Σχολιάζοντας τη θέση του κ. Παπαλεξόπουλου ότι παρά τα βήματα που έχουν γίνει τα τελευταία χρόνια το μη μισθολογικό κόστος στην Ελλάδα είναι πολύ υψηλό και πρέπει η μείωσή του να είναι από τις φορολογικές προτεραιότητες της κυβέρνησης, ο κ. Μητσοτάκης, αφού σχολίασε χαριτολογώντας «ας αφήσουμε και κάτι για τη δεύτερη τετραετία», επεσήμανε ότι έχει δίκιο ο πρόεδρος του ΣΕΒ όταν μιλά για το μη μισθολογικό κόστος και πρόσθεσε: «Πράγματι, εάν υπήρχε ή όταν θα δημιουργήσουμε πρόσθετο δημοσιονομικό χώρο, σε συνδυασμό βέβαια και με τις αναλύσεις που κάνουμε για το μέλλον του ασφαλιστικού μας συστήματος, η προτεραιότητα που θα έθετα θα ήταν, όντως, στην περαιτέρω μείωση των εργοδοτικών εισφορών».
Ο κ. Μητσοτάκης αναφέρθηκε εκ νέου και στα μέτρα στήριξης νοικοκυριών και επιχειρήσεων απέναντι στις ανατιμήσεις στην ενέργεια και κατέστησε σαφές ότι η κυβέρνηση θα συνεχίσει την πολιτική των στοχευμένων παρεμβάσεων που, όπως είπε, «είναι επιβεβλημένες και κοινωνικά δίκαιες».
Υπογράμμισε ότι «το να μειώναμε οριζόντια κάποιους φόρους κατανάλωσης θα ήταν όχι μόνο μία μεγάλη δημοσιονομική επιβάρυνση, αλλά δεν θα ήταν μία στοχευμένη πολιτική» και αναφερόμενος στην προαναγγελθείσα νέα παρέμβαση στα καύσιμα ξεκαθάρισε για τη βενζίνη ότι δεν θα είναι οριζόντια ως προς τη μείωση του φόρου.
«Θα κινηθούμε πιο ενισχυμένα στη στοχευμένη λογική που ακολουθήσαμε, η οποία δεν επιβραβεύει οριζόντια αυτούς που έχουν τη δυνατότητα σήμερα να ανταποκριθούν στις αυξήσεις των τιμών», σημείωσε.
Σε ό,τι αφορά το κόστος της ηλεκτρικής ενέργειας, αναφέρθηκε στο επικείμενο άνοιγμα της πλατφόρμας επιστροφής της υπερβάλλουσας δαπάνης των προηγούμενων μηνών, ενώ τόνισε ότι στόχος της πιο δομικής παρέμβασης από αρχές Ιουλίου είναι «να δώσουμε προβλεψιμότητα στο μέσο κόστος ενέργειας για νοικοκυριά και επιχειρήσεις».
«Εχω πλήρη αίσθηση της επιδείνωσης του προϋπολογισμού των νοικοκυριών και των επιχειρήσεων λόγω του πληθωρισμού, όμως από την άλλη έχουμε ακόμα αντοχές ως οικονομία», υπογράμμισε εξάλλου ο πρωθυπουργός υπεραμυνόμενος και της πολύ πιο γενναίας αύξησης στον κατώτατο μισθό, για την οποία εκτίμησε ότι οι επιχειρήσεις μπορούν να την απορροφήσουν.
Οπως είπε, η κυβέρνηση προχώρησε σε αυτή την αύξηση γιατί «θεωρούμε ότι πρέπει η αναπτυξιακή δυναμική και το μέρισμα ανάπτυξης να επιμερίζεται δίκαια στους εργαζομένους ξεκινώντας από αυτούς που εισπράττουν σήμερα τα λιγότερα».
Ο πρωθυπουργός αναγνώρισε το πρόβλημα του υψηλού πληθωρισμού λέγοντας ότι είμαστε σε περιβάλλον πληθωρισμού που όμοιό του δεν έχουμε ζήσει εδώ και 40 χρόνια και τόνισε ότι «θα βιώσουμε ένα περιβάλλον απότομα αυξημένων επιτοκίων προκειμένου να συγκρατηθεί ο πληθωρισμός από τις κεντρικές τράπεζες».
Οπως είπε, αυτό θα έχει κάποιες επιπτώσεις και για τη χώρα μας και για την επιχειρηματικότητα, σημείωσε ωστόσο ότι η Ελλάδα σήμερα «ως προς το κομμάτι των δημόσιων οικονομικών και τη διάρθρωση του χρέους της -παρά το γεγονός ότι έχουμε το μεγαλύτερο χρέος στην ευρωζώνη- είμαστε συγκριτικά σε καλύτερη θέση από άλλες χώρες του Νότου». Και αυτό, όπως ανέφερε, γιατί έχουμε χαμηλές ανάγκες αποπληρωμής καθώς φροντίσαμε τα τελευταία χρόνια να δανειστούμε και να ενισχύσουμε το μαξιλάρι ρευστότητας που έχουμε.
Παράλληλα επεσήμανε και τη μεγάλη αλλαγή προς το καλύτερο στην εικόνα της χώρας ενώ πρόσθεσε ότι «το ρίσκο της Ελλάδας έχει σημαντικά μειωθεί και αυτό μας κάνει, σε αυτή τη δύσκολη περιπέτεια, να ατενίζουμε το μέλλον με συγκρατημένη αισιοδοξία».
Ο κ. Μητσοτάκης έδωσε ιδιαίτερη έμφαση και στο στόχο που είχε θέσει η κυβέρνηση να προσεγγίσουμε τον ευρωπαϊκό μέσο όρο στις επενδύσεις ως ποσοστό του ΑΕΠ, επεσήμανε τη μεγάλη πρόοδο που έχουμε πετύχει σε αυτό, σημείωσε ωστόσο ότι «δεν είμαστε ακόμα εκεί που θέλουμε» και πρόσθεσε: «Αρα, οι παραγωγικές επενδύσεις αποτελούν για εμένα ίσως τον πιο σημαντικό δείκτη αναπτυξιακής δυναμικής και γι’ αυτό η έμφαση που δίνουμε στην επενδυτική δραστηριότητα και στις νέες θέσεις εργασίας μας απασχολεί πάρα πολύ, συνολικά ως κυβέρνηση».
Ο πρωθυπουργός κατέστησε εξάλλου σαφές το ενδιαφέρον του για τη σωστή χαρτογράφηση των προκλήσεων που αντιμετωπίζουμε από δω και στο εξής, ενώ αναφέρθηκε και στην προτροπή του και προς τα στελέχη της κυβέρνησης ότι «πρέπει να τρέξουμε πιο γρήγορα γιατί οι καιροί είναι εξαιρετικά δύσκολοι».
Υπογράμμισε ότι η Ελλάδα διαθέτει πλέον σειρά συγκριτικών πλεονεκτημάτων και δεν αντιμετωπίζεται ως ειδική περίπτωση, καθώς αυτός ο 12ετής κύκλος κλείνει και επίσημα τον Αύγουστο με την έξοδο από την ενισχυμένη εποπτεία και είναι απολύτως εφικτός και ο στόχος για επενδυτική βαθμίδα εντός του πρώτου εξαμήνου του 2023.
«Εχουμε πολλή δουλειά ακόμα για να ολοκληρώσουμε το έργο της πρώτης τετραετίας», σημείωσε ο κ. Μητσοτάκης, ο οποίος χαρακτήρισε εξάλλου τη Δικαιοσύνη ως μία από τις προτεραιότητες σε ό,τι αφορά τον προγραμματικό λόγο για τη δεύτερη τετραετία.
Αναφερόμενος, τέλο,ς στους στόχους της πράσινης μετάβασης τόνισε ότι δεν βάζουμε νερό στο κρασί μας, αλλά ταυτόχρονα πρέπει να αντιληφθούμε ότι δεν υπάρχει κάποιο μαγικό κουμπί που θα μας πάρει από εδώ που είμαστε σήμερα και θα μας πάει στον κόσμο των Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας χωρίς να περάσουμε από ένα μεταβατικό στάδιο όπου τα καύσιμα, όπως το φυσικό αέριο, είναι απολύτως απαραίτητα.