Στις αρχές του 1947 η Ελλάδα βρίσκεται εν μέσω ενός εμφυλίου πολέμου που αποτελειώνει κοινωνικά, πολιτικά και οικονομικά τη χώρα. Μέρος αυτής της αποσύνθεσης αποτελεί το κάκιστο οδικό της δίκτυο που οδηγεί αρκετούς ταξιδιώτες στην εναλλακτική λύση των θαλάσσιων οδών. Το «Χειμάρρα» είναι ένα παμπάλαιο γερμανικό επιβατικό ατμόπλοιο που ναυπηγείται το 1905 με το όνομα «Χέρτα».
Σαν… αποζημίωση
Στον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο ανήκει στο Πολεμικό Ναυτικό της ναζιστικής Γερμανίας, το 1946 καταλήγει στο ελληνικό Δημόσιο ως μέρος κάποιων ελάχιστων γερμανικών πολεμικών αποζημιώσεων και αξιοποιείται άμεσα ως επιβατικό. Στις 9 Σεπτεμβρίου 1946 μάλιστα λαμβάνει το Πρωτόκολλο Γενικής Επιθεώρησης που ορίζει τον αριθμό των επιβατών που μπορεί να μεταφέρει: 500 τη χειμερινή περίοδο και 600 τη θερινή. Μετονομάζεται σε «Χειμάρρα» και ξεκινά την εξυπηρέτηση της γραμμής Πειραιά-Θεσσαλονίκης.
Το πλοίο φεύγει για το μοιραίο του τελευταίο ταξίδι, αποπλέοντας στις 8:30 το πρωί της 18ης Ιανουαρίου 1947 από τη Θεσσαλονίκη, με ενδιάμεσες στάσεις σε Βόλο και Χαλκίδα και τελικό προορισμό το λιμάνι του Πειραιά. Εχει μαζί του, επίσημα, 86 άνδρες πλήρωμα και 544 επιβάτες, εκ των οποίων 39 πολιτικούς κρατούμενους, που κατευθύνονται στους τόπους εξορίας τους, και, περίπου, 200 χωροφύλακες και οπλίτες. Η πραγματικότητα όμως είναι ότι ουδείς γνωρίζει τον ακριβή αριθμό επιβαινόντων. Υπάρχουν αρκετοί λαθρεπιβάτες, όσοι επιβιβάζονται και αποβιβάζονται στους ενδιάμεσους σταθμούς δεν καταγράφονται, ενώ ο αριθμός των κρατουμένων είναι ασαφής, αφού κάποιοι τους ανεβάζουν σε πολλές δεκάδες.
Δόνηση
Το βέβαιο είναι ότι στις 4:10 τα ξημερώματα της Κυριακής 19 Ιανουαρίου το επιβατικό ατμόπλοιο τραντάζεται από μια ισχυρή δόνηση, το φώτα σβήνουν, το πηδάλιο κολλάει κι αρχίζουν να βγαίνουν ατμοί από το μηχανοστάσιο. Αλλοι μιλούν για σύγκρουση λόγω πυκνής ομίχλης στις βραχονησίδες Βερδούγια που βρίσκονται στη Νότια Εύβοια μεταξύ Νέων Στύρων και Αγίας Μαρίνας, ενώ άλλοι αναφέρονται σε πρόσκρουση σε ξεχασμένη νάρκη του Β’ Παγκόσμιου Πολέμου.
Μετά την αρχική σύγχυση, σύντομα στους εκατοντάδες επιβάτες κυριαρχεί πανικός που επιταχύνεται από τους κακούς χειρισμούς του κυβερνήτη. Παρότι βρίσκεται μόλις ενάμισι μίλι από τις ακτές της Αγίας Μαρίνας, το πλοίο δεν δίνει στίγμα ούτε εκπέμπει SOS, αφού η πρόσκρουση-έκρηξη καταστρέφει τις λυχνίες του πομπού του. Η εγκατάλειψή του γίνεται ανεξέλεγκτα, ακούγονται παντού φωνές και ουρλιαχτά, ενώ όσες λέμβοι και σχεδίες δεν ανατρέπονται όταν ρίχνονται στη θάλασσα, γεμίζουν αμέσως από πανικόβλητους επιβάτες. Μέρος της γενικής σύγχυσης οφείλεται στο πλήρωμα που τα έχει χαμένα μη φροντίζοντας στην τήρηση της τάξης, αλλά και σε κάποιους οπλίτες που παραβαίνοντας τις εντολές του κυβερνήτη πηδούν πρώτοι στις λέμβους ή πέφτουν με τον βαρύ τους ρουχισμό στη θάλασσα με αποτέλεσμα τον άμεσο πνιγμό τους. Τελικά, λίγο μετά τις 5 τα ξημερώματα, δίνεται από τον πλοίαρχο η εντολή εγκατάλειψης του πλοίου που ελάχιστη ώρα μετά αρχίζει να μπατάρει αριστερά.
Κρύα νερά
Το τελευταίο μέρος του δράματος μεταφέρεται πλέον στη θάλασσα. Τα παγωμένα νερά του Ευβοϊκού γεμίζουν μελανιασμένους ναυαγούς, που με σωσίβια ή χωρίς προσπαθούν να παραμείνουν με κάθε τρόπο στην επιφάνεια του νερού, ακόμα κι αν χρειάζεται να πιαστούν πάνω σε άλλους επιζήσαντες, δημιουργώντας έτσι έναν χορό θανάτου. Μισή ώρα μετά την εγκατάλειψή του, το «Χειμάρρα» βουλιάζει στη θάλασσα δημιουργώντας μια δίνη σαν… μαύρη τρύπα που παρασύρει στον βυθό όποιους βρίσκονται κοντά της. Οσοι καταφέρνουν να μπουν σε μια βάρκα ή παραμένουν στην επιφάνεια του νερού αντιμετωπίζουν τα ουρλιαχτά και τις ικεσίες για βοήθεια όσων βουλιάζουν.
Οι Πρόεδροι της Δημοκρατίας: Ποιος τους πρότεινε, πόσες ψήφους πήραν - Πότε «έσπασε» η πρόταση αντιπάλου
Οσοι επιβιώνουν μεταφέρονται με ψαροκάικα σε γειτονικές με το ναυάγιο περιοχές, όπου δέχονται τις πρώτες φροντίδες από τον τοπικό πληθυσμό που σπεύδει να βοηθήσει, σε αντίθεση με τον κρατικό μηχανισμό του οποίου οι έρευνες διάσωσης αρχίζουν δέκα ολόκληρες ώρες μετά, με αποτέλεσμα τη γεωμετρική αύξηση των θυμάτων. Τελικός απολογισμός της φρίκης δεν μπορεί να υπάρξει, αλλά τα επίσημα νούμερα μιλούν για τουλάχιστον 390 νεκρούς και 259 διασωθέντες, ενώ πολλοί από τους πολιτικούς κρατουμένους βρίσκουν τον θάνατο σιδηροδέσμιοι. Αξίζει να σημειωθεί ότι ανάμεσα στους διασωθέντες είναι και ο μετέπειτα δήμαρχος Θεσσαλονίκης Ντίνος Κοσμόπουλος.
Ευθύνες
Οι ανακρίσεις για τα αίτια της ναυτικής τραγωδίας, που διενεργεί η Ανακριτική Επιτροπή Ελέγχου Ναυτικών Ατυχημάτων (ΑΕΕΝΑ), αποδίδουν τις ευθύνες του ναυαγίου στη μη τήρηση της ορθής πορείας, στους πλοιάρχους και στο πλήρωμα. Στη δίκη που ακολουθεί καταδικάζεται ο πλοίαρχος Μπελέσης σε φυλάκιση 15 μηνών με αναστολή, ο β’ πλοίαρχος Μπέρτολς σε φυλάκιση είκοσι μηνών, ενώ μικρότερες ποινές επιβάλλονται στους μηχανικούς. Για την απώλεια του «Χειμάρρα» το ελληνικό Δημόσιο εισπράττει από την ασφάλεια 70.000 λίρες Αγγλίας…
Σκηνές αλλοφροσύνης
Στα ρεπορτάζ των εφημερίδων κυριαρχούν οι ανατριχιαστικές περιγραφές των επιζησάντων όπως αυτή του ασυρματιστή του πλοίου, Γ. Φρέρη: «Από παντού ακούγονται σπαρακτικές κραυγές γυναικών, κλάματα παιδιών, βλαστήμιες ανδρών. Ανθρωποι τρέχουν στο κατάστρωμα, χωρίς να βλέπει ο ένας τον άλλο, σπρώχνονται, κινούνται σ’ έναν απερίγραπτο πανικό. Οι φωνές σκεπάζονται από το σφύριγμα των σπασμένων σωλήνων του ατμού. Τα δευτερόλεπτα που περνούν, μεγαλώνουν την αγωνία. Η βία, η δύναμις του ισχυρότερου τυφλώνουν εις το μεγάλο πανικό. Ο σώζων εαυτόν σωθήτω».
Οταν δίνεται η εντολή εγκατάλειψης του πλοίου, συνεχίζει ο ασυρματιστής, εξελίσσονται σκηνές αλλοφροσύνης: «Τι έγινε, δεν περιγράφεται. Κοπαδιαστά, άνθρωποι με ουρλιαχτά πέφτανε στο νερό. Πόσοι γλίτωσαν; Από καμιά εξηνταριά που είδα μετά τη βύθιση του πλοίου ύστερα από κάμποση ώρα, ήσαν ζωντανοί μόνον 9. Μελάνιαζαν μέσα στο παγωμένο νερό. Τα πτώματά τους, όσοι απόμεναν, τα χρησιμοποιούσαν για σωσίβια, καθώς και άλλα εξαρτήματα του καραβιού που επέπλεαν».
Πολλές είναι οι αναφορές ότι οι οπλίτες που βρίσκονται στο πλοίο μπαίνουν στις σωτήριες λέμβους με την απειλή όπλων, με αποτέλεσμα τον πνιγμό δεκάδων γυναικόπαιδων: «Τας ήρπασαν κυριολεκτικώς και τας επεφύλασαν διά τους εαυτούς των μόνον. Δεν εδέχθησαν να επιβή αυτών ούτε εις του πληρώματος διά να τας επαναφέρει εις τον τόπον του δυστυχήματος, ώστε να σωθούν και άλλοι. Και αι λέμβοι έμειναν έτσι αχρησιμοποίητοι, αφού έσωσαν τα τομάρια τους οι ένοπλοι…». Στις άνανδρες αυτές συμπεριφορές υπάρχουν και φωτεινές εξαιρέσεις που διασώζουν την τιμή των ενόπλων, όπως ενός χωροφύλακα που όταν χάνει μια κυρία που συνοδεύει: «Ευθυτενής, από το χρέος μη κινών, ωραίος, όπως είναι ωραίοι όλοι οι άνθρωποι όταν δεν χάνουν την ανθρωπιά τους, εύρε τον θάνατον εν τη αναζητήσει της γυναικός την οποία συνόδευε παρασυρθείς εις τον βυθόν μετά του σκάφους»…