Και το ερώτημα πλέον είναι σαφές: Οταν φτάσουμε στην τελευταία Κυριακή των Απόκρεων, τι θα κάνει ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ; Θα ζωστεί τα φυσεκλίκια του εκλογικού αγώνα; Γιατί μόνο αυτό έχει απομείνει στη φαρέτρα του.
Μίλησε για «δημοκρατική εκτροπή» και κήρυξε τον «ανένδοτο» κατά της «χειρότερης κυβέρνησης της Μεταπολίτευσης», όταν ο δείκτης ποιότητας της Δημοκρατίας στην Ελλάδα έχει ανέβει 15 θέσεις σε σύγκριση με το 2019 στη σχετική κλίμακα του έγκυρου περιοδικού «Economist».
Κάλεσε τους πολίτες να συσπειρωθούν γύρω από την «προοδευτική διακυβέρνηση», όταν δύο φορές το 2015 επέλεξε ως κυβερνητικό εταίρο τους ΑΝ.ΕΛ. του Πάνου Καμμένου αντί τα κόμματα της Κεντροαριστεράς, όπως ήταν το ΠΑΣΟΚ ή το Ποτάμι.
Επιτέθηκε στον Νίκο Ανδρουλάκη λέγοντας ότι εάν συμμαχήσει με τον Κυριάκο Μητσοτάκη θα το έχει κάνει επειδή είναι εκβιαζόμενος από τις υποκλοπές, εκβιάζοντας στην ουσία τον πρόεδρο του ΠΑΣΟΚ προκειμένου να τον χρησιμοποιήσει μετεκλογικά.
Υπερασπίσθηκε την πεζοδρομιακή Δημοκρατία λέγοντας πως «στα πεζοδρόμια και στις πλατείες κερδήθηκαν οι δημοκρατικές κατακτήσεις του λαού μας». Απέκρυψε, όμως, ότι στις ίδιες πλατείες επωαζόταν το αβγό του φιδιού των νεοναζί, αλλά και ότι στις «γενικές συνελεύσεις» των αγανακτισμένων, όπου τα στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ έσκιζαν Μνημόνια και διέγραφαν το δημόσιο χρέος, συντελείτο η μεγαλύτερη απόπειρα εξαπάτησης του ελληνικού λαού.
Μίλησε για την περηφάνια και την αξιοπρέπεια του λαού και της πατρίδας, λες και ήταν κατάκτησή του, όταν το καλοκαίρι του 2015 μετέτρεψε το «όχι» του δημοψηφίσματος σε «ναι» και υπέγραψε το δυσβάστακτο τρίτο Μνημόνιο με φόρους ακόμα και στα ταπεινά μακαρόνια των νοικοκυριών.
Επανέφερε τα διχαστικά διλήμματα τύπου «τους τελειώνουμε ή μας τελειώνουν» και τις ύβρεις περί «γερμανοτσολιάδων», καλώντας τους πολίτες να επιλέξουν μεταξύ «Δημοκρατίας και Νέας Δημοκρατίας», λες και όποιος ψηφίζει Ν.Δ. είναι φασίστας και εχθρός της Δημοκρατίας.
Ολα αυτά δεν προκαλούν πια θυμηδία, ο κ. Τσίπρας έχει καταντήσει μία καρικατούρα που άγεται και φέρεται από μία ομάδα σκληροπυρηνικών και δογματικών του παρελθόντος, που πιστεύουν ότι η αναβίωση του εμφυλιοπολεμικού κλίματος θα αποφέρει κέρδη στον ΣΥΡΙΖΑ.
Στην πράξη συμβαίνει το αντίθετο. Οι πολίτες του Κέντρου αντιλαμβάνονται ότι ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ δεν έχει αλλάξει στο παραμικρό και ότι δεν διστάζει σε τίποτα προκειμένου να ανέλθει στην εξουσία. Αλλά και όσοι έχουν ψηφίσει ΣΥΡΙΖΑ και δεν ανήκουν στην κομματική νομενκλατούρα αντιλαμβάνονται ότι η καλλιέργεια έντασης και οι ύβρεις κατά του πολιτικού αντιπάλου δεν αποτελούν στοιχεία πολιτικής αλλά σημάδια βαθιάς παρακμής.
Η κυβέρνηση έχει ένα δρόμο. Να προσκαλέσει όλους τους πολίτες που δεν συμμερίζονται τα εμφυλιοπολεμικά κηρύγματα του ΣΥΡΙΖΑ και να τους αναλύσει το πρόγραμμά της για να οδηγήσουν την Ελλάδα μπροστά. Ο Τσίπρας δεν μπορεί να υπερασπισθεί την κυβερνητική του θητεία, που όλοι θέλουμε να ξεχάσουμε, δεν διαθέτει σχέδιο για το μέλλον, μονόδρομος είναι η επιλογή του να αναβιώσει σκληρές εποχές του παρελθόντος.
Μεταξύ μας, μεγαλύτερο δώρο για το κυβερνών κόμμα από τον Τσίπρα δεν υπάρχει, όμως κάπου υπάρχουν και όρια, τα οποία θα γίνουν αντιληπτά για τον ΣΥΡΙΖΑ τη βραδιά των εκλογών.