Αφορμή στάθηκε το πλήθος αναφορών και τηλεφωνικών παραπόνων-καταγγελιών που δέχεται το τελευταίο χρονικό διάστημα από πολίτες, οι οποίοι συναντούν προβλήματα με τις διαδικτυακές αγορές τους, ιδίως σε προϊόντα τεχνολογίας (κινητών τηλεφώνων, τάμπλετ, φορητών υπολογιστών κ.λπ.).
Πιο συγκεκριμένα, καταγγέλλουν τη μη προσήκουσα εκτέλεση των παραγγελιών τους από ηλεκτρονικά καταστήματα που πωλούν τα προϊόντα τους σε ιδιαίτερα προνομιακές τιμές σε σχέση με τον ανταγωνισμό, προσελκύοντας μεγάλο αριθμό ενδιαφερόμενων πελατών, όπως συμβαίνει με τα αποκαλούμενα «προϊόντα-κράχτες».
Οπως διαπιστώθηκε από τον «Συνήγορο του Καταναλωτή» ορισμένα από αυτά τα καταστήματα δεν παραδίδουν τα προϊόντα εντός του συμφωνημένου, κατά περίπτωση, χρόνου και μεταθέτουν διαρκώς την παράδοση σε μελλοντικές ημερομηνίες. Και μάλιστα χωρίς τελικά να τηρούν τις δεσμεύσεις τους απέναντι στους καταναλωτές και χωρίς να προβαίνουν σε επιστροφή των χρηματικών ποσών που έχουν προεισπράξει προς ολοσχερή εξόφληση του τιμήματος των αγαθών, κατά πάγια πολιτική τους.
Σε σχετική ανακοίνωση του «Συνηγόρου» αναφέρεται πως στις περισσότερες περιπτώσεις «οι εν λόγω επιχειρήσεις διακόπτουν, μετά τη συναλλαγή, και κάθε επικοινωνία με τους καταναλωτές, με αποτέλεσμα να μην μπορούν να λάβουν καμία πληροφόρηση σε σχέση με την πορεία των αγορών τους ή την επιστροφή των χρημάτων τους».
Σε κάθε περίπτωση, η Αρχή διαβιβάζει αναφορές τέτοιου τύπου, δηλαδή αθέμιτων και παραπλανητικών, εμπορικών πρακτικών στη Γενική Γραμματεία Εμπορίου και Προστασίας Καταναλωτή, για την επιβολή των προβλεπόμενων κυρώσεων. Παράλληλα, δεδομένης της αναγκαιότητας και της ποινικής διερεύνησης αυτών των υποθέσεων, προβαίνει στην υποβολή μηνυτήριων αναφορών στον αρμόδιο εισαγγελέα Πρωτοδικών.
Ο οδηγός προστασίας
Με αυτά τα δεδομένα, ο «Συνήγορος του Καταναλωτή» δίνει εννέα συμβουλές για ενισχυμένη προστασία, αυτή τη δύσκολη περίοδο, κατά τις ηλεκτρονικές αγορές:
1. Προτίμηση αγορών από αξιόπιστα και γνωστά ηλεκτρονικά καταστήματα. Σημαντική ένδειξη αξιοπιστίας είναι η μακρόχρονη λειτουργία των καταστημάτων στην αγορά και η ύπαρξη φυσικής έδρας τους.
2. Ελεγχος, πάντοτε, των βασικών πληροφοριών που παρέχονται για το ηλεκτρονικό κατάστημα από τον ιστότοπό του. Αναζήτηση, ειδικότερα, της επωνυμίας της εταιρίας και των στοιχείων επικοινωνίας, συμπεριλαμβανομένης ταχυδρομικής διεύθυνσης. Η ύπαρξη μόνο ηλεκτρονικής διεύθυνσης (e-mail) και κινητού τηλεφώνου δεν αρκεί και αποτελεί, μάλιστα, ένδειξη απάτης.
3. Ελεγχος, οπωσδήποτε, πριν από την πληρωμή ότι ο ιστότοπος παρέχει ασφαλή σύνδεση για τη μετάδοση ευαίσθητων δεδομένων, όπως στοιχείων πιστωτικών καρτών. Βεβαίωση ότι το σύμβολο ασφαλούς μετάδοσης δεδομένων εμφανίζεται στο πεδίο «διεύθυνση του προγράμματος περιήγησης» – browser με τη μορφή HTTPS. Με αυτό τον τρόπο διασφαλίζουν ότι το e-shop διαθέτει SSL (Secure Sockets Layer), δηλαδή πρωτόκολλο ασφαλούς μετάδοσης ευαίσθητων δεδομένων στο Διαδίκτυο, ειδικά για αγορές με πιστωτικές-χρεωστικές κάρτες και PayPal.
4. Εντοπισμός στο Διαδίκτυο για τυχόν σχόλια, εμπειρίες ή συστάσεις άλλων καταναλωτών που έχουν ήδη συναλλαγεί με το κατάστημα. Αυτό γίνεται εύκολα, πληκτρολογώντας το όνομα της εταιρίας ή του ηλεκτρονικού καταστήματος σε μία μηχανή αναζήτησης. Προσέγγιση των συστάσεων με κριτικό μάτι, διότι μπορεί να είναι παραπλανητικές ή κατασκευασμένες.
5. Τα αναγνωρισμένα ηλεκτρονικά καταστήματα έχουν στον ιστότοπό τους σήματα εμπιστοσύνης των ενώσεων ηλεκτρονικού εμπορίου και των οργανισμών που διαθέτουν πιστοποιητικά ασφαλείας και απορρήτου προσωπικών δεδομένων. Αυτό δείχνει ότι η εταιρία είναι αξιόπιστη και ότι τηρεί τους βασικούς κανόνες στις ηλεκτρονικές συναλλαγές, οπότε ο καταναλωτής μπορεί να αγοράσει από αυτήν με ασφάλεια.
6. Αποφυγή αγορών από ηλεκτρονικά καταστήματα που απαιτούν, αποκλειστικά, την προείσπραξη του τιμήματος των αγαθών μέσω πιστωτικής/χρεωστικής κάρτας, PayPal ή τραπεζικού εμβάσματος και δεν διαθέτουν την αντικαταβολή ή την ηλεκτρονική πληρωμή τη στιγμή της παράδοσης του προϊόντος ως εναλλακτικό τρόπο πληρωμής.
7. Να μην πείθονται οι καταναλωτές από τις υπερβολικά δελεαστικές τιμές των προϊόντων σε σχέση με τον ανταγωνισμό ή, εν πάση περιπτώσει, αυτό να μην είναι το μοναδικό κριτήριο για την πραγματοποίηση των αγορών τους.
8. Επί σοβαρών ενδείξεων προβληματικής συναλλαγής, να προβαίνουν άμεσα σε αμφισβήτηση προς τα τραπεζικά τους ιδρύματα, εφόσον η εξόφληση των αγαθών έχει γίνει μέσω κάρτας (χρεωστικής ή πιστωτικής) και, αντίστοιχα, προς τους οργανισμούς διενέργειας ηλεκτρονικών πληρωμών (π.χ. PayPal).
9. Θα πρέπει, τέλος, οι καταναλωτές να λαμβάνουν επιβεβαίωση της παραγγελίας, την οποία να φυλάσσουν μαζί με κάθε άλλο έγγραφο που σχετίζεται με αυτή. Αν χρειάζεται να επικοινωνήσουν με τον έμπορο, να προτιμούν το ηλεκτρονικό μήνυμα. Με αυτό τον τρόπο, σε περίπτωση προβλήματος, θα έχουν στη διάθεσή τους έμπρακτες αποδείξεις της επαφής-επικοινωνίας τους, καθώς και όλες τις λεπτομέρειες της συναλλαγής που έχουν συμφωνηθεί.
Από την έντυπη έκδοση του Ελεύθερου Τύπου