Πρόκειται σαφώς για κοινωνικό πισωγύρισμα, που καταδεικνύει τις «συστημικές δυσκολίες» που αντιμετωπίζει ο Τζο Μπάιντεν στην προσπάθειά του να εφαρμόσει ελάχιστα ψήγματα προοδευτικής πολιτικής. Με το ίδιο άλλωστε σκεπτικό, το Ανώτατο Δικαστήριο ετοιμάζεται να ακυρώσει τη διαγραφή σημαντικής μερίδας φοιτητικών δανείων, κάτι που θα ανακούφιζε εκατομμύρια φοιτητές της μεσαίας τάξης.
Την ώρα, όμως, που εξαλείφονται οι εξισορροπητικές «διακρίσεις» υπέρ των αδυνάτων, ζουν και βασιλεύουν στις ΗΠΑ κάποιες θεσμοθετημένες διακρίσεις υπέρ των πλουσίων και ισχυρών. Παραδείγματος χάριν, το φημισμένο Πανεπιστήμιο του Χάρβαρντ έχει επίσημη πολιτική να δέχεται κατά προτεραιότητα τα παιδιά των αποφοίτων του ή εκείνα που οι συγγενείς τους κάνουν δωρεές στο ίδρυμα. Μολονότι το εκπαιδευτικό πετράδι της Βοστόνης είναι ιδιωτικό κολέγιο και πανεπιστήμιο (το αρχαιότερο μάλιστα στις ΗΠΑ, με έτος ίδρυσης το 1636), οι «αριστοκρατικές» αντιλήψεις του για το δικαίωμα στην ανώτατη Παιδεία προκάλεσαν νομικές και κοινωνικές αντιδράσεις.
Στόχος του Μασκ: Τα εργασιακά δικαιώματα
Οπως αναφέρουν οι «New York Times», ομάδες νομικών ακτιβιστών της Μασαχουσέτης κατέθεσαν προσφυγή στο υπουργείο Παιδείας ζητώντας από την ομοσπονδιακή κυβέρνηση να θέσει τέλος στην πολιτική οικογενειοκρατίας και κοινωνικών διακρίσεων του Χάρβαρντ, όπου οι μαύροι και οι ισπανόφωνοι είχαν ήδη μειωμένη πρόσβαση.
«Γιατί να επιβραβεύουμε τα παιδιά που έχουν ήδη πλεονεκτήματα και προνόμια από τους προγόνους τους; Το οικογενειακό επώνυμο και το μέγεθος του τραπεζικού λογαριασμού δεν αποτελούν κριτήρια αξιοσύνης και δεν θα έπρεπε να παίζουν κανένα ρόλο στη διαδικασία εισαγωγής», τόνισε ο Ιβάν Εσπινόζα-Μαδριγάλ, επικεφαλής της οργάνωσης «Δικηγόροι Υπέρ των Πολιτικών Δικαιωμάτων». Το Χάρβαρντ αρνήθηκε να σχολιάσει, αλλά ο πρόεδρος Μπάιντεν ζήτησε ήδη από το υπ. Παιδείας να εξετάσει τις παραμέτρους της απόφασης του Ανώτατου Δικαστηρίου.