνα με πληροφορίες, οι παρεμβάσεις στο σύστημα των τεκμηρίων που προτίθεται να προωθήσει η κυβέρνηση περιλαμβάνουν:
1) Παρεμβάσεις στο «πόθεν έσχες» της εφορίας, δηλαδή στη νομοθεσία για τον τρόπο δικαιολόγησης των προστιθέμενων διαφορών φορολογητέου εισοδήματος που προκύπτουν με βάση τα τεκμήρια διαβίωσης και τις δαπάνες απόκτησης περιουσιακών στοιχείων.
Οι διατάξεις για το «πόθεν έσχες» της εφορίας, δηλαδή οι κανόνες με βάση τους οποίους οι φορολογούμενοι μπορούν να δικαιολογούν στην εφορία προστιθέμενες διαφορές φορολογητέου εισοδήματος προσδιοριζόμενες με βάση τα τεκμήρια διαβίωσης και τις δαπάνες απόκτησης περιουσιακών στοιχείων (τις δαπάνες αγοράς ακινήτων, αυτοκινήτων κ.λπ.), παρουσιάζουν προβλήματα που σε ορισμένες περιπτώσεις προκαλούν βλάβη στα συμφέροντα του Δημοσίου, ενώ σε ορισμένες άλλες περιπτώσεις δημιουργούν στρεβλώσεις και αδικίες εις βάρος των φορολογουμένων.
Στόχος του οικονομικού επιτελείου της κυβέρνησης είναι να πάψουν να υπάρχουν παράθυρα φοροαποφυγής στη νομοθεσία για τον τρόπο κάλυψης των πρόσθετων διαφορών εισοδήματος που προσδιορίζουν τα τεκμήρια.
Στο στόχαστρο έχει μπει το σύστημα της «ανάλωσης κεφαλαίου», με το οποίο οι φορολογούμενοι έχουν τη δυνατότητα να σχηματίζουν τεράστια ποσά αποταμιεύσεων από εισοδήματα παρελθόντων ετών και να τα αξιοποιούν για να καλύπτουν άνετα μεγάλες διαφορές τεκμηρίων και να αποφεύγουν πολύ εύκολα την πληρωμή φόρων εισοδήματος κάθε επόμενη χρονιά κατά την οποία το άθροισμα των τεκμηρίων διαβίωσης και απόκτησης περιουσιακών στοιχείων είναι μεγαλύτερο από τα δηλωθέντα εισοδήματά τους. Το σύστημα αυτό, έτσι όπως λειτουργεί, έχει διαπιστωθεί ότι αφήνει ορθάνοιχτα παράθυρα φοροαποφυγής.
Συγκεκριμένα, το σύστημα αυτό δίνει τη δυνατότητα στους φορολογουμένους να επικαλούνται τεράστια πλασματικά ποσά αποταμιεύσεων από εισοδήματα παρελθόντων ετών για να καλύπτουν τεκμήρια. Τα ποσά αυτά «χτίζονται» εικονικά, καθώς η ισχύουσα νομοθεσία δεν προβλέπει περιορισμούς στον αριθμό των παρελθόντων ετών στα οποία μπορεί να ανατρέξει ο φορολογούμενος για να επικαλεστεί κτηθέντα εισοδήματα που δεν αναλώθηκαν.
Δηλαδή, κάθε φορολογούμενος έχει δικαίωμα να ανατρέξει όσο θέλει στο παρελθόν και να επικαλεστεί εισοδήματα πολλών δεκαετιών, ακόμη και των δεκαετιών του ’70, του ’80 και του ’90, χωρίς κανέναν έλεγχο από τις φορολογικές Αρχές. Αρκεί να έχει κρατήσει άθικτα τα αντίγραφα των εντύπων των φορολογικών δηλώσεων που είχε υποβάλει σε έντυπη μορφή όλα αυτά τα έτη!
Με βάση, λοιπόν, τα εισοδήματα που δήλωσε σε βάθος… δεκαετιών, κάθε φορολογούμενος μπορεί να σχηματίσει ένα τεράστιο ποσό κεφαλαίου «μη αναλωθέντων εισοδημάτων παρελθόντων ετών» -ένα εικονικό ποσό αποταμίευσης παρελθόντων ετών- από το οποίο στη συνέχεια μπορεί να εμφανίζει κάθε χρόνο ένα τμήμα ως αναλωθέν, ώστε στη φορολογική δήλωση του αντίστοιχου φορολογικού έτους να φαίνεται ότι καλύπτει πάντα τα πρόσθετα ποσά φορολογητέου εισοδήματος που του προσδιορίζουν τα τεκμήρια διαβίωσης και τυχόν πραγματικές δαπάνες απόκτησης περιουσιακών στοιχείων που έχει δηλώσει, όσο μεγάλα κι αν είναι αυτά. Ετσι, αξιοποιώντας τη νόμιμη αυτή μέθοδο μπορεί να αποφεύγει μονίμως και νομοτύπως τη φορολόγηση με βάση τα τεκμήρια. Με αυτόν τον τρόπο, δηλαδή, κάθε επιτήδειος φοροφυγάς καταφέρνει και να δηλώνει σκόπιμα χαμηλό πραγματικό εισόδημα και να μην τον «πιάνουν» τα τεκμήρια.
Ο μόνος περιορισμός που προβλέπει η νομοθεσία για τη μέθοδο κάλυψης τεκμηρίων μέσω της «ανάλωσης κεφαλαίου από εισοδήματα παρελθόντων ετών» είναι ότι υποχρεώνει τον φορολογούμενο να αφαιρεί από το συνολικό ετήσιο εισόδημα κάθε έτους που επικαλείται τα ποσά των τεκμηρίων διαβίωσης και τυχόν δαπάνες απόκτησης περιουσιακών στοιχείων που τον βάρυναν εκείνη τη χρονιά.
Από εκεί και πέρα μπορεί να χρησιμοποιεί ολόκληρο το υπόλοιπο που απομένει ως ποσό «εισοδήματος παρελθόντος έτους» για να καλύψει τεκμήρια. Ομως, αυτός ο περιορισμός δεν επαρκεί για να μειώσει το ύψος του εικονικού ποσού αποταμίευσης παρελθόντων ετών που μπορεί να επικαλεστεί ο φορολογούμενος, διότι τα ποσά των τεκμηρίων διαβίωσης τα οποία είναι συνήθως τα μόνα που εμφανίζονται στη φορολογική δήλωση κάθε παρελθόντος έτους δεν αντιπροσωπεύουν από μόνα τους τις πραγματικές δαπάνες που έχει κάθε χρόνο ο φορολογούμενος.
Ουσιαστικά, κατά τον σχηματισμό του «κεφαλαίου από εισοδήματα παρελθόντων ετών», δεν αφαιρούνται από τα ετήσια δηλωθέντα εισοδήματα κάθε έτους οι ετήσιες πραγματικές δαπάνες που πραγματοποίησε ο φορολογούμενος το ίδιο έτος για ενοίκια, ασφάλιστρα, αγορές καταναλωτικών αγαθών, πληρωμές φόρων και λογαριασμών ΔΕΚΟ και πλήθος άλλων δαπανών της καθημερινότητας, οι οποίες στην πραγματικότητα μειώνουν στο ελάχιστο τα περιθώρια αποταμίευσης ή τα εκμηδενίζουν! Από τα εισοδήματα κάθε παρελθόντος έτους που επικαλείται ο φορολογούμενος αφαιρούνται, δηλαδή, κατά κανόνα μόνο τα ήδη προκαθορισμένα ποσά τεκμηρίων διαβίωσης που προβλέπει η νομοθεσία και το τεράστιο υπόλοιπο ποσό που απομένει σε πολλές περιπτώσεις θεωρείται «αποταμίευση», δηλαδή κεφάλαιο που δεν αναλώθηκε και αξιοποιείται για την παράκαμψη των τεκμηρίων!
Το σύστημα αυτό επανεξετάζεται, με σκοπό να αναμορφωθεί, ώστε να μην επιτρέπει καταστρατηγήσεις και φαινόμενα φοροαποφυγής. Οι τροποποιήσεις που μελετώνται προβλέπουν, κατ’ αρχάς, περιορισμό στον αριθμό των παρελθόντων ετών στα οποία θα μπορεί να ανατρέξει ο φορολογούμενος και εξαιρέσεις από αυτόν τον περιορισμό μόνο εφόσον υπάρχουν αποδεικτικά στοιχεία για την ύπαρξη μεγάλων ποσών αποταμίευσης σχηματισμένων κατά τη διάρκεια μεγάλου αριθμού ετών, όπως π.χ. στοιχεία για κινήσεις τραπεζικών λογαριασμών. Επιπλέον, οι δαπάνες που θα αφαιρούνται από τα ετήσια εισοδήματα των παρελθόντων ετών θα είναι οι πραγματικές ετήσιες δαπάνες των φορολογουμένων και όχι πλασματικά ποσά δαπανών.
2) Αλλαγές στον τρόπο υπολογισμού των τεκμηρίων διαβίωσης για κατοικίες, Ι.Χ. αυτοκίνητα και σκάφη αναψυχής. Θα τροποποιηθεί το σύστημα προσδιορισμού των ποσών των τεκμηρίων διαβίωσης, ώστε αυτά να προσεγγίζουν περισσότερο το πραγματικό ετήσιο κόστος συντήρησης και χρήσης των συγκεκριμένων περιουσιακών στοιχείων. Π.χ. για τις κατοικίες εξετάζεται να λαμβάνονται υπ’ όψιν και άλλα κριτήρια, όπως η παλαιότητα, στοιχεία πραγματικού κόστους χρήσης και συντήρησης, ενεργειακή κατηγορία κ.λπ., ενώ για τα Ι.Χ. αυτοκίνητα εξετάζεται να λαμβάνεται υπ’ όψιν το γεγονός ότι όσο πιο παλαιά είναι τόσο μεγαλύτερο είναι το κόστος επισκευής και συντήρησης. Γενικά, οι κλίμακες αλλά και τα κριτήρια προσδιορισμού των ποσών των τεκμηρίων θα αλλάξουν, προκειμένου αυτά να γίνουν δικαιότερα και αποτελεσματικότερα. Σε κάθε περίπτωση, όμως, η κατεύθυνση που έχει δοθεί είναι τα νέα ποσά που θα προκύψουν να είναι μειωμένα μεσοσταθμικά κατά 30% σε σύγκριση με τα ισχύοντα σήμερα.
3) Τροποποιήσεις στις διατάξεις για τα ελάχιστα ποσά τεκμηρίων διαβίωσης των 3.000 ευρώ για τους αγάμους και των 5.000 ευρώ για τους εγγάμους ή τους συνάψαντες σύμφωνα συμβίωσης. Τα ποσά αυτά ενδέχεται να μειωθούν ή και να παραμείνουν σε ισχύ μόνο για όσους φορολογουμένους δεν βαρύνονται από άλλα τεκμήρια διαβίωσης. Δηλαδή, τα ποσά ελάχιστων τεκμηρίων διαβίωσης, είτε μειωθούν είτε όχι, εξετάζεται να ισχύουν μόνο για όσους «φιλοξενούνται» σε σπίτια γονέων ή συγγενών τους και ταυτόχρονα δεν έχουν στο όνομά τους άλλα περιουσιακά στοιχεία που θεωρούνται τεκμήρια διαβίωσης, όπως αυτοκίνητα, σκάφη και πισίνες. Αν διαθέτουν τέτοια περιουσιακά στοιχεία, τα τεκμήρια διαβίωσης που αναλογούν σε αυτά εξετάζεται να μην προστίθενται στα ελάχιστα ποσά τεκμηρίων.
Οι ακραίες περιπτώσεις
4) Εξάλειψη στρεβλώσεων και αδικιών που προκαλεί ο προσδιορισμός του φορολογητέου εισοδήματος με βάση τα τεκμήρια διαβίωσης. Οι ακραίες περιπτώσεις υπερφορολόγησης νοικοκυριών με πολύ χαμηλά εισοδήματα, λόγω της εφαρμογής των τεκμηρίων διαβίωσης και του χαρακτηρισμού του εισοδήματος που προσδιορίζεται με βάση τα τεκμήρια ως εισοδήματος ως προερχόμενου από επιχειρηματική δραστηριότητα, θα επιδιωχθεί να εξαλειφθούν. Στόχος είναι να πάψει να παρατηρείται το φαινόμενο οικογένειες με πενιχρά πραγματικά ετήσια εισοδήματα να καλούνται να πληρώνουν φόρους εισοδήματος δυσανάλογα υψηλούς των πραγματικών τους εισοδημάτων, ακόμη και μεγαλύτερους από τα εισοδήματά τους!