ΑΝ ΟΙ ΠΡΩΤΟΒΟΥΛΙΕΣ της κυβέρνησης των ΗΠΑ συνιστούν μόνιμη στροφή στον προστατευτισμό και την αλλαγή -με ανορθόδοξο τρόπο- των κανόνων της αγοράς, τότε εισερχόμαστε σε μια νέα ιστορική περίοδο. Σε αυτό το δυσμενές σενάριο, η παγκόσμια οικονομία απειλείται από άνοδο των τιμών, περιορισμό της αγοραστικής δύναμης, αύξηση των πληθωριστικών προσδοκιών, κίνδυνο ύφεσης ή τουλάχιστον στασιμοπληθωρισμού, επιβράδυνση των επενδύσεων, αναδιάρθρωση των εφοδιαστικών αλυσίδων, συρρίκνωση της εμπιστοσύνης νοικοκυριών και επιχειρήσεων. Ολα αυτά θα επηρεάσουν, σε παγκόσμιο επίπεδο, την άσκηση δημοσιονομικής και νομισματικής πολιτικής.
ΑΝ ΟΙ ΠΡΩΤΟΒΟΥΛΙΕΣ ελήφθησαν, όπως φαίνεται, με στόχο επαναδιαπραγματεύσεις και νέες συμφωνίες για τις ΗΠΑ, με χώρες ή ομάδες χωρών, τότε οι επιπτώσεις αυτές μάλλον θα είναι ευκολότερα απορροφήσιμες.
ΣΕ ΚΑΘΕ περίπτωση, το μέγεθος της αλλαγής υποδείγματος στο παγκόσμιο εμπορικό και, κατ’ επέκταση, οικονομικό σύστημα δεν μπορεί σήμερα -με ακρίβεια- να προσδιοριστεί. Θα εξαρτηθεί από τη διάρκεια και το βάθος των ανατροπών, την έκταση και την ένταση της παγκόσμιας αντίδρασης, τους – πιθανόν- πολλαπλούς γύρους κλιμάκωσης και αποκλιμάκωσης και το μέγεθος των αναδιπλώσεων. Σίγουρα, πάντως, καμία οικονομία, αν και με ασύμμετρο τρόπο, δεν θα μείνει αλώβητη. Η μεταβλητότητα στις παγκόσμιες κεφαλαιαγορές, οι οποίες πολλές φορές λειτουργούν και ως δείκτης ασφαλείας σε αποσταθεροποιητικές οικονομικές πολιτικές, το επιβεβαιώνει.
ΕΦΟΣΟΝ συμβούν τα παραπάνω, θα πληγεί -σε κάποιο, μειωμένο σε σύγκριση με άλλες χώρες βαθμό- και η ελληνική οικονομία, μέσω της μείωσης των ελληνικών εξαγωγών προς τις ΗΠΑ, της ύπαρξης δευτερογενών συνεπειών και της αύξησης της αβεβαιότητας. Το μέγεθος αυτών των επιπτώσεων θα εξαρτηθεί τόσο από τις επιλογές σε παγκόσμιο επίπεδο όσο και από τις πρωτοβουλίες που θα αναληφθούν σε ευρωπαϊκό και εθνικό επίπεδο.
ΣΕ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ επίπεδο, απαιτείται συντονισμός και κοινή αντίδραση, λειτουργώντας περισσότερο ως μία ενιαία δύναμη και λιγότερο ως άθροισμα ξεχωριστών κρατών-μελών. Υπάρχουν περιθώρια, όπως τόνισε και ο πρωθυπουργός κ. Μητσοτάκης, για εξεύρεση κοινής και αμοιβαία επωφελούς λύσης, μέσω διαπραγματεύσεων.
ΣΕ ΕΘΝΙΚΟ επίπεδο, πρέπει να συνεχίσουμε να εργαζόμαστε για να ενισχύσουμε, ακόμη περισσότερο, τη μεγέθυνση της ελληνικής οικονομίας, να διασφαλίσουμε την ισχυρή ανάπτυξή της, να βελτιώσουμε το βιοτικό επίπεδο των πολιτών και να τονώσουμε την κοινωνική συνοχή.
ΕΙΝΑΙ ΓΕΓΟΝΟΣ ότι η Ελλάδα, συνεχώς και ολόπλευρα ισχυροποιούμενη από το 2019, σε ένα ρευστό και ασταθές διεθνές περιβάλλον, αποτελεί σταθεροποιητικό παράγοντα στην ευρύτερη περιοχή. Η οικονομία, τα τελευταία χρόνια, με σχέδιο και συνεκτικές προσπάθειες, μεγεθύνεται, ισχυροποιείται και αναβαθμίζεται. Καθίσταται, όλο και περισσότερο, ανθεκτική, δυναμική, εξωστρεφής και κοινωνικά δίκαιη. Πρόκειται για ένα επίτευγμα που οφείλεται -πρωτίστως- στις πολύχρονες θυσίες της ελληνικής κοινωνίας, σε συνδυασμό με την άσκηση συνετής δημοσιονομικής πολιτικής, την υλοποίηση διαρθρωτικών αλλαγών, την επιτυχημένη αντιμετώπιση αλλεπάλληλων εξωγενών κρίσεων και την πολιτική σταθερότητα.
ΜΕ ΑΥΤΑ τα δεδομένα, πρέπει να μείνουμε σταθερά προσανατολισμένοι στην κατεύθυνση επίδειξης δημοσιονομικής υπευθυνότητας, αξιοποίησης των πεπερασμένων δημοσιονομικών πόρων με τη μέγιστη δυνατή οικονομική αποδοτικότητα και κοινωνική αποτελεσματικότητα, προσέλκυσης ακόμα περισσότερων επενδύσεων, ενίσχυσης της χρηματοδότησης της πραγματικής οικονομίας, τόνωσης της εξωστρέφειας, της παραγωγικότητας και της ανταγωνιστικότητας, αναβάθμισης των υποδομών, διεύρυνσης της παραγωγικής βάσης της ελληνικής οικονομίας και ενίσχυσης της συνεργασίας με άλλους εμπορικούς εταίρους.
ΣΕ ΕΝΑ ΔΙΕΘΝΕΣ περιβάλλον ρευστότητας και γεωπολιτικών εντάσεων, απαιτείται να θωρακίσουμε την εθνική μας ενότητα και να στηρίξουμε την κοινωνική συνοχή, επιδεικνύοντας ψυχραιμία, σύνεση, υπευθυνότητα και διορατικότητα.