Το νομοσχέδιο που τέθηκε από χθες σε δημόσια διαβούλευση αποτελεί και μια ευκαιρία για τα πολιτικά κόμματα να τοποθετηθούν, αλλά και να συμφωνήσουν σε ζητήματα που έχουν σχέση με τη λειτουργία των υπηρεσιών ασφαλείας της χώρας και την αποτροπή των παράνομων παρακολουθήσεων. Μάλιστα, με το νέο θεσμικό πλαίσιο ορίζεται η εθνική ασφάλεια, καθώς έως σήμερα δεν υφίσταται στο νόμο ορισμός.
«Καμπανάκι» για τα επιτόκια καταθέσεων
Με το νομοσχέδιο διορθώνονται και λάθη της σημερινής κυβέρνησης. Είναι ένα σημείο αυτοκριτικής που γίνεται, καθώς ο διοικητής της Εθνικής Υπηρεσίας Πληροφοριών θα πρέπει να είναι ή ανώτατος διπλωματικός λειτουργός ή απόστρατος ανώτατος αξιωματικός. Επίσης, είναι θετικό ότι μπαίνουν δικλίδες ασφαλείας σε σχέση με τη νόμιμη επισύνδεση πολιτικών προσώπων, καθώς, πέρα από τους δύο εισαγγελείς, την τελική απόφαση θα έχει ο Πρόεδρος Βουλής, ενώ ο παρακολουθούμενος θα μπορεί να ενημερώνεται για τους λόγους της νόμιμης επισύνδεσής του τρία χρόνια μετά την ολοκλήρωσή της.
Είναι σημαντικό ότι με το νέο καθεστώς θωρακίζεται θεσμικά το εθνικό σύστημα ασφαλείας, ενώ ρητώς πλέον θα απαγορεύεται η εμπορία και χρήση κακόβουλων λογισμικών και συσκευών, και ξαναγίνεται κακούργημα από πλημμέλημα που είχε μετατραπεί από την προηγούμενη κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ, με προβλεπόμενη ποινή από ένα έως πέντε έτη. Νόμιμη άρση απορρήτου επικοινωνιών θα μπορεί πλέον να γίνει μόνο για λόγους εθνικής ασφάλειας ή για διακρίβωση ιδιαίτερα σοβαρών εγκλημάτων με απόφαση δικαστικής Αρχής. Με το νομοσχέδιο, τέτοια αίτηση θα μπορούν να υποβάλλουν μόνο η ΕΥΠ και η Αντιτρομοκρατική Υπηρεσία και όχι κάθε δημόσια Αρχή, όπως ίσχυε μέχρι σήμερα.
Το βέβαιο είναι ότι μπαίνουν πλέον οι βάσεις για την προστασία των εθνικών τηλεπικοινωνιών και γίνεται προσπάθεια να θεραπευτεί ένα τραύμα που έχει δημιουργηθεί στην ασφάλεια των τηλεπικοινωνιών και κατ’ επέκταση στη λειτουργία του πολιτικού συστήματος.