Όμως, η σύντομη κατάρρευση των συμφωνηθέντων διαψεύδει τους πάντες :μετριοπαθείς των δυο πλευρών, τον ελληνικό λαό, ακόμα και τους εμπνευστές της συμφωνίας στο εξωτερικό. Κι αν για τους δύο πρώτους η αποτυχία αυτή πληγώνει το μεταπολεμικό περιβάλλον της χώρας, για τις Μεγάλες Δυνάμεις, η Βάρκιζα, δεν αποτελεί παρά το λιγότερο ενδιαφέρον παράρτημα της Συμφωνίας της Γιάλτας…
Ο Φεβρουάριος του 1945 βρίσκει την Ελλάδα απελευθερωμένη από Γερμανούς, ελεγχόμενη από Βρετανούς και διχασμένη από Έλληνες. Η χώρα είναι ελεύθερη αλλά ακυβέρνητη, ανακουφισμένη από την Κατοχή αλλά χωρίς κοινό εθνικό όραμα για το μέλλον. Η εννιάχρονη απουσία δημοκρατικών θεσμών αντί για δίψα ενδυνάμωσής τους, προκαλεί πολιτική βουλιμία κατάκτησης της εξουσίας, με παράλληλη ταπείνωση του αντιπάλου. Η αριστερά ελπίζει στη Σοβιετική Ένωση ενώ τα αστικά κόμματα στη Δύση.
Οι Μεγάλες Δυνάμεις κατανοούν ότι ο κύκλος αίματος που ξεκινά στα Δεκεμβριανά πρέπει να κλείσει, όχι σαν επιβράβευση των θυσιών του ελληνικού λαού, αλλά γιατί το ασταθές κλίμα που δημιουργεί η αυξανόμενη εκκρεμότητα θέτει σε κίνδυνο τα ήδη συμφωνηθέντα.
Το ματωμένο «βασίλειο» των Ασαντ: Μισός αιώνας σκληρής δικτατορίας στη Συρία
Ποια είναι αυτά; Κατά τον γιατρό λόρδο Μόραν, που συνοδεύει τον Τσόρτσιλ στη Γιάλτα, η συζήτηση περί Ελλάδας περιορίζεται σ’ ένα διάλογο μερικών δευτερολέπτων μεταξύ Στάλιν-Τσόρτσιλ: «Ο Στάλιν ανέφερε μόνο μια φορά την Ελλάδα, και μόνο για να με ρωτήσει, τι έγινε εκεί κάτω. Μου είπε :Δεν θέλω να κατηγορήσω κανένα, ούτε και να επέμβω. Περιορίζομαι να τ’ αφήσω σ’ εσάς». Αν είναι ειλικρινής η μεταφορά του διαλόγου, ο ηγέτης της Σοβιετικής Ένωσης εμφανίζεται αδιάφορος στα αιτήματα των εδώ συντρόφων του, ενώ ο Τσόρτσιλ τέσσερα μόλις χρόνια μετά τους χιλιάδες νεκρούς και τις θυσίες, περνά με περισσή ευκολία από το «Πλέον δεν θα λέμε ότι οι Έλληνες πολεμούν σαν ήρωες αλλά ότι οι ήρωες πολεμούν σαν Έλληνες», στο λιτό «τι έγινε εκεί κάτω ;».
Οι διαπραγματεύσεις ολοκληρώνονται επιτυχώς, μια μόλις ημέρα μετά τον τερματισμό της Διάσκεψης της Γιάλτας στις 12 Φεβρουαρίου, κι όπως γίνεται σ’ αυτές τις περιπτώσεις, και οι δύο πλευρές εμφανίζονται ως νικητές. Η συμφωνία προβλέπει αφοπλισμό του ΕΑΜ–ΕΛΑΣ, απελευθέρωση των αιχμαλώτων, μερική αμνηστία, άρση του στρατιωτικού νόμου, εκκαθάριση των δοσίλογων, ελεύθερη εκδήλωση των πολιτικών φρονημάτων των πολιτών και δημοψήφισμα με εκλογές στο άμεσο μέλλον. Στην πράξη όμως, τα εννέα άρθρα της Συμφωνίας δεν εφαρμόζονται ποτέ, αφού η αμοιβαία καχυποψία, οδηγεί στην υιοθέτηση όλο και σκληρότερων θέσεων, με τα γνωστά σε όλους τραγικά για τη χώρα αποτελέσματα.