Ο ΣΥΡΙΖΑ δείχνει ότι βρίσκεται πλέον σε κατάσταση αποσύνθεσης, με πολύ χαμηλά ποσοστά συσπείρωσης που δεν υπερβαίνουν το 53%, σύμφωνα με τα εξαγόμενα της έρευνας, και καταγράφει συνεχείς απώλειες ψηφοφόρων και διαρροές στελεχών, με ορατό πλέον τον κίνδυνο πολύ σύντομα να μην είναι καν αξιωματική αντιπολίτευση.
ΚΑΙ ΑΠΟ ΕΚΕΙ που ο Στ. Κασσελάκης άρχισε τις διαγραφές ως επίδειξη ισχύος ενός νέου αρχηγού που αντλεί τη δύναμή του από τις δεκάδες χιλιάδες ψήφους που έλαβε από την κομματική βάση, έφθασε στο σημείο να παρακαλάει την Εφη Αχτσιόγλου και την ομάδα της να μην αποχωρήσουν κι εκείνοι από το κόμμα στο οποίο κινδυνεύει να μείνει στο τέλος μόνος, παρέα με τον Π. Πολάκη, τον Ν. Παππά και τον ναύαρχο Αποστολάκη.
ΘΑ ΗΤΑΝ λάθος, ωστόσο, να εξηγήσουμε την κατάρρευση του ΣΥΡΙΖΑ με βάση την εκλογή νέου αρχηγού και τις σφοδρές εσωκομματικές αντιδράσεις που προκάλεσε από εκείνους που αισθάνθηκαν ότι τα κλειδιά του κόμματος και της Αριστεράς τούς ανήκουν και δεν θέλουν να τα παραδώσουν σε κάποιον που δεν προέρχεται από τον κομματικό του σωλήνα και δεν διαθέτει αριστερό ιδεολογικό υπόβαθρο.
1.000 μέρες βαρβαρότητας
ΔΕΝ ΘΑ ΗΤΑΝ ορθό, δηλαδή, να χρεωθεί η πτώση μόνο στον Στ. Κασσελάκη και τον ρηχό πολιτικό του λόγο. Γιατί η τοξικότητα, το διχαστικό κλίμα και η ακραία ρητορική των στελεχών που έφυγαν ήταν τα κύρια χαρακτηριστικά της στρατηγικής επιλογής που ακολούθησε όλα αυτά τα χρόνια ο ΣΥΡΙΖΑ του Αλ. Τσίπρα, από το 2014 μέχρι σήμερα.
ΓΙ’ ΑΥΤΟ και η διπλή εκλογική συντριβή του στις εθνικές εκλογές ήταν αναπόφευκτη, από τη στιγμή που οι πολίτες κοιτάζουν μπροστά και θέλουν κοινωνική ευημερία, καλύτερα εισοδήματα και επίλυση των προβλημάτων της καθημερινότητάς τους και όχι αυτούς που επενδύουν ακόμα σε έναν στείρο καταγγελτικό λόγο χωρίς να διαθέτουν εναλλακτική πρόταση.
ΟΜΩΣ, το πρόβλημα της ισχνής απήχησης στην κοινωνία είναι βέβαιο ότι θα το έχουν και όποιοι νέοι κομματικοί σχηματισμοί μπορεί να προκύψουν από μια πολυδιάσπαση του ΣΥΡΙΖΑ, καθώς, με εξαίρεση το ΚΚΕ, που έχει συγκεκριμένη πολιτική φιλοσοφία, αλλά και δημοσκοπικό «ταβάνι», ο χώρος της Αριστεράς, όπως εκφράζεται αυτήν τη στιγμή, πολύ δύσκολα θα μπορέσει να αποκτήσει ισχυρή δυναμική.