Ο ΣΥΡΙΖΑ σκοπεύει να καταθέσει πρόταση νόμου για την αντιμετώπιση της ακρίβειας, όπου προτείνονται μειώσεις του ΦΠΑ σε τρόφιμα, έκτακτοι φόροι σε τράπεζες, διυλιστήρια και εταιρίες παροχής ενέργειας, αλλά και θέσπιση ανώτατου πλαφόν κέρδους στην εφοδιαστική αλυσίδα.
Η κοστολόγηση των μέτρων δεν έχει ανακοινωθεί, υπολογίζεται σε αρκετά δισεκατομμύρια ευρώ, τα οποία σύμφωνα με τη λογική του ΣΥΡΙΖΑ θα προέλθουν από την έκτακτη φορολόγηση των μεγάλων επιχειρήσεων. Στην πράξη δεν λειτουργεί τίποτε, ενώ το ιστορικό του ΣΥΡΙΖΑ στο θέμα των φόρων είναι βεβαρημένο.
Το μέτρο της κατάργησης του ΦΠΑ δεν έχει αποτελέσματα, όπως φάνηκε στην Ισπανία, σε περιόδους πληθωριστικών πιέσεων το όφελος «χάνεται» στην αγορά και δεν καταλήγει στις τιμές καταναλωτή. Το κόστος του συγκεκριμένου μέτρου υπερβαίνει τα 2,5 δισεκατομμύρια ευρώ, προτιμότερο θα ήταν να «σβήσει» ο ΕΝΦΙΑ, αλλά ξεχάσαμε, ο συγκεκριμένος φόρος έχει «καταργηθεί» από τον Τσίπρα εδώ και χρόνια.
Η θέσπιση πλαφόν κέρδους σε όλο το κύκλωμα διακίνησης συγκεκριμένων αγαθών είναι ήδη πράξη σε αρκετά προϊόντα, η γενίκευσή του θα οδηγήσει νομοτελειακά τις τιμές στο υψηλότερο επίπεδο των επιτρεπόμενων ορίων, ουσιαστικά θα λειτουργήσει ως διατίμηση με αμφίβολα αποτελέσματα.
Η επιβολή έκτακτων φόρων σε διυλιστήρια και εταιρίες ενέργειας έγινε από την κυβέρνηση Μητσοτάκη για τη χρήση του 2022 με συντελεστές που ήταν οι υψηλότεροι σε όλη την Ευρώπη. Επιβλήθηκαν φόροι 33% στα διυλιστήρια και 90% στα κέρδη των εταιριών ενέργειας, όταν η τιμή του φυσικού αερίου και του ρεύματος είχε εκτιναχθεί στα ύψη λόγω του πολέμου στην Ουκρανία.
Η Δώρα, η Γαρυφαλλιά και αύριο;
Το πρόβλημα είναι ότι πλέον οι τιμές της ενέργειας έχουν υποχωρήσει, που σημαίνει ότι περιορίστηκαν τα αποκαλούμενα «ουρανοκατέβατα» κέρδη, τα οποία σαφώς και έπρεπε να φορολογηθούν με υψηλούς συντελεστές. Επομένως τα έσοδα για το Δημόσιο πλέον θα είναι περιορισμένα. Σε ό,τι αφορά τις τράπεζες, προτιμότερο μέτρο είναι η μείωση της «ψαλίδας» μεταξύ επιτοκίων καταθέσεων – χορηγήσεων και των προμηθειών από μια πρόσθετη φορολόγηση, η οποία εν τέλει θα αυξήσει το κόστος του χρήματος για τους δανειολήπτες.
Ο ΣΥΡΙΖΑ, γενικώς, καλό είναι να μην ασχολείται πολύ με τις τράπεζες. Την τελευταία φορά που το έκανε, τις έκλεισε και κυρίως τις ξεπούλησε αντί ολίγων λεπτών ανά μετοχή σε ξένα funds, λεηλατώντας τα συμφέροντα του Δημοσίου και των μικρομετόχων, που δεν μπορούσαν να συμμετάσχουν στις αυξήσεις μετοχικού κεφαλαίου, το χειμώνα του 2015.
Συνολικά, ο ΣΥΡΙΖΑ ας μην ασχολείται με ζητήματα φόρων, όλοι γνωρίζουμε ότι την περίοδο 2015-2019, αντί να φορολογήσει το «μεγάλο κεφάλαιο», εξόντωσε τη μεσαία τάξη και φτωχοποίησε περαιτέρω την κοινωνία. Δεν γίνεται πιστευτός ο ΣΥΡΙΖΑ ότι θα μειώσει τον ΦΠΑ στα τρόφιμα, όταν επί κυβέρνησης Αριστεράς αύξησε τον συγκεκριμένο φόρο σε όλα τα βασικά είδη, με το επιχείρημα μάλιστα ότι δεν «θα πέσουμε επειδή ανέβηκαν κατά μερικά λεπτά τα μακαρόνια».
Οι μοναδικοί φόροι που μειώθηκαν από την κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ ήταν για τα καζίνο και τους καναλάρχες, οι υπόλοιποι φορολογούμενοι εξοντώθηκαν είτε με τους νόμους Κατρούγκαλου είτε με την εκτίναξη των έμμεσων φόρων από τις τιμές των καυσίμων, όπου επιβλήθηκε ο υψηλότερος συντελεστής που επιτρέπει η Ευρώπη, μέχρι τις τυρόπιτες.
Για να μην το ξεχάσουμε, στην πρόταση νόμου του ΣΥΡΙΖΑ υπάρχει και ένα άλλο «φιλολαϊκό» μέτρο. Η μείωση της τιμής στις κάρτες πολλαπλών διαδρομών στα μέσα συγκοινωνιών. Μικρή υπενθύμιση: επί ΣΥΡΙΖΑ οι τιμές των εισιτηρίων στις συγκοινωνίες (που είχαν μειωθεί από τους «Σαμαροβενιζέλους») αυξήθηκαν ύστερα από την «περήφανη» διαπραγμάτευση.
Γι’ αυτό και οι πολίτες, όταν ακούν τον ΣΥΡΙΖΑ να μιλάει για ελαφρύνσεις, τρέχουν μακριά.