Ολα αυτά είναι ωραία, επιθυμητά, ακόμα και αναγκαία για τις πόλεις του 21ου αιώνα. Ομως, δεν αξίζουν τίποτα οι «έξυπνες» πόλεις, αν δεν είναι ανθρώπινες. Μια ματιά στο αστυνομικό δελτίο το επιβεβαιώνει…
Μένει ώσπου να φύγει…
Δεν είναι μόνο η υπόθεση του Κολωνού, είναι δεκάδες δυστυχώς οι φρικτές ειδήσεις που αποκαλύπτονται καθημερινά. Πολίτες υπεράνω υποψίας κακοποιούν παιδιά ή δολοφονούν τις γυναίκες τους, με τους γείτονες να πέφτουν από τα σύννεφα της διπλανής, κλειστής πόρτας. Κοινωνικές υπηρεσίες των δήμων στενάζουν από την υποστελέχωση και εξαντλούνται σε γραφειοκρατικές διεκπεραιώσεις στοιβάζοντας φακέλους με αιτήσεις σε κάποιο αρχείο, που όταν ανοιχθεί ίσως να είναι πολύ αργά. Αν και δεν είναι σωστό να κάνουμε ισοπεδωτικές αναφορές, αφού πάντα υπάρχουν άνθρωποι που νοιάζονται και εργαζόμενοι που υπερβαίνουν τα τυπικά καθήκοντά τους για να κάνουν καλύτερα τη δουλειά τους, εντούτοις αυτό μοιάζει πια να μην είναι αρκετό. Ισως επειδή επαναπαυόμαστε στη νοημοσύνη των μηχανών και ξεχνάμε την ενσυναίσθηση των ανθρώπων.
Η πρόληψη ενός εγκλήματος, η αποτροπή μιας τραγωδίας είναι υπόθεση του κράτους, αλλά και της κοινωνίας των πολιτών. Χρειάζονται σοβαρές και επαρκώς στελεχωμένες υπηρεσίες, απαιτούνται πόροι, υποδομές και συνεργασία μεταξύ των εμπλεκόμενων φορέων. Χρειάζονται πρωτόκολλα διαχείρισης, αλλά χρειάζεται και αλλαγή νοοτροπίας. Να ξέρουμε ποιος μένει δίπλα μας, αν πεινάει ή κρυώνει, αν κακοποιείται και φοβάται να το πει. Σε μια πολυκατοικία δεν υπάρχουν μόνο τα κοινόχρηστα, υπάρχουν κοινόχρηστες ζωές. Σε μια κοινωνική υπηρεσία δεν υπάρχουν μόνο αριθμοί αιτήσεων, υπάρχουν άνθρωποι. Σε ένα σχολείο δεν υπάρχουν μόνο μαθητές, υπάρχουν παιδιά. Αλίμονο αν περιμένουμε από κάποιον αλγόριθμο να μας σερβίρει έτοιμη τη βιωσιμότητα όταν έχουμε ξεχάσει να λέμε «καλημέρα, είσαι καλά;».