Τον Ιούνιο του 2024, ο πληθωρισμός της Τουρκίας επιβραδύνθηκε για πρώτη φορά σε επτά μήνες, υποχωρώντας στο 71% σε ετήσια βάση από 75% τον Μάιο. Ο Δείκτης Τιμών Καταναλωτή επιβραδύνθηκε επίσης από 3,4% τον Μάιο σε 1,4% τον Ιούνιο. Ο υπουργός Οικονομικών, Μεχμέτ Σιμσέκ, δήλωσε: «Η εποχή τού αποπληθωρισμού έχει αρχίσει».
Η αλλαγή αυτή είναι το αποτέλεσμα της τεχνοκρατικής οικονομικής στρατηγικής που επέβλεψε ο Σιμσέκ από τότε που ανέλαβε υπουργός Οικονομικών τον Ιούλιο του 2023, όταν του δόθηκε η εντολή να ανακόψει τον πληθωρισμό που οδηγεί στην πτώση της αξίας του νομίσματος της χώρας, αυξάνοντας το κόστος των εισαγωγών και διαβρώνοντας το βιοτικό επίπεδο.
Στο μεταξύ, ο πρόεδρος Ερντογάν άφησε να εννοηθεί ότι ο αποπληθωρισμός «μόλις άρχισε» σε σχόλια που έκανε λίγες μόνο ημέρες μετά τη δημοσιοποίηση των στοιχείων, ένα σημάδι ότι, τουλάχιστον προς το παρόν, δεν θα πιέσει την Κεντρική Τράπεζα να αλλάξει τη σφιχτή νομισματική της πολιτική. Ωστόσο, παρέμειναν ερωτήματα σχετικά με το πόσο καιρό ο Ερντογάν και η κυβέρνησή του, που είναι γνωστή για την υποστήριξη των χαμηλών επιτοκίων παρά την επίδρασή τους στον πληθωρισμό, θα παραμείνουν αμέτοχοι.
Η σημερινή στήριξη της τουρκικής κυβέρνησης στην ορθόδοξη νομισματική πολιτική αποτελεί μέρος μιας στρατηγικής για τη βελτίωση των οικονομικών συνθηκών εν όψει των εθνικών εκλογών του 2028. Το κυβερνών κόμμα ΑΚΡ κατάφερε να αναλάβει την εξουσία το 2002 εν μέρει επειδή οι τουρκικές κυβερνήσεις της δεκαετίας του 1990 δεν μπόρεσαν να νικήσουν τον πληθωρισμό-ρεκόρ, ο οποίος κορυφώθηκε στο 105% σε ετήσια βάση το 1994 και δεν μειώθηκε κάτω από το 50% μέχρι τη νίκη του ΑΚΡ το 2002. Ωστόσο, τα τελευταία χρόνια, το ΑΚΡ έχασε σταθερά το μερίδιο των εδρών του στην Εθνοσυνέλευση (από 295 βουλευτές το 2018 σε 264 το 2024, πολύ κάτω από την πλειοψηφία των 300 εδρών) εν μέσω αποστασιών, κόπωσης των ψηφοφόρων, οικονομικών δυσκολιών και λανθασμένων πολιτικών επιλογών.
Ο Ερντογάν έχει επίσης περιορισμένη θητεία, σύμφωνα με το ισχύον Σύνταγμα του 2018, και δεν υπάρχει σαφής διάδοχος στην εξουσία ύστερα από 22 χρόνια ως επικεφαλής του κόμματος και εθνικός ηγέτης. Ως αποτέλεσμα, το ΑΚΡ και ο Ερντογάν επιχειρούν μια πληθώρα πολιτικών στρατηγικών για να εδραιώσουν την εξουσία του κόμματος και να διασφαλίσουν την κληρονομιά του Τούρκου προέδρου. Οι στρατηγικές αυτές κυμαίνονται από τον εναγκαλισμό της πολιτικής του Σιμσέκ για τη βελτίωση των μακροοικονομικών συνθηκών εν όψει των εκλογών του 2028 έως τη διαπραγμάτευση με μικρότερα κόμματα της αντιπολίτευσης για την εξασφάλιση της «υπερπλειοψηφίας» που απαιτείται για συνταγματικές μεταρρυθμίσεις και/ή για πρόωρες εθνικές εκλογές, που θα μπορούσαν να παρατείνουν την κυριαρχία του Ερντογάν ή να εξομαλύνουν το δρόμο για τον επιλεγμένο διάδοχό του.
Σ’ αυτούς τους ελιγμούς, το ΑΚΡ έχει κίνητρο να συνεχίσει να ακολουθεί αυστηρότερη νομισματική πολιτική για τη μείωση του πληθωρισμού και την σταθεροποίηση της λίρας, ακόμη και αν τα μέτρα αυτά είναι αντιδημοφιλή, επειδή δεν υπάρχουν σημαντικές εκλογές μέχρι το 2028 που θα μπορούσαν να ανατρέψουν τον έλεγχο του ΑΚΡ. Στο μεταξύ, το ΑΚΡ φαίνεται να έχει καταλήξει στο συμπέρασμα ότι παρά τις νίκες του αντιπολιτευόμενου Ρεπουμπλικανικού Λαϊκού Κόμματος σε μεγάλες πόλεις, όπως η Κωνσταντινούπολη και η Αγκυρα, στις δημοτικές εκλογές, η αντιπολίτευση είναι ακόμη πολύ διχασμένη για να ισχυροποιηθεί και να απειλήσει το κόμμα σε εθνικό επίπεδο.
Καθώς πλησιάζει το 2028 και ο αποπληθωρισμός μειώνεται, η κυβέρνηση θα πιέσει την Κεντρική Τράπεζα να αυξήσει και πάλι τον ρυθμό ανάπτυξης, υπονομεύοντας ενδεχομένως την ανεξαρτησία της Τράπεζας, τον αγώνα κατά του πληθωρισμού, την οικονομική σταθερότητα και τις πιθανότητες του AKP να διατηρήσει την εξουσία. Εάν ο Ερντογάν δεν θέσει υποψηφιότητα το 2028, το AKP μπορεί να δυσκολευτεί να μεταφέρει τη δημοτικότητα του απερχόμενου προέδρου στον διάδοχό του. Αντίθετα, ο υποψήφιος μπορεί να πρέπει να κατέβει με βάση τη συνολική κομματική κληρονομιά του ΑΚΡ, η οποία θα περιλαμβάνει την πρόσφατη οικονομική του διαχείριση.
Εάν οι μακροοικονομικές συνθήκες παρέχουν ένα δυσμενές πολιτικό αφήγημα για το κόμμα και τον υποψήφιο πρόεδρό του, η κυβέρνηση θα μπορούσε να στηριχθεί στην Κεντρική Τράπεζα για να κατασκευάσει υψηλή ανάπτυξη, ακόμη και με κόστος τον αυξημένο πληθωρισμό, τη διάβρωση της αξίας της λίρας και τη μείωση των συναλλαγματικών αποθεμάτων. Αυτή η πίεση θα προσέκρουε στην ανεξαρτησία της Κεντρικής Τράπεζας και θα μπορούσε να οδηγήσει τον πρόεδρο Ερντογάν να απολύσει τον επικεφαλής της μέχρι να βρει έναν κατάλληλο ηγέτη, πρόθυμο να συνεργαστεί με τους πολιτικούς στόχους της κυβέρνησης.
Ως αποτέλεσμα, η οικονομική στρατηγική της χώρας μπορεί να επιστρέψει στα προηγούμενα πρότυπά της, δηλαδή να ευνοεί τα χαμηλά επιτόκια και/ή τον νομισματικό επεκτατισμό για την αύξηση της οικονομικής ανάπτυξης, ακόμη και αν αυτή η ανάπτυξη προκαλεί υψηλό πληθωρισμό, παράγει ανισομερή αποτελέσματα ή καθιστά τις εισαγωγές όλο και πιο απρόσιτες για πολλούς Τούρκους. Εάν υπάρξουν αυτές οι συνθήκες, θα θέσουν σε κίνδυνο τον έλεγχο της κυβέρνησης από το ΑΚΡ στις γενικές εκλογές του 2028, ανοίγοντας την πόρτα στην αντιπολίτευση να καταλάβει την προεδρία ή/και την Εθνοσυνέλευση.
Ειδήσεις σήμερα
Φουντώνει η φωτιά τώρα στον Δομοκό – Μήνυμα του 112 για απομάκρυνση προς τον Αγιο Στέφανο
Χειμάρρα: Καταγγελίες για εξαγορά ψήφων και εκβιασμών – Χαμηλή η συμμετοχή
Αυτές είναι οι δέκα μεγάλες μεταρρυθμίσεις έως το 2025
Καλαμάτα: Σοκάρει με την καταγγελία 36χρονης πως την βίαζε ο αδερφός της
Τραγωδία στο Άγιο Όρος – 57χρονος έχασε τη ζωή του από φορτηγό μέσα σε πλοίο