Σύμφωνα με στελέχη του οργανωμένου λιανεμπορίου τροφίμων, οι ανατιμήσεις είναι αποτέλεσμα κυρίως των αυξημένων τιμών σε εποχικά φρούτα και λαχανικά, αλλά και της τουριστικής περιόδου, καθώς το καλοκαίρι ο πληθυσμός της χώρας διπλασιάζεται, με αποτέλεσμα η ζήτηση να εκτινάσσεται κρατώντας υψηλά τις τιμές των ειδών πρώτης ανάγκης.
Επιπλέον, κύκλοι της αγοράς αναφέρουν ότι είναι φυσικό οι τιμές να ανεβαίνουν, δεδομένου ότι για μεγάλο διάστημα οι βιομηχανίες απορροφούσαν τις αυξήσεις των πρώτων υλών για να διατηρήσουν σε υψηλά επίπεδα τον όγκο πωλήσεων. «Οι ανατιμήσεις έγιναν σε δύο φάσεις: Η μια στις αρχές του 2022 και η δεύτερη στα τέλη του έτους. Οταν ξεκίνησε ο πόλεμος στην Ουκρανία και το ράλι στις τιμές της ενέργειας, τα σούπερ μάρκετ αγόραζαν τα προϊόντα από τους προμηθευτές σε υψηλές τιμές. Ωστόσο, είχαν ακόμα αποθέματα, τα οποία τα έβγαζαν στη λιανική με μια μικρή αύξηση της τάξεως του 4%-5%. Στη συνέχεια, τα νέα προϊόντα που έβγαζαν στα ράφια, πωλούνταν κατά 10% ακριβότερα», σημειώνει στον «Ε.Τ.» κορυφαίο στέλεχος της αγοράς. Και προσθέτει ότι τον πρώτο καιρό οι ανατιμήσεις δεν έγιναν ιδιαίτερα αισθητές, λόγω της έντασης των προσφορών. «Ωστόσο, κάποια στιγμή οι αλυσίδες, αλλά και οι προμηθευτές, ξεπέρασαν τα όριά τους, περιόρισαν τις προσφορές και ξαφνικά τα νοικοκυριά είδαν τεράστιες αυξήσεις στις τιμές», επισημαίνει η ίδια πηγή.
Επιβαρυντικά για τις τιμές των προϊόντων που πωλούνται στα σούπερ μάρκετ λειτουργούν και οι διαδοχικές αυξήσεις των επιτοκίων από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, καθώς ανεβάζουν σημαντικά το κόστος του τραπεζικού δανεισμού, στον οποίο είναι «ανοιχτές» τόσο οι βιομηχανίες όσο και το οι αλυσίδες σούπερ μάρκετ.
«Θα δούμε ομαλοποίηση της αγοράς και σταθερότητα στις τιμές από τον Φεβρουάριο – Μάρτιο του 2024. Κι αυτό υπό την προϋπόθεση ότι δεν θα αυξηθούν οι τιμές των καυσίμων και κατ’ επέκταση και των μεταφορικών», υπογραμμίζει στον «Ε.Τ.» αναλυτής του οργανωμένου λιανεμπορίου τροφίμων. Ηδη, πάντως, το τελευταίο διάστημα καταγράφεται σημαντική άνοδος των διεθνών τιμών του πετρελαίου, γεγονός που αποτυπώνεται και στην αντλία. Συγκεκριμένα, από τα τέλη Ιουνίου η τιμή του Brend αυξήθηκε κατά 18% από τα 72 δολάρια το βαρέλι στα 85 δολάρια, ενώ η μέση τιμή της αμόλυβδης πανελλαδικά αγγίζει τα 1,948 ευρώ από 1,864 ευρώ το λίτρο στις 30 Ιουνίου, με τους εμπόρους καυσίμων να εκτιμούν ότι σύντομα θα αγγίξει ή θα ξεπεράσει τα 2 ευρώ το λίτρο.
Σε ό,τι αφορά στα προϊόντα που οι τιμές τους συνεχίζουν το ράλι ανόδου είναι αυτά που σχετίζονται με τον πρωτογενή τομέα, όπως τα οπωροκηπευτικά και τα γαλακτοκομικά πλην του γάλακτος, ενώ μεγάλες ανατιμήσεις αναμένονται και στο ελαιόλαδο λόγω των ελλείψεων που καταγράφονται στην αγοράς ως αποτέλεσμα της μειωμένης παραγωγής από την Ισπανία και την Ιταλία.
Ενδεικτικά, ένα λίτρο ελαιόλαδο που τον Μάρτιο του 2023 κόστιζε 7,52 ευρώ το λίτρο, τώρα πωλείται στα ράφια των σούπερ μάρκετ στην τιμή των 8,47 ευρώ, με προοπτικές για ακόμα υψηλότερες τιμές στα 9-10 ευρώ το λίτρο.
Σημαντικά αυξημένη είναι η τιμή της ντομάτας, που τον Μάρτιο του 2023 κυμαινόταν από 1,65 έως 2,35 ευρώ το κιλό και σήμερα κινείται από τα 1,8 έως τα 2,69 ευρώ το κιλό. Ιδια εικόνα όμως παρατηρείται και στα εποχικά φρούτα, με την τιμή του καρπουζιού να αγγίζει ακόμα και τα 1,09 ευρώ το κιλό από 0,50 ευρώ πέρυσι το καλοκαίρι και τα ροδάκινα που από τα 1,20-1,40 ευρώ το καλοκαίρι του 2022 εκτινάχθηκαν στα 1,75-2,05 ευρώ το κιλό φέτος.