Τις προηγούμενες δεκαετίες το πρόσωπο του ηγέτη της Αλβανίας αποτελεί μυστήριο για τον υπόλοιπο κόσμο, και αιτία προβλημάτων και συνεχών τριβών για τις ελληνικές κυβερνήσεις. Ο κατά πολλούς δικτάτορας και κατά λιγότερους λαϊκός ηγέτης, με την πρακτική της διεθνούς απομόνωσης δημιουργεί μια χώρα “στουρθοκάμηλο” που βάζει το κεφάλι της στη γη, αρνούμενη πεισματικά να δει τι γίνεται στον υπόλοιπο κόσμο ακόμα κι αν αυτός είναι το ανατολικό μπλοκ στο οποίο ανήκει.

Ο γιος μουσουλμανικής μεσοαστικής οικογένειας της Κορυτσάς, φεύγει στις αρχές της δεκαετίας του 30 για νομικές σπουδές στην Γαλλία και επιστρέφει σε αυτή το 1936 ως καθηγητής σε γαλλικό λύκειο. Όταν οι Ιταλοί κατακτούν την Αλβανία ο Χότζα -έχοντας έρθει στη Γαλλία σε επαφή με σοσιαλιστικές ιδέες- αρνείται την εγγραφή του στο Φασιστικό Κόμμα και περνάει στην αντίσταση. Με τη βοήθεια του Τίτο, ιδρύει το Κομμουνιστικό Κόμμα της Αλβανίας του οποίου γίνεται πρώτος Γενικός Γραμματέας της Κεντρικής Επιτροπής.

Οργανώνει αντάρτικο αγώνα κατά Ιταλών και Γερμανών κατακτητών αλλά και αλβανικών αντιστασιακών οργανώσεων προσκείμενων στον αλβανικό θρόνο, σ’ ένα σκηνικό που θυμίζει πολύ ότι συμβαίνει κάποια χιλιόμετρα νοτιότερα στη χώρα μας. Με τη βοήθεια παρτιζάνων του Τίτο, βρετανικών όπλων αλλά και της υποχώρησης των δυνάμεων του Άξονα, οι αντάρτες του Χότζα απελευθερώνουν στις 17 Νοεμβρίου 1944 τα Τίρανα και μέχρι τα τέλη του ίδιου μήνα όλη τη χώρα, ιδρύοντας προσωρινή κυβέρνηση με πρωθυπουργό τον ίδιο. Τέσσερις μήνες μετά, τον Μάρτιο του 1945, ο Χότζα ανακηρύσσει την ίδρυση της Λαϊκής Δημοκρατίας της Αλβανίας, και από εκείνο το σημείο εκδηλώνει τις ιδιαιτερότητες της διακυβέρνησης του.

Η κατάσταση που έχει ν’ αντιμετωπίσει στο εσωτερικό της χώρας είναι δυσχερής με τον αλβανικό λαό να υποφέρει από πείνα και αμάθεια. Χαρακτηριστικά αναφέρουμε ότι στις παραμονές του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, παρ’ ότι η παραγωγή της Αλβανίας είναι κατά 90% αγροτική, μόλις το 9% του εδάφους της δεν είναι καλλιεργημένο με πρωτόγονες μεθόδους. Παρά τις κορώνες διεθνισμού, στο εσωτερικό ο Χότζα επιχειρεί να συσπειρώσει το δυναμικό της χώρας, τονίζοντας την ομοιογένεια και τη νέα εθνική ταυτότητα. Θέλοντας να ευνοήσει την πολυτεκνία, θέτει σε διωγμό τα προφυλακτικά αφού η χρήση τους τιμωρείται με χρηματικό πρόστιμο και η εμπορία τους με φυλάκιση. Σπίτι παραχωρείται μόνο σε όσους κάνουν δύο παιδιά, οικογενειακό επίδομα σε όσους έχουν τέσσερα, ενώ ο γάμος επιτρέπεται στα ζευγάρια που έχουν προγραμματίσει τη γέννηση παιδιού.

Ο Χότζα προβαίνει σε μεταρρυθμίσεις με πρώτο τον αγροτικό τομέα. Τα τσιφλίκια καταργούνται και η γη μοιράζεται στους πρώην δουλοπάροικους με βάση τα σοσιαλιστικά οικονομικά πρότυπα. Επενδύονται μεγάλα ποσά στην ανάπτυξη της βιομηχανίας, εξαπλώνονται παντού οι δημόσιες υπηρεσίες, η επικράτεια ηλεκτροδοτείται και βελτιώνονται οι συνθήκες διαβίωσης. Tα παραπάνω όμως πραγματοποιούνται αρχικά με την υποστήριξη της Μόσχας και παράλληλη απόρριψη του Σχεδίου Μάρσαλ, αλλά έχουν βαρύτατο τίμημα που πληρώνει ο αλβανικός λαός. Ο Χότζα κυβερνά τη χώρα με σιδερένια πυγμή και μηδενική ανοχή σε διαφορετικές απόψεις από τη δική του. Όντας Γενικός Γραμματέας του Κόμματος συγκεντρώνει όλες τις ουσιαστικές εξουσίες, τις οποίες διατηρεί ακέραιες μέχρι το θάνατό του.

Στην εξωτερική πολιτική, από το 1946 διακόπτει τις διπλωματικές σχέσεις με ΗΠΑ και Αγγλία, και δύο χρόνια μετά με την Γιουγκοσλαβία του πρώην συμμάχου Τίτο εναντίον της οποίας χρησιμοποιεί σκληρότατες εκφράσεις. Προσκολλάται στη σταλινική Σοβιετική Ένωση, και μετά την άνοδο του Χρουστσόφ στην εξουσία διακηρύσσει την αντίθεσή του στην αποσταλινοποίηση. Στο 20ο Συνέδριο του ΚΚΣΕ δηλώνει ότι “το καλό και αθάνατο έργο του Στάλιν πρέπει όλοι να το υπερασπιζόμαστε. Όποιος δεν το υπερασπίζεται είναι οπορτουνιστής και δειλός”. Στη συνέχεια διαφοροποιείται από τη Μόσχα, καταδικάζοντας την εισβολή στην Τσεχοσλοβακία και αποχωρώντας από το Σύμφωνο της Βαρσοβίας.

Η Αλβανία αποξενώνεται τελείως από τη Δύση, με τη διαβόητη μυστική αστυνομία Sigurimi ν’ αποτελεί τον φόβο και τρόμο των πάντων. Ο Χότζα διατηρεί την εξουσία εφαρμόζοντας βίαιες μεθόδους ενάντια σε μειονοτικούς πληθυσμούς και αντικαθεστωτικούς, ενώ η οικονομική ζωή της χώρας στηρίζεται στις τεράστιες οικονομικές ενισχύσεις άλλοτε της Σοβιετικής Ένωσης και άλλοτε της Κίνας. Με τον θάνατο του Μάο και την αλλαγή πολιτικής του Πεκίνου στη συνέχεια, ο Χότζα χάνει τον μοναδικό πολιτικό και οικονομικό σύμμαχο στον κόσμο, με αποτέλεσμα στη χώρα να κυριαρχεί η εσωστρέφεια, ο φόβος, η απολυταρχική διακυβέρνηση και οι εκκαθαρίσεις ενάντια στους “φιλοκινέζους” πολιτικούς.
Το καθεστώς Χότζα από την πρώτη στιγμή δημιουργίας του διατηρεί ταραγμένες σχέσεις με τις μεταπολεμικές ελληνικές κυβερνήσεις. Ο τρεις φορές μέσα σε τριάντα χρόνια απελευθερωμένος βορειοηπειρωτικός ελληνισμός, αντί δικαίωσης των αιματηρών αγώνων του εναντίον των δυνάμεων του Άξονα, αντιμετωπίζει σκληρότατες διώξεις. Ειδικά μετά την φιλοκινεζική στροφή του Χότζα και την μετατροπή της Αλβανίας σε αθεϊστικό κράτος, οι διωγμοί είναι χειρότεροι και από αυτούς την περίοδο της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Εκκλησίες καταστρέφονται ή μετατρέπονται σε αποθήκες και κινηματογράφους που αποθεώνουν το σοσιαλιστικό ιδεώδες, αλλάζουν τα χριστιανικά τοπωνύμια στη Βόρειο Ήπειρο, ενώ πολλά ελληνικά ονόματα μετατρέπονται σε αλβανικά όπως ο Αχιλλέας (Achilleas) που γίνεται Arqile.

Την αθεΐα αντικαθιστά η προσωπολατρία άλλοτε στο πρόσωπο του Στάλιν, άλλοτε του Μάο -και πάντοτε του Χότζα- οι κληρικοί διαπομπεύονται ως “κοινωνικά παράσιτα”, οι αντιφρονούντες δικάζονται σε “λαϊκά δικαστήρια” και όταν δεν αποκηρύσσουν το “άθλιο παρελθόν τους”, εκτοπίζονται. Κάθε αναφορά στη Βόρειο Ήπειρο αποτελεί “προδοσία” που τιμωρείται ανάλογα, η περιοχή γεμίζει πολυβολεία στραμμένα προς την Ελλάδα, ενώ κάθε απόπειρα εξόδου από την χώρα ισοδυναμεί με εκτέλεση του ίδιου και διωγμό της οικογένειάς του. Το Βορειοηπειρωτικό γίνεται μέρος της ρήξης που δημιουργείται στο ανατολικό μπλοκ τη δεκαετία του 50, με την Σοβιετική Ένωση να κοντράρει τον Χότζα υποστηρίζοντας τις ελληνικές θέσεις στο ζήτημα εξοργίζοντας έτσι τον Αλβανό ηγέτη.
Μετά το θάνατο του Χότζα το 1985, η απόπειρα του διαδόχου του Ραμίζ Αλία να συνεχίσει την πολιτική της διεθνούς απομόνωσης, σαρώνεται από τη θύελλα της “περεστρόικα”, ενώ η πτώση του τείχους του Βερολίνου επαναφέρει απότομα την Αλβανία και τον λαό της στον 20ο αιώνα με τις γνωστές σε όλους συνέπειες.