Παρά τα χαμόγελα και την συγκρατημένη αισιοδοξία για το σύνολο της διαπραγμάτευσης, το θέμα των αλλαγών στην αγορά εργασίας εμφανίζεται στην πράξη – όπως ήταν αναμενόμενο- το πιο δύσκολο θέμα, καθώς οι δύο πλευρές ξεκινούν από εκ διαμέτρου αντίθετες θέσεις.
Όταν ολοκληρωθεί ο κύκλος των εν εξελίξει συναντήσεων οι εκπρόσωποι των δανειστών θα ετοιμάσουν ένα νέο κείμενο συμφωνίας μετά και από τις όποιες υποχωρήσεις και συγκλίσεις θα έχουν καταγραφεί. Το κείμενο αυτό θα στείλει στην κυβέρνηση, ώστε αργότερα σήμερα το βράδυ να επιστρέψει η ελληνική διαπραγματευτική ομάδα στο Χίλτον για μια τελική συζήτηση με στόχο να καταλήξουν οι δύο πλευρές σε κοινά αποδεκτό κείμενο.
Αυτό το κείμενο θεωρείται πιθανό ότι θα αφήνει εκκρεμότητες και προαπαιτούμενα (όσο το δυνατόν λιγότερα) προκειμένου να συμπληρωθούν και να υπάρξει προσέγγιση εξ αποστάσεως αφού αναχωρήσουν από την Αθήνα οι επικεφαλής του κουαρτέτου και οπωσδήποτε πριν από τις 28 Νοεμβρίου, οπότε συνεδριάζει το EuroWorkingk Group.
Οι διαφορές μεταξύ των δύο πλευρών εξακολουθούν να υπάρχουν, αλλά η κυβέρνηση φέρεται αποφασισμένη να υποχωρήσει όπου είναι δυνατόν για να κλείσει η αξιολόγηση.
Τα θέματα της διαπραγμάτευσης είναι γνωστά από το 2014: Η αλλαγή του καθεστώτος για τις ομαδικές απολύσεις, ο καθορισμός των μισθών, οι αλλαγές στον συνδικαλιστικό νόμο , η επαναφορά της ανταπεργίας β και τελευταία προστέθηκε και το ενδεχόμενο ενός υποκατώτατου μισθού.Το υπουργείο εργασίας με την προηγούμενη ηγεσία του, γνωρίζοντας ότι τα εργασιακά θα συζητηθούν σε αυτήν τη φάση, προσκολλήθηκε στο ευρωπαϊκό κεκτημένο και επιστράτευσε το διεθνές γραφείο εργασίας και μια επιτροπή σοφών, που γνωμοδότησε πρόσφατα για τις αλλαγές στα εργασιακά.
Η τελευταία έκθεση έφερε στην ζωή μας τον υποκατώτατο μισθό, ο οποίος θα αφορά σύμφωνα με την επιτροπή, τους εργαζόμενους κάτω από τα 24 χρόνια.
Ο Γιώργος Σταθάκης μπορεί να ανακοίνωσε τον εξωδικαστικό συμβιβασμό αλλά, μένουν τρία ανοιχτά τεχνικά θέματα προς επίλυση.
Με βάση τα όσα είπε ο υπουργός Ενέργειας Γιώργος Σταθάκης που μετείχε στην σύσκεψη οι εκκρεμότητες είναι οι εξής:
Με τι επιτόκιο θα υπολογίζεται η οφειλή, τι θα ισχύει για τις εγγυήσεις και τους εγγυητές του δανείου και το εάν θα «κουρεύονται» ή όχι τελικά κάποιες οφειλές φόρου στο Δημόσιο (όπως ΦΜΥ ή ΦΠΑ).
Ο ίδιος τόνισε πως «καταλήξαμε σε ένα νόμο που θα προβλέπει ίση μεταχείριση σε όλα τα επίπεδα, όλων των πιστωτών» (Δημόσιο, τράπεζες και ιδιώτες- στους οποίους χρωστά ο οφειλέτης).
Όπως εξήγησε, το σύνολο της οφειλής θα επιμερίζεται σε δύο κατηγορίες: στην αρχική οφειλή, στην οποία θα υπολογίζεται και ένα επιτόκιο (το οποίο ουσιαστικά θα τιμαριθμοποιεί το αρχικό ποσό οφειλής, ανάλογα με τα χρόνια που έχουν μεσολαβήσει), ενώ θα αντιμετωπίζονται ξεχωριστά οι προσαυξήσεις που έχουν σωρευτεί.
Κριτήριο για την ένταξη στη ρύθμιση θα είναι ο τζίρος (τουλάχιστον 50.000 ευρώ) αλλά θα εξαιρούνται οι ελεύθεροι επαγγελματίες. Ωστόσο μπορεί να υπάγονται όσοι με βάση τον νόμο θεωρείται ότι ασκούν εμπορική δραστηριότητα.
Δικαίωμα ένταξης θα έχουν μόνο βιώσιμες επιχειρήσεις. Τις μικρές θα αξιολογούν μεσολάβητες ενώ τις μεγάλες θα αξιολογούν τρίτες μεγάλες εταιρείες.
Τόνισε πάντως ότι η ελληνική θέση είναι να εξαιρείται κάθε οφειλή από ΦΠΑ αν και το θέμα αυτό παραμένει μεταξύ των εκκρεμοτήτων που θα εξετάσουν τα τεχνικά κλιμάκια.
Από εκεί και πέρα υπάρχουν και άλλα ανοιχτά μέτωπα που έχουν πέσει στο τραπέζι της διαπραγμάτευσης με τους Θεσμούς με την κυβέρνηση να αναζητά εναγωνίως λύση.
Συλλογικές Συμβάσεις Εργασίας
Στην παρούσα φάση, το υπουργείο εργασίας προσέρχεται στη μάχη, με μόνο θέμα υπό διαπραγμάτευση την επαναφορά των συλλογικών συμβάσεων εργασίας. Δηλαδή την νεκρανάσταση των συλλογικών κλαδικών διαπραγματεύσεων αντί της πρακτικής επιχειρησιακών συμβάσεων που έχει επικρατήσει τα τελευταία χρόνια.
Έτσι, οι μισθοί (και μαζί και ο κατώτατος μισθός) σε κάθε κλάδο, θα ορίζονται από ελεύθερες διαπραγματεύσεις εργοδοτών εργαζομένων. Και εδώ ξεκινούν οι διαφωνίες με τους θεσμούς.
Το ΔΝΤ, επιμένει να συνεχιστεί το ισχύον καθεστώς των επιχειρησιακών ατομικών συμβάσεων και πολύ περισσότερο ο κατώτερος μισθός να συνεχίσει να ορίζεται με νόμο.
Η ΕΕ είναι πιο ελαστική στο θέμα των συλλογικών διαπραγματεύσεων πιστεύοντας ότι θα πρέπει να επιτραπούν σε κάποιες περιπτώσεις αλλά επιμένει και αυτή στο ορισμό του κατώτερου μισθού με νόμο.
Ομαδικές απολύσεις
Στο μεγάλο θέμα των ομαδικών απολύσεων, το υπουργείο εργασίας προτείνει σε αυτήν την φάση, την διατήρηση του σημερινό όριο απολύσεων στο 5%. Σε επιχειρήσεις που επείγονται να μειώσουν το εργατικό κόστος, συζητά αντί των ομαδικών απολύσεων να προτείνει ένα σχήμα μερικής ή εκ περιτροπής εργασίας, ώστε όλοι οι εργαζόμενοι να συνεχίσουν να δουλεύουν και μέρος της απώλειας του εισοδήματος, να καλύπτεται από επίδομα του ΟΑΕΔ.
Βεβαίως πριν από μια τέτοια κίνηση ο εργοδότης θα πρέπει να έχει την έγκριση του υπουργού εργασίας, ενώ συζητείται η σχετική αρμοδιότητα να μεταβιβαστεί σε κάποιο άλλο ανεξάρτητο φορέα για να ξεπεραστεί η αντίδραση των θεσμών.
Η ΕΕ προσέρχεται στον διάλογο με μια μέση λύση ζητώντας την αύξηση του μηνιαίου ορίου των απολύσεων από το 5% στο 10% και πλήρη άρση της έγκρισης των απολύσεων από τον υπουργό εργασίας.
Το ΔΝΤ ζητά την πλήρη άρση της διοικητικής ρύθμισης από το υπουργείο εργασίας και στην ουσία την απελευθέρωση των απολύσεων.
ΟΜΕΔ
Ένα από τα κρυφά θέματα των εργασιακών είναι η εφεξής λειτουργία του Οργανισμού Μεσολάβησης και Διαιτησίας (ΟΜΕΔ). Το ΣτΕ, έχει γνωμοδοτήσει κρίνοντας ως αντισυνταγματική την απαγόρευση της μονομερούς προσφυγής ( δηλαδή μόνο από την πλευρά των εργαζομένων ) σε διαιτησία, αν οι συλλογικές διαπραγματεύσεις οδηγούνται σε αδιέξοδο.
Οι δανειστές έχουν σύμπνοια στην θέση τους για το θέμα θεωρώντας ότι η μονομερή διαιτησία μπορεί να επιτρέπεται, αλλά μόνο σε εξαιρετικές περιπτώσεις όπως στις ειδικές ή τις δημόσιες υπηρεσίες.
Συνδικαλιστικός νόμος
Το υπουργείο εργασίας αρνείται να συζητήσει θέμα αλλαγών στον συνδικαλιστικό νόμο. ΕΕ και ΔΝΤ ζητούν επίμονα από την άλλη, την άρση των προνομίων, μεγαλύτερη πλειοψηφία για την κήρυξη απεργιών και την παροχή της δυνατότητας απόλυσης των συνδικαλιστών.
Υποκατώτατος μισθός
Στο θέμα του υποκατώτατου μισθού, το υπουργείο εργασίας έχοντας ως σύμμαχο και την γνωμοδότηση του ILO, επιμένει ότι δεν μπορεί να υπάρχει κατά περίπτωση κατώτατος μισθός με βάση την ηλικία.
Η διεθνής πρακτική θέλει την διάκριση στους μισθούς να έχει ως κριτήρια είτε τα τυπικά προσόντα των εργαζομένων ή και τα έτη εργασίας σε ένα συγκεκριμένο αντικείμενο. Με δεδομένα τα παραπάνω οι διαπραγματεύσεις συνεχίζονται και σήμερα με την κάθε πλευρά να αναμένει την υποχώρηση της άλλης.