Ανάπτυξη διπλάσια της ευρωζώνης, μείωση της ανεργίας με τον υψηλότερο ρυθμό στην Ε.Ε., πρωτογενή πλεονάσματα χωρίς υπερφορολόγηση, σημαντική υποχώρηση του δημοσίου χρέους μέσα από την αύξηση του Ακαθάριστου Εγχώριου Προϊόντος.
Οι ίδιοι επισημαίνουν ότι εάν καταφέρουμε ανάλογες επιδόσεις την επόμενη τετραετία, τότε μέχρι το 2030 θα έχουμε πετύχει σημαντικό βαθμό σύγκλισης με την υπόλοιπη Ευρώπη, σε εισοδήματα, θέσεις εργασίας και βιοτικό επίπεδο. Από τις περιπέτειες του 2015, την υπερφορολόγηση και τη στασιμότητα, η οικονομία έχει μπει στον «ενάρετο κύκλο» της δημοσιονομικής προόδου, της έλευσης νέων επενδυτών και της δημιουργίας ποιοτικών θέσεων με υψηλότερες αμοιβές.
Είναι σαφές ότι η Ελλάδα βρίσκεται μπροστά σε μία μεγάλη, ενδεχομένως και τελευταία, ευκαιρία να προχωρήσει μπροστά με σοβαρές μεταρρυθμίσεις, μακριά από ιδεοληψίες, οπισθοδρομικές κομπανίες και τυχοδιωκτισμούς.
Ο Κυριάκος Μητσοτάκης έχει τα προσόντα και ξέρει τη δουλειά, για να χρησιμοποιήσουμε όρους αγοράς. Απέναντί του είχε τον Τσίπρα, ο οποίος κάθε εβδομάδα άλλαζε κυβερνητικό παρτενέρ, προσωποποιώντας την αστάθεια, τον τυχοδιωκτισμό και την αβεβαιότητα, ενώ το πρόγραμμά του παρέπεμπε σε ακάλυπτη επιταγή δεκάδων δισεκατομμυρίων ευρώ.
Δεν είναι τυχαίο ότι μετά το αποτέλεσμα της 21ης Μαΐου το Χρηματιστήριο κατέγραψε σημαντική άνοδο, τα επιτόκια δανεισμού του Δημοσίου έπεσαν σε επίπεδα χαμηλότερα της Ιταλίας, ενώ οι οίκοι αξιολόγησης υπογράμμισαν ότι η επιστροφή της Ελλάδας στην επενδυτική βαθμίδα είναι ζήτημα χρόνου.
Οδήγηση σαν ρώσικη ρουλέτα…
Ολοι βλέπουν ότι η χώρα έχει τεράστιες αναπτυξιακές προοπτικές, ήδη ο ρυθμός αύξησης του ΑΕΠ φέτος αναθεωρείται προς το 3% και η νέα εκτίμηση μοιάζει συντηρητική, η ανεργία θα διαμορφωθεί σε μονοψήφια επίπεδα τους καλοκαιρινούς μήνες και το πρωτογενές πλεόνασμα θα ξεπεράσει το 1,5% χωρίς την παραμικρή φορολόγηση.
Ομως η πρόκληση είναι μπροστά μας. Για να αξιοποιηθεί η μεγάλη ευκαιρία και να μη χαθεί μεταξύ πολιτικάντηδων και «μπαχαλισμού», η χώρα χρειάζεται μία ισχυρή κυβέρνηση που θα προχωρήσει το νέο γύρο μεταρρυθμίσεων στην Υγεία, τη λειτουργία του κράτους και την ενίσχυση των παραγωγικών δομών.
Ο ΣΥΡΙΖΑ μετά τη συντριβή της 21ης Μαΐου λειτουργεί με το δόγμα της «κατσίκας του γείτονα». Είναι αποδυναμωμένος πολιτικά και θέλει μία αποδυναμωμένη κυβέρνηση. Βάπτισε την αυτοδυναμία ως «παντοδυναμία» και χαρακτήρισε απειλή για τη δημοκρατία τη λαϊκή βούληση, εάν δώσει και πάλι τον πρώτο λόγο στη Νέα Δημοκρατία.
Στο ίδιο πνεύμα κινείται και ο Νίκος Ανδρουλάκης, που ξεκαθάρισε ότι ακόμα και εάν η Ν.Δ. έχει 149 βουλευτές δεν πρόκειται να συνεργασθεί μαζί της για το σχηματισμό κυβέρνησης.
Τσίπρας και Ανδρουλάκης διαγκωνίζονται για τη θέση του αρχηγού της αξιωματικής αντιπολίτευσης, αλλά η χώρα πρωτίστως χρειάζεται κυβέρνηση. Γι’ αυτό και δεν υπάρχουν περιθώρια για χαλαρότητες και εφησυχασμούς.
Η Ελλάδα το βράδυ της 25ης Ιουνίου πρέπει να διαθέτει μία ισχυρή και αυτοδύναμη κυβέρνηση, για να συνεχισθεί η πορεία σύγκλισης προς την Ευρώπη και να απαντηθούν οι προκλήσεις της νέας εποχής.