Η δημοσιογραφία, που να μην γελιόμαστε, ένα μεγάλο μέρος της βολεύτηκε από την αναπαραγωγή της φήμης και έπεσε στην παγίδα της μη εξακρίβωσης των όσων γράφονται και λέγονται, καλείται να παίξει ένα σημαντικό ρόλο στην αντίσταση των fake news που πάντα υπήρχαν, αλλά τώρα είναι δεδομένο ότι όχι μόνο θα αυξηθούν αλλά θα επιχειρηθεί μέσω αυτών να διαμορφώνονται πολιτικές και συνειδήσεις.
Τα ΜΜΕ πρέπει να σταματήσουν την αναπαραγωγή της πληροφορίας και να την ελέγχουν επιβεβαιώνοντας αν αυτή είναι υπαρκτή και κατά δεύτερο λόγο αν αποτελεί είδηση που αφορά στους πολίτες. Αποστολή που μόνο εύκολη δεν είναι αλλά αποτελεί μονόδρομο για να αποφευχθεί η βύθιση στον βούρκο της παραπληροφόρησης. Μάλιστα, από τη στιγμή της κατακόρυφης πτώσης των παραδοσιακών μέσων (εφημερίδες, τηλεόραση, ραδιόφωνο), στα sites πέφτει η μεγαλύτερη ευθύνη.
Από εκεί και πέρα, εν έτη 2025, οι πολίτες δεν επιτρέπεται να παραμένουν ψηφιακά αναλφάβητοι. Πρέπει όλοι να καταλάβουμε ότι αυτό που ποστάρεται στα sociαl media δεν αποτελεί μία φιλική κουβέντα στο σαλόνι του σπιτιού μας αλλά θα διαδοθεί παντού. Οι φωτογραφίες ανήλικων παιδιών ή η ενημέρωση (;) για το πότε θα πάμε διακοπές και που θα είμαστε, είναι ψηφιακές ασθένειες που εγκυμονούν πάρα πολλούς κινδύνους και τα παραπάνω είναι μόνο δύο από τα εκατοντάδες παραδείγματα προς αποφυγήν που θα μπορούσαν να αναφερθούν.
Η συζήτηση για θεσμοθέτηση μέτρων ελέγχου των sociαl media είναι σε εξέλιξη, αλλά κάποια στιγμή θα πρέπει να φύγει από το φιλολογικό πνεύμα και να υπάρξουν από τις κυβερνήσεις μηχανισμοί ελέγχων προστασίας του δημοσίου συμφέροντος.
Η εύκολη αλλά αφελής λύση, είναι η πρόταση για έξοδο από τα social media. Απόφαση που κινείται προς τη λάθος κατεύθυνση καθώς τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης μπορούν να προσφέρουν πολύτιμες υπηρεσίες αν χρησιμοποιηθούν σωστά κι όχι ευκαιριακά ή για άλλους σκοπούς.