Αναλυτικά η συνέντευξη της Kατρίν Μιλμπρόνερ όπως την δημοσιεύει το ΑΠΕ:
Κυρία Μιλμπρόνερ, το θέμα του πολυσυνεδρίου Capital + Vision 2018 που διοργανώνει το Ελληνογερμανικό Επιμελητήριο είναι: «Η Ελλάδα μετά το μνημόνιο. Πρώτα βήματα στο δρόμο προς τις διεθνείς αγορές». Πώς εκτιμάτε εσείς την οικονομική κατάσταση στην Ελλάδα μετά το τέλος του προγράμματος προσαρμογής τον Αύγουστο;
Η ελληνική οικονομία αναπτύσσεται και πάλι και αναμένουμε ότι η ανάκαμψη θα διαρκέσει μέχρι το επόμενο έτος. Αυτά είναι τα καλά νέα. Ωστόσο, οι προοπτικές για την παγκόσμια οικονομική ανάπτυξη επιδεινώνονται αισθητά και δεν αναμένουμε ότι ο ρυθμός ανάπτυξης στην Ελλάδα θα αυξηθεί σημαντικά πέραν του τρέχοντος ποσοστού περίπου 2%. Αυτό είναι σχετικά μέτριο λόγω των απωλειών παραγωγικότητας των προηγούμενων ετών. Ιδίως, θα πρέπει να προσελκύσει σε μεγαλύτερο βαθμό επενδύσεις το 2019, και τώρα που το πρόγραμμα προσαρμογής ολοκληρώθηκε με επιτυχία αναμένεται ξανά αύξηση της εμπιστοσύνη επιχειρήσεων και καταναλωτών.
Χάρη σε ένα αποθεματικό ρευστότητας ύψους 24 δισ. ευρώ, η Ελλάδα δεν χρειάζεται φρέσκο χρήμα / νέα κεφάλαια μέχρι το 2020. Πιστεύετε ότι μπορεί να σταθεί στα πόδια της και να βρει τον δρόμο της στις αγορές έως το 2020;
Εξαρτάται κατά πολύ από το σε ποιον βαθμό η κυβέρνηση εφαρμόζει τις μεταρρυθμίσεις, για τις οποίες έχει δεσμευτεί στην ευρωζώνη και από το αν συνεχίζει να ακολουθεί μια συνετή και αξιόπιστη δημοσιονομική πολιτική που να εγγυάται τα μεγάλα πρωτογενή πλεονάσματα.
Πραγματικά η ελληνική κυβέρνηση έχει την πολυτέλεια να περιμένει να βγει στις αγορές κεφαλαίων, δεδομένου του μεγάλου αποθεματικού ρευστότητας / μαξιλαριού ρευστότητας που διαθέτει. Εντούτοις, οι κεφαλαιακές ανάγκες της κυβέρνησης είναι μεν διαχειρίσιμες αλλά όχι ασήμαντες. Η πρόσβαση στις αγορές δεν έχει ακόμη εξασφαλιστεί και κατά την άποψή μας η μακρά αναμονή δημιουργεί κινδύνους – ειδικά επειδή πρέπει να υπολογίζουμε με αύξηση των επιτοκίων.
Η πιστοληπτική ικανότητα της Ελλάδας αξιολογείται με “Β3” από την Moody’s, με θετική προοπτική. Μπορεί η Ελλάδα να περιμένει μια μεταγενέστερη αναβάθμιση και πότε υπολογίζετε ότι μπορεί αν γίνει αυτό;
Οι προοπτική της αξιολόγησης Β3 είναι θετική. Αυτό σημαίνει ότι υπάρχει ακόμα περιθώριο βελτίωσης της αξιολόγησης. Κατά κανόνα, στην περίπτωσης θετικής προοπτικής έχουμε στόχο να προβούμε σε μια (νέα) αξιολόγηση σε διάστημα 12 έως 18 μηνών. Η θετική προοπτική αντικατοπτρίζει κυρίως την δυναμική της οικονομίας να αναπτυχθεί τα επόμενα χρόνια ταχύτερα από ό, τι αναμενόταν, καθώς οι μεταρρυθμίσεις που έχουν πραγματοποιηθεί μέχρι σήμερα αποδίδουν καρπούς.
Τι θα πρέπει να κάνει ακόμα η Ελλάδα για να αναβαθμισθεί από τη Moody΄s;
Η πιστοληπτική αξιολόγηση θα μπορούσε να αναβαθμιστεί, εάν οι ελληνικές Αρχές εξακολουθήσουν να ακολουθούν συνετές δημοσιονομικές πολιτικές και αν συνεχίσουν τις μεταρρυθμιστικές προσπάθειες των τελευταίων ετών. Και οι σαφείς αποδείξεις για μια επιτυχημένη επιστροφή στη χρηματοδότηση από τις διεθνείς κεφαλαιαγορές θα μπορούσαν επίσης να προκαλέσουν μια θετική έκθεση αξιολόγησης, όπως και οι σημαντικές βελτιώσεις στον τραπεζικό τομέα. Ιδίως η επιταχυνόμενη μείωση των κόκκινων δανείων, τα οποία επιβαρύνουν τους ισολογισμούς.
Η ελληνική κυβέρνηση αναμένει το 2019 πρωτογενές πλεόνασμα 3,96%. To συμφωνηθέν πλεόνασμα πάνω από το 3,5% μπορεί να επιτευχθεί και χωρίς τη μείωση των συντάξεων. Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή ενέκρινε την πρόταση προϋπολογισμού για το 2019. Θα μπορούσε να αποφευχθεί η μείωσή τους, τουλάχιστον για τώρα, χωρίς να δημιουργηθούν αμφιβολίες για τη μεταρρυθμιστική βούληση της ελληνικής κυβέρνησης;
Οι συζητήσεις με τους πιστωτές της ευρωζώνης σχετικά με την ανάγκη αυτών των πρόσθετων μειώσεων κατά 1% του ΑΕΠ το 2019 δεν έχουν ακόμα ολοκληρωθεί. Σημειώσαμε όμως το γεγονός ότι τόσο ο Ευρωπαϊκός Μηχανισμός Στήριξης όσο και το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο έχουν την άποψη ότι αυτά τα προνομοθετικά μέτρα θα πρέπει να εφαρμοστούν τουλάχιστον μερικώς.
Ανοίγει η έγκριση του ελληνικού προϋπολογισμού από τις Βρυξέλλες τον δρόμο για πιο αισιόδοξες μέρες για τον ελληνικό λαό μετά από οκτώ χρόνια μέτρων λιτότητας, όπως λέει ο Έλληνας πρωθυπουργός Αλ. Τσίπρας;
Η δημοσιονομική κατάσταση της Ελλάδας έχει βελτιωθεί σημαντικά τα τελευταία δύο χρόνια και το επιδιωκώμενο πρωτογενές πλεόνασμα για το τρέχον και το επόμενο έτος συνεπάγεται ουσιαστικά έναν σε μεγάλο βαθμό ουδέτερο προσανατολισμό της δημοσιονομικής πολιτικής. Η οικονομία αναπτύσσεται και πάλι, δημιουργούνται νέες θέσεις εργασίας και η εμπιστοσύνη των επιχειρήσεων και των νοικοκυριών αναμένεται να συνεχίσει να αυξάνεται.
Ο ιταλικός προϋπολογισμός απορρίφθηκε από την ΕΕ. Η Moody’s υποβάθμισε την πιστοληπτική ικανότητα της Ιταλίας. Τι σημαίνουν όλα αυτά, βρισκόμαστε, βρίσκεται η ευρωζώνη, προ αναταράξεων που θα μπορούσαν να επηρεάσουν την Ελλάδα;
Η Ιταλία είναι το τρίτο μεγαλύτερο μέλος της ευρωζώνης. Από την άποψη αυτή, όσα συμβαίνουν εκεί είναι σημαντικά για τη ζώνη του ευρώ στο σύνολό της. Οι αυξανόμενες αποδόσεις των ιταλικών κρατικών ομολόγων συνετέλεσαν πιθανώς στο να επιδείξουν μεγάλη προσοχή οι ελληνικές αρχές στο θέμα της επιστροφής στις κεφαλαιαγορές. Ωστόσο, σε αντίθεση με το 2011/12, δεν διαπιστώσαμε φαινόμενα μετάδοσης σε άλλες χώρες και δεν αναμένουμε τέτοιου είδους φαινόμενα μετάδοσης και στην συνέχεια. Η ευρωζώνη διαθέτει εν τω μεταξύ βελτιωμένα μέσα για τη διαχείριση κρίσεων. Εκτιμούμε ότι οι αναταράξεις θα περιοριστούν στην Ιταλία και δεν θα επεκταθούν σε άλλες χώρες. Ας σημειωθεί σε αυτό το πλαίσιο, ότι η Moody’s διατηρεί στο παρόν στάδιο την θετική προοπτική για τέσσερις από τις 19 χώρες της ευρωζώνης, συμπεριλαμβανομένης της Ελλάδας, και οι άλλες χώρες διατηρούν την σταθερή προοπτική.
Τυχόν αναταράξεις στην Τουρκία θα μπορούσαν να έχουν αρνητικές επιπτώσεις στην ΕΕ ή στην Ελλάδα;
Στο παρόν στάδιο δεν αναμένουμε κάτι τέτοιο.
[dynamic-sidebar id=”post-area-diabaste”]