Για την ώρα φαίνεται ξεκάθαρα ότι εκείνοι που θέλουν συνεργασία δεν μπορούν και εκείνοι που μπορούν δεν θέλουν. Δεν είναι θέμα μόνο πολιτικής αρχής, με τη Νέα Δημοκρατία να ξεκαθαρίζει σε όλους τους τόνους πως είναι υπέρ των αυτοδύναμων κυβερνήσεων και τον ΣΥΡΙΖΑ να επαναλαμβάνει πως στοχεύει σε κυβέρνηση συνεργασίας. Είναι πρωτίστως θέμα πραγματικότητας. Πρώτον, αν βγαίνουν τα κουκιά και, δεύτερον, αν συγκλίνουν τα προγράμματα.
Στην πρώτη περίπτωση, οι αριθμοί δίνουν πάντα μια λύση, αφού θεωρητικά θα μπορούσε να συνεργαστεί το πρώτο με το τρίτο κόμμα ή το δεύτερο με τα υπόλοιπα. Υπάρχουν, για παράδειγμα, σενάρια κατανομής εδρών που δίνουν στη Νέα Δημοκρατία 120 έδρες και στο ΠΑΣΟΚ-ΚΙΝ.ΑΛ. 34, άρα σύνολο 154 βουλευτές. Επίσης, θα μπορούσε -θεωρητικά, επαναλαμβάνουμε- να συνεργαστεί ο ΣΥΡΙΖΑ με όλα τα υπόλοιπα κόμματα, ακόμα και το ΚΚΕ ή την Ελληνική Λύση, ώστε να σχηματιστεί κυβέρνηση. Ομως αυτά τα επιτρέπει η επιστήμη των μαθηματικών, όχι της πολιτικής.
Η Δώρα, η Γαρυφαλλιά και αύριο;
Στην πολιτική υπάρχουν εξισώσεις που δεν βγαίνουν με τίποτα. Μία από αυτές είναι η απαίτηση του Νίκου Ανδρουλάκη να μην είναι πρωθυπουργός ο αρχηγός του πρώτου κόμματος, αλλά κάποιο άλλο πρόσωπο κοινής αποδοχής. Ενα προαπαιτούμενο που είναι ξεκάθαρο ότι δεν θα ικανοποιηθεί αφού δεν υπακούει σε κανέναν κανόνα πολιτικής λογικής. Μια άλλη ανεπίλυτη εξίσωση είναι να δεχθεί το ΚΚΕ να συνεργαστεί με τον ΣΥΡΙΖΑ ή το ΠΑΣΟΚ-ΚΙΝ.ΑΛ. να συμμετάσχει στην ίδια κυβέρνηση με τον Γιάνη Βαρουφάκη.
Στο διά ταύτα: καλό είναι που γίνονται δημοσκοπήσεις και γνωρίζουν τα κόμματα και οι πολίτες πώς διαμορφώνεται η εικόνα της στιγμής. Καλό είναι που οι πολιτικοί δηλώνουν τις κόκκινες γραμμές τους και τα σημεία που θα μπορούσαν να διαπραγματευτούν ή όχι. Ομως πριν από την ώρα των εντολών σχηματισμού κυβέρνησης που θα δώσει η Πρόεδρος της Δημοκρατίας θα έχει μπει στη θέση του το τελευταίο και το σημαντικότερο κομμάτι που λείπει από το παζλ: το αποτέλεσμα των εκλογών.