Γιατί δεν κατάφερε να μπει στην οκτάδα, για το μέχρι πού μπορούσε να φτάσει και όλα τα συνηθισμένα που συζητάμε όταν δεν φτάνουμε σε κάποια… κορυφή.
ΚΑΤ’ αρχάς, στα Μουντιάλ όλων των αθλημάτων υπάρχουν εκπλήξεις. Στο συγκεκριμένο τουρνουά έμεινε εκτός 16άδας η Γαλλία και εκτός οκτάδας η Ισπανία, ομάδες που θεωρούνταν από τα φαβορί της διοργάνωσης.
ΕΜΕΙΣ, έτσι κι αλλιώς, δεν ήμασταν ανάμεσα στα φαβορί. Η ομάδα κατέβηκε στους αγώνες έχοντας τους μισούς παίκτες σε σχέση με το περσινό Ευρωμπάσκετ. Οι απουσίες του σούπερ σταρ Αντετοκούνμπο, αλλά και των Σλούκα, Καλάθη, και ο τραυματισμός του Μήτογλου αποδυνάμωσαν δραματικά το ρόστερ.
ΟΦΕΙΛΟΥΜΕ, λοιπόν, να διαχωρίζουμε αυτό που θέλουμε από αυτό που μπορούμε. Και η πικρή αλήθεια είναι ότι τα τελευταία χρόνια, ακόμη κι όταν ήμασταν υπερπλήρεις και είχαμε υψηλές προσδοκίες, τελικά δεν καταφέραμε και κάτι εντυπωσιακό.
H «κομμουνιστική απειλή» στις ΗΠΑ
ΔΕΝ μπορώ να κάνω μπασκετική ανάλυση, γιατί δεν είμαι ειδικός. Εκείνοι που είναι αναλυτές του μπάσκετ ισχυρίζονται ότι το παιχνίδι πλέον έχει αλλάξει και πως το ελληνικό μοντέλο είναι πια ξεπερασμένο. Λείπουν οι «αθλητικοί παίκτες» και οι καλοί σουτέρ. Για να το λένε, κάτι παραπάνω θα ξέρουν.
ΥΠΑΡΧΕΙ, όμως, και κάτι ακόμα. Με εξαίρεση τον σούπερ σταρ του ΝΒΑ, Γιάννη Αντετοκούνμπο, που κανείς δεν μπορεί να γνωρίζει αν και πότε θα παίζει στην εθνική ομάδα, οι υπόλοιποι παικταράδες είναι πλέον κάποιας… ηλικίας.
ΔΕΝ έχουμε βγάλει τους διαδόχους των Διαμαντίδη, Σπανούλη, Σλούκα, Καλάθη. Υπάρχουν πολλοί αξιόλογοι παίκτες νεαρής ηλικίας, αλλά έως τώρα δεν φαίνονται κάποιοι ηγέτες, κάποιοι που θα μπορούσαν να τραβήξουν το κάρο πιο μπροστά.
ΚΑΙ αυτό το έλλειμμα δεν προκύπτει από τις μικρές Εθνικές μπάσκετ, αλλά από τις μεγάλες ελληνικές ομάδες. Ο Ολυμπιακός και ο Παναθηναϊκός διαθέτουν εξαιρετικά ρόστερ, αλλά βασίζονται κατά 80%, ίσως και παραπάνω, σε ξένους παίκτες. Την ίδια ώρα, πέρα από τον Αντετοκούνμπο, η ελληνική παρουσία στο ΝΒΑ είναι ανύπαρκτη, την ώρα που πάρα πολλοί Ευρωπαίοι παίκτες είναι πρώτα ονόματα στην άλλη πλευρά του Ατλαντικού.
ΑΡΑ, το πιο σημαντικό για να χτίσουμε μία νέα ισχυρή εθνική ομάδα μπάσκετ είναι να επενδύσουν οι ελληνικές ομάδες σε νέους παίκτες, να τους δώσουν χώρο και χρόνο συμμετοχής. Να τους βοηθήσουν να αξιοποιήσουν το ταλέντο τους. Γιατί τα θαύματα του 1987, του 2005 και του 2006 δεν έγιναν από τύχη, αλλά ήταν αποτέλεσμα πολυετούς προσπάθειας.